Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

 

Πέρυσι, ὤ! πέρυσι, τὴν Μεγάλην Πέμπτην πρωί, ἀφοῦ ἐγύρισαν ἀπὸ τὴν ἐκκλησίαν, ὅπου εἶχον μεταλάβει ὅλοι, ἡ καλὴ καὶ προκομμένη μήτηρ, καίτοι ἄγουσα ἤδη τὸν ἕβδομον μῆνα τῆς ἐγκυμοσύνης της, ἀνεσφουγγώθη καὶ ἤρχισε νὰ βάπτῃ ἐν τῇ χύτρᾳ τὰ αὐγά, μὲ ριζάρι, κιννάβαρι καὶ ὄξος. Εἶτα ἤρχισαν νὰ ἔρχωνται εἰς τὴν θύραν ἀνὰ ζεύγη τὰ παιδία τῆς πολίχνης, μὲ τὸν ὑψηλὸν καλάμινον σταυρὸν στεφανωμένον μὲ ρόδα εὐώδη καὶ μὲ μήκωνας κατακοκκίνους, μὲ δενδρολίβανον καὶ μὲ ποικιλόχροα ἀγριολούλουδα, μὲ τὸν ἀποσπασθέντα ἀπὸ τ᾽ Ὀχτωῆχι χάρτινον Ἐσταυρωμένον εἰς τὸ μέσον τοῦ σταυροῦ, καὶ μὲ ἐρυθρὸν μανδήλιον κυματίζον, μέλποντα τὸ ᾆσμα:
Βλέπεις ἐκεῖνο τὸ βουνὶ μὲ κόκκινη παντιέρα;
Ἐκεῖ σταυρῶσαν τὸ Χριστό, τὸν πάντων βασιλέα.
. . . . . . . .
Σύρε μητέρα μ᾽, στὸ καλὸ καὶ στὴν καλὴ τὴν ὥρα,
κ᾽ ἐμένα νὰ μὲ καρτερῇς τὸ Σάββατο τὸ βράδυ·
ὅταν σημαίνουν ἐκκλησιὲς καὶ ψέλνουνε παπάδες,
τότες καὶ σύ, μαννούλα μου, νά ᾽χῃς χαρὲς μεγάλες.

Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

"Ποιός σπρώχνει άραγε το Δούρειο Ίππο της παρουσίας σας ανάμεσα σε ευγενικούς λαούς;..."



ΤΙ ΝΑ ΠΡΩΤΟΘΥΜΗΘΟΥΜΕ;
 

Είπε ο Παναγιώτατος στον Ποντίφηκα στη συνάντηση της Λέσβου περίπου τα εξής: "Κάθε φορά που σας υποδεχόμαστε θυμόμαστε τι ωραία περάσαμε τις προηγούμενες φορές...".

Δηλαδή, τι θυμόμαστε γενικότερα; Παραδείγματος χάριν:
1. Όταν συλλειτουργούσαμε στον άγιο Πέτρο έπεσαν ταυτόχρονα δύο κεραυνοί στο θόλο του ναού και μυαλό δε βάλαμε για να σταματήσουμε τα θέατρα του παραλόγου.
2. Όταν πήγαμε στους Αγίους Τόπους, μετά την αναχώρησή μας πήρα φωτιά ο Ναός της Γεννήσεως του Χριστού και πάλι δεν υποψιαστήκαμε καν τι ζητεί ο Θεός από μας.
3. Όταν μιλούσαμε για την ειρήνη του κόσμου και εξαπολύσατε συμβολικά δύο περιστέρια από το παράθυρο της κατοικίας σας, το ένα τόφαγε ένας γλάρος και το άλλο ένα κοράκι, μπας και κατανοήσουμε την υποκρισία της τακτικής και ρητορικής σας.
4. Όταν κάναμε τη συμπροσευχή της Ασίζης ήρθαν μάγοι, ειδωλολάτρες και σατανιστές και ευλογούσαν εμάς τους χριστιανούς, πράγμα που σταύρωσε ακόμη μια φορά τον Κύριο της δόξης.
5. Όταν γινόταν ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία είπατε - συμβουλεύσατε τις μεγάλες δυνάμεις ή να αφοπλίσουν τους σέρβους ή να εξοπλίσουν τους μουσουλμάνους και τώρα τους φορτωθήκαμε στο σβέρκο μας, γιατί και μεις τότε είχαμε καταπιεί τη γλώσσα μας.
6. Όταν υπογράψαμε δηλώσεις με Εβραίους και ραββίνους ότι δήθεν δε φταίει ο ιουδαϊκός λαός για το θάνατο του Χριστού, τη στιγμή που οι ίδιοι οι Εβραίοι αναθεμάτισαν τον εαυτό τους, να πέσει το αίμα του Κυρίου στα κεφάλια τους και στα παιδιά τους, ο δε Χριστός προεφήτευσε για τον διασκορπισμό τους και την ερήμωσή του, δεν ακούσαμε τη φωνή του Θεού μέσα στην ιστορία.
7. Πόσες φορές άραγε, σεις και οι προκάτοχοί σας, ζητήσατε συγγνώμη από την επιστήμη, από οικογένειες και κακοποιημένα παιδιά, τη διεθνή κοινότητα, από λαούς φυλές και γλώσσες για τα εγκλήματα του παπισμού... Πού πάει άρα το αλάθητο και το πρωτείο σας;

Αλήθεια τι να πρωτοθυμηθούμε ψευδοεπίσκοπε της πρωτοθρόνου της αγάπης πρεσβυτέρας Ρώμης;...

1. Ότι ενώ διαλεγόμαστε ορθόδοξοι και παπικοί εν αληθεία δήθεν και αμοιβαία αγάπη, για την ενότητα και την ισότητα σείς δημιουργείτε απανταχού ουνιτικές εκκλησίες και παραπλανάτε τον κόσμο ότι είσαστε ορθόδοξοι;
2. Ότι ενώ υπέγραψαν όλοι την ένωση στην ψευδοσύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας, σεις ομολογήσατε την αποτυχία σας, μόλις διαπιστώσατε την απουσία της υπογραφής Μάρκου του Ευγενικού;
3. Ότι εν καιρώ Ενετοκρατίας στους αγίους Τόπους όλη τη μέρα σαν τους ιερείς της Βάαλ γυρνούσατε πέριξ του κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου για να ανάψει ο Θεός το Πανάγιο Φως και ουδέν εποιήσατε και μετάνοια και επιστροφή στην Ορθοδοξία δεν δείξατε;
Τι να πρωτοθυμηθούμε κυβερνήτα του Βατικανού... Υπάρχει κάτι ευχάριστο και θεάρεστο; Ποιός σπρώχνει άραγε το Δούρειο Ίππο της παρουσίας σας ανάμεσα σε ευγενικούς λαούς και τους κάνετε "υιούς γεένης διπλοτέρους υμών";
πηγή

Κυριακή 17 Απριλίου 2016

Άγιος Μακάριος ο Νοταράς


 
Ο Άγιος Μακάριος (κατά κόσμον Μιχαήλ) γεννήθηκε το 1731 στα Τρίκαλα της Κορινθίας και καταγόταν από τη σπουδαία οικογένεια των Νοταράδων. Ο πατέρας του Γεωργαντάς (ή Γεώργιος), πρόκριτος της περιοχής Κορινθίας, απέκτησε από το γάμο του με την ενάρετη Αναστασία εννιά παιδιά. Από τον Ευστάθιο, δάσκαλο από την Κεφαλληνία, διδάχθηκε τα πρώτα γράμματα στο μοναστήρι της Παναγίας. Έδειξε την κλήση του προς τα έργα της ευσέβειας και την αγάπη του προς την Εκκλησία από μικρός. Ως επιστάτης των οικογενειακών κτημάτων απέτυχε αφού όχι μόνο δεν μπορούσε να εισπράξει τα ενοίκια από τους χωρικούς αλλά μοίραζε και τα δικά του στους φτωχούς. Ο πατέρας του δεν του επέτρεψε να γίνει μοναχός στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και έτσι επιδόθηκε στη μελέτη των θείων γραφών και πατερικών κειμένων.
Μετά το θάνατο του δασκάλου του ανέλαβε δωρεάν για έξι χρόνια να διδάξει τους μαθητές της Κορίνθου. Αυτό δημιούργησε το μεγάλο θαυμασμό και την εκτίμηση των συμπολιτών του με αποτέλεσμα το 1764 όλος ο κλήρος και ο λαός της περιοχής να ζητήσει από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να τον χειροτονήσει ως επίσκοπο Κορίνθου μετά τη χηρεία του μητροπολιτικού θρόνου. Ο άγιος Μακάριος θεώρησε την ομόφωνη γνώμη κλήρου και λαού ως κλήση Θεού και δέχθηκε το αξίωμα της Αρχιεροσύνης. Κατά την χειροτονία του ονομάσθηκε Μακάριος.
Ως αρχιερέας έκανε μεγάλο αναμορφωτικό έργο. Φρόντισε για την επιμόρφωση του κλήρου. Έπαυσε τους αγράμματους ή υπέργηρους κληρικούς και όσους είχαν αναμειχθεί σε πολιτικά ζητήματα. Πρόσεχε πολύ τις χειροτονίες του και ήταν πιστός τηρητής των ιερών κανόνων. Φρόντισε για την ίδρυση σχολείων και για το κήρυγμα της μετανοίας στο ακαλλιέργητο λαό της επαρχίας του.
Το έργο του διέκοψε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1768-1774). Μετά την καταστολή της εξέγερσης λόγω των αιματηρών αντιποίνων των Τούρκων κατέφυγε με την οικογένειά του στη αρχή στη Ζάκυνθο, στην οποία για τρία χρόνια δίδασκε το λαό, και μετά στη Ύδρα. Ποτέ δεν επέτρεψε στην επαρχία του. Αντικαταστάθηκε χωρίς να παραιτηθεί από νέο επίσκοπο που αναγκάσθηκε μετά από πιέσεις να διορίσει το Οικ. Πατριαρχείο. Από τότε υπογράφει «ο από Κορίνθου Μακάριος».
Στην Ύδρα συνάντησε τον μετέπειτα συνεργάτη του άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, τότε λαϊκό Νικόλαο, και τον «εξακουστό Σίλβεστρο τον ερημίτη» μεγάλη ασκητική προσωπικότητα. Από την Ύδρα πήγε στη Χίο και μετά στο Άγιον Όρος το 1777. Έμεινε στο βατοπαιδινό Κελλί του Αγίου Αντωνίου κοντά στον συντοπίτη του Γερο - Δαβίδ. Εκεί έγινε η σημαντική συνάντησή του με το μοναχό της Μονής Διονυσίου άγιο Νικόδημο στον οποίον παρέδωσε χειρόγραφο τη «Φιλοκαλία» για να διορθώσει τα σφάλματα που υπήρχαν, να ετοιμάσει πρόλογο και σύντομους βίους των αγίων συγγραφέων του έργου. Το περιεχόμενο της «Φιλοκαλίας» το αντέγραψε από χειρόγραφα αγιορειτικών βιβλιοθηκών «προπάντων όμως εις την βιβλιοθήκην της ενδόξου και μεγάλης μονής του βατοπαιδίου ανακάλυψε θησαυρόν, ήτοι βιβλίον περί ενώσεως του νοός μετά του Θεού, συλλεχθέν εις αρχαίους χρόνους υπό μεγάλων ζηλωτών εκ πάντων των αγίων, και έτερα περί προσευχής ...» όπως γράφει σε επιστολή του ο όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ. Το πυρήνα της Φιλοκαλίας πήρε ο άγιος Μακάριος από το Βατοπαιδινό Κώδικα 605 του 13ου αιώνα όπως υποστηρίζει ο καθηγητής κ. Α. Ταχιάος. Η «Φιλοκαλία» εκδόθηκε το 1782, αποτέλεσε σταθμό στην ορθόδοξη πνευματική ζωή και δίκαια ο άγιος Μακάριος ονομάσθηκε Γενάρχης του φιλοκαλισμού.
Η σχέση του αγίου Μακαρίου με τη μονή Βατοπαιδίου καλλιεργήθηκε μέσω της σχολής της Αθωνιάδος. Ο Σχολάρχης, μετέπειτα βιογράφος και ακόλουθος του αγίου στη Χίο, Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος έχει ως σύμβουλό του τον πρώην Κορίνθου Μακάριο. Ο άγιος Μακάριος γίνεται ο πνευματικός καθοδηγητής της Σχολής. Στο Κελλί του Αγίου Γεωργίου των Σκουρταίων έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον ενάρετο Γέροντα Παρθένιο.
Αφού συμμετείχε στο αναγεννητικό και αναμορφωτικό κίνημα των ιεροπρεπών Κολλυβάδων μετέβει στη Χίο, μετά στη Πάτμο, στην οποία παρέμεινε στο Κάθισμα των Αγίων Πάντων Κουμάνας περίπου δέκα χρόνια. Αφού τακτοποίησε κληρονομικές του υποθέσεις στην Ύδρα και την Κόρινθο επέστρεψε στη Χίο στην οποία παρέμεινε τα τελευταία δώδεκα χρόνια της ζωής του ασχολούμενος με άσκηση, μελέτη, συγγραφή και διδασκαλία.
Το ταπεινό Κελλί του βρίσκεται στο ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που μετά την κοίμηση του είναι γνωστό με το όνομα Άγιος Μακάριος έγινε «φροντιστήριο, θεραπευτήριο, διδακτήριο και εξομολογητήριο πολλών ευλαβών Χιωτών αλλά και θύρα ελέους». Με το κήρυγμα του ωφελούσε τους πάντας. Όπως γράφει ο βιογράφος του: «Πως ήτον βολετόν να μην ωφελούνται οι Χριστιανοί εκείνοι, οι οποίοι πρώτον μεν έβλεπον ένα Αρχιερέα Κορίνθου να τους διδάσκη με ένα σχήμα ταπεινότατον, με ενδύματα πενιχρότατα, με ένα φαινόμενον ευτελέστατον‡ κατ' αλήθειαν, λέγω το καλυμμαύχι της κεφαλής του άλλος κανένας δεν ήθελε να καταδεχθή να φορέση».
Ο άγιος Μακάριος προετοίμαζε μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς του γένους χριστιανούς για το μαρτύριο. Έγινε «αλείπτης», εμπνευστής, χειραγωγός, εξομολόγος των νεομαρτύρων Πολυδώρου του Κυπρίου (+1794), Θεοδώρου Βυζαντίου (+1795), Δημητρίου του Πελοπονησίου (+1803), Μάρκου του Νέου (+1801) και Αγγελή του Αργείου (+1813).
Πλήθος είναι τα έργα του, κυρίως αγιολογικά, προσωπικά ή σε συνεργασία με τους αγίους Νικόδημο Αγιορείτη και Αθανάσιο Πάριο. Ενώ ετοίμαζε το βιβλίο του «Νέον Λειμωνάριον» ασθένησε από ημιπληγία και παρέλυσε η δεξιά του πλευρά. Παρέμεινε κατάκοιτος για οκτώ μήνες προσευχόμενος συνεχώς με πολλά δάκρυα, γιατί όπως έλεγε δεν άρχισε να μετανοεί, κοινωνούσε καθημερινά και συμβούλευε όσους έρχονταν να πάρουν την ευλογία του.
Μετά τους μεγάλους αγώνες του κοιμήθηκε στις 17.4.1805. Ετάφη στη νότια πλευρά του προαυλίου του ναού των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, όπου βρίσκεται σήμερα ο τάφος του. Ανακομιδή των τιμίων λειψάνων του έγινε το 1808. Πλήθος θαυματουργικών ιάσεων αναφέρονται σε πιστούς πού ασπάζονται τα ιερά του λείψανα. Οι κάτοικοι της Χίου τον τιμούσαν όταν ζούσε ως άγιο, τιμή που διαδόθηκε σε όλη την Εκκλησία.
Ταις αυτού αγίαις πρεσβείαις ο Θεός, ελέησον ημάς. Αμήν.
πηγή

Πέμπτη 14 Απριλίου 2016

Τὸ μέγα κατόρθωμα τοῦ Παπισμοῦ εἶναι τοῦτο: Κατώρθωσε νὰ δυσφημήσῃ τὸν Χριστὸν καὶ τὸν Χριστιανισμόν, ὅσον κανεὶς ἄλλος, εἰδωλολάτρης ἢ θεομπαίκτης. Ἔσπρωξε μυριάδας ἀνθρώπων εἰς τὴν ἀθεΐαν, καὶ εἶναι ὁ κυριώτερος ὑπεύθυνος τῆς ἀθεϊστικῆς φιλοσοφίας, εἰς τὴν Εὐρώπην, διότι οἱ πολλοὶ ἐνόμισαν ὅτι Χριστὸς καὶ Πάπας εἶναι ἓν καὶ τὸ αὐτό.
Ἔσπρωξε τοὺς μαύρους καὶ τοὺς ἄλλους εἰδωλολάτρες τῆς Ἀφρικῆς πρὸς τὸν μωαμεθανισμόν, διότι ἔγινεν ἓν μὲ τὴν ἀποικιοκρατίαν, ἀφοῦ εἶναι ἡ κορυφὴ τῆς ἰμπεριαλιστικῆς πυραμίδος, συνδεδεμένος ἀπὸ αἰώνων μὲ τὸ ἔγκλημα, μὲ τὴν βίαν καὶ ἀπάτην πάσης φύσεως, καθὼς καὶ μὲ τὴν ὑπερδιαβολικὴν ὑποκρισίαν.
Ἐξώντωσεν ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ τοὺς ἰθαγενεῖς τῆς ᾽Αμερικῆς, οἱ ὁποῖοι ἐβασανίσθησαν ἀπανθρώπως ἀπὸ τὰ παπικὰ τέρατα, τὰ ὁποῖα ἐλάτρευον τὸν χρυσὸν καὶ οὐδόλως τὸν Χριστόν, ὅπως ἔλεγον. Τέλος, ἀντὶ νὰ νὰ ἔχῃ ὁ Παπισμός, ὅστις ὑποκρίνεται ὅτι εἶναι ὁ δοῦλος καὶ ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ, τὴν πτωχείαν τὴν ὁποίαν ἔφερεν ὡς ἄνθρωπος καὶ τὴν ὁποίαν ἐδίδαξεν Ἐκεῖνος, αὐτὸς ἔγινεν ἀντιθέτως ὁ μεγαλύτερος τραπεζίτης
Φώτης Κόντογλου

Τρίτη 5 Απριλίου 2016

«Τὰ πρόβατα ἀπεργοῦν, ζητώντας καλύτερες συνθήκες σφαγῆς»


«Αἰσχρόν ἐστι σιγᾶν,
τῆς Ἑλλάδος πάσης ἀδικουμένης»
Δημοσθένης
Γράφει ὁ Δημήτρης Νατσιὸς,
Δάσκαλος - Κιλκὶς
Ὁ Ἰωάννης Μεταξάς, ὁ «δικτάτορας», ὁ «φασίστας», λίγο μετὰ τὸ ἔνδοξο «ΟΧΙ» στὸν φασίστα Μουσολίνι, στὸ πρῶτο ὑπουργικὸ συμβούλιο, ποὺ ἔγινε τὸ πρωὶ τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1940, ἀφοῦ, κάνοντας τὸν σταυρό του, ὑπέγραψε τὰ διατάγματα γενικῆς ἐπιστράτευσης, ζήτησε ἀπὸ τοὺς ὑπουργοὺς του τὴν ἔγκριση νόμου μὲ μόνο ἄρθρο του τὸ ἑξῆς:
«Οὐδεὶς Ἕλλην καθίσταται πλουσιώτερος ἐκ τοῦ πολέμου».
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο, «1940 - Ὁ ἄγνωστος πόλεμος: Ἡ ἑλληνικὴ πολεμικὴ προσπάθεια στὰ μετόπισθεν», ἔκδ. «Πατάκης», σελ. 106, τῆς Μαρίνας Πετράκη, ἡ ὁποία εἶναι διδάκτωρ τοῦ πανεπιστημίου τοῦ Κέντ). Στὸ ἴδιο βιβλίο διαβάζουμε:
«Μὲ τὴν κήρυξη τοῦ πολέμου, καθὼς ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος μαζικῆς ἀνάληψης τραπεζικῶν καταθέσεων, ἡ Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος, μετὰ ἀπὸ διαταγὴ τῆς κυβέρνησης, εἰδοποιεῖ μὲ ἔγγραφό της ὅλες τὶς τράπεζες, νὰ περιορίσουν τὶς ἀναλήψεις τῶν καταθετῶν μέχρι τοῦ ποσοῦ τῶν 3.000 δραχμῶν». (σελ. 127).
Ὅσο γνωρίζω, ἀπὸ τὸν πόλεμο τοῦ ’40 ἕως σήμερα, οὐδέποτε εἶχε τεθεῖ ὅριο ἀναλήψεων. (Ὡς συνήθως, υἱοθετήσαμε τὴν ξενικὴ φράση «κάπιταλ κοντρόλς», διότι οἱ πολιτικοὶ νάνοι...
καὶ ἀρλεκίνοι, συνεπικουρούμενοι ἀπὸ τὴν δημοσιογραφικὴ ξεφτίλα, ἔτσι τὸ ἀποκαλοῦν).
Ἑπομένως καὶ σήμερα βιώνουμε ἕναν ἀκήρυχτο πόλεμο. Συμμορίες τύπου ΔΝΤ καὶ εὐρωπαίων ἑταίρων, ἰσλαμικὲς ὀρδὲς ἐπιτίθεται λυσσωδῶς στὴν πατρίδα μας. Μόνο ποὺ τώρα, δὲν ἔχουμε τὸν «φασίστα» Μεταξὰ στὸ τιμόνι τῆς χώρας, νὰ νομοθετεῖ μὲ πυγμὴ καὶ ἀνδρεία ὅτι οἱ ἄπληστες ὕαινες καὶ τὰ ἁρπακτικά τῆς κερδοσκοπίας θὰ χτυπηθοῦν ἀμείλικτα, ἀλλὰ ἀριστερὴ διακυβέρνηση τοῦ κ. Σταθάκη, τῆς κ. Τασίας, τοῦ κ. Μουζάλα, τοῦ κ. Καρανίκα, τοῦ κ. Φίλη καὶ λοιπῶν παρομοίων δημοκρατῶν καὶ φιλανθρώπων. (Γιὰ τοὺς συριζαίους μεταξὺ αὐτῶν καὶ τῆς χρυσῆς αὐγῆς, δὲν ὑπάρχει ἐνδιάμεσος χῶρος. Ὅποιος διαφωνεῖ μὲ τὶς ἰδεοληψίες τους, μιλᾶ γιὰ λαθρομετανάστες, εἶναι αὐτόματα φασίστας καὶ χρυσαυγίτης. Ὑγιὴς φιλοπατρία δὲν ὑπάρχει).
Τότε τὴν διαχείριση τῆς κρίσης δὲν τὴν ἀνέλαβαν Μ.Κ.Ο. (οἱ λεγόμενοι «ἐθελοντὲς» καὶ «φιλεύσπλαχνοι» τῶν Μ.Κ.Ο. ἀμείβονται μὲ τουλάχιστον 1500 εὐρώ, ἀρκετοὶ ἔσπευσαν ἀπὸ τὶς ἀναρχικὲς φωλιὲς τῶν Ἑξαρχείων, οἱ ὁποῖοι, ὅπως μοῦ διηγεῖται ἀστυνομικός, προτρέπουν τοὺς λαθρομετανάστες νὰ ἐπιτίθενται στὴν ἀστυνομία).
Τότε «πλάτες» στὸ κράτος ἔβαλε ὁ ἴδιος ὁ λαός, σύσσωμος. Οἱ διανοούμενοι δὲν ἦταν ξεσκονίστρες καὶ φερέφωνα τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ διαγωνίζονταν ποιὸς θὰ γράψει τὸν ὡραιότερο ὕμνο γιὰ τὴν πατρίδα καὶ τὰ στρατευμένα παιδιά της. Πολλοὶ πολεμοῦν στὴν πρώτη γραμμή. «Σοῦ γράφω καθισμένος τριακόσια μέτρα ἀπέναντι ἀπὸ τοὺς Ἰταλούς. Ὅμως οὔτε οἱ σφαῖρες οὔτε οἱ ὀβίδες μὲ κάνουν νὰ ξεχνῶ τοὺς ἀγαπημένους μου κόσμους ὅπου ζοῦσα καὶ γιὰ τοὺς ὁποίους τώρα μάχομαι…» γράφει ὁ ἔφεδρος ἀνθυπολοχαγὸς Ὀδυσσέας Ἐλύτης στὸν Γ. Θεοτοκά. (Γ. Θεοτοκᾶς, «Τετράδια ἡμερολογίου, 1939-1953», σελ. 241).
Οἱ τωρινοὶ ψευτοδιανοούμενοι διαγωνίζονται ποιὸς θὰ ξεράσει τὶς περισσότερες ἀναθυμιάσεις του κατὰ τῆς πατρίδας καὶ τοῦ ἔθνους. Στὰ θέατρα, μεγάλοι ἠθοποιοὶ - καὶ ὄχι ἀτάλαντοι τζιτζιφιόγκοι ἀπροσδιορίστου φύλου - ὅπως ὁ Μάνος Κατράκης, ὁ Θάνος Κωτσόπουλος, ὁ Παντελὴς Ζερβός, ἀνεβάζουν παραστάσεις μὲ τὶς ὁποῖες τονώνουν τὸ φρόνιμα τοῦ λαοῦ. Καὶ τώρα, ἔπρεπε νὰ ξεσηκωθοῦν καὶ οἱ πέτρες, γιὰ νὰ ἀναγκαστεῖ ὁ φερόμενος ὡς ὑπουργὸς Πολιτισμοῦ κ. Μπαλτάς, νὰ ἀποσύρει τὸν ἀνισόρροπο Βέλγο καὶ τοὺς βλαμμένους ἠμίανδρους, ποὺ χοροπηδοῦσαν ἐπιδεικνύοντας, σὰν τὰ νὰ σκυλιά, τὴν γυμνὴ παράνοιά τους.
Τότε, τὴν ὥρα τῆς μεγάλης κρίσης, ποὺ ἔφταναν στὰ νοσοκομεῖα χιλιάδες ἡρωικοὶ στρατιῶτες, μὲ πόδια κομμένα καὶ τὰ σπίτια τῶν Ἑλλήνων λάμβαναν ἀπὸ τὸ ΓΕΣ τὸ παράσημο ἀνδρείας γιὰ τὸν σκοτωμένο λεβέντη τους, οἱ γυναῖκες τοῦ λαοῦ ὑπομένουν καρτερικὰ τὴν θυσία καὶ ἐπιτελοῦν τὸ χρέος τους πρὸς τὸ Ἔθνος - ἕνα χρέος αὐτονόητο, χωρὶς προσδοκία ἀνταμοιβῆς.
Σὲ πρωτοσέλιδο τοῦ τότε «Ἐλεύθερου Βήματος» (σήμερα εἶναι σκέτο «Βῆμα». Ἐδῶ καὶ χρόνια… βηματίζει μὲ ἀταλάντευτη συνέπεια πίσω ἀπὸ τὰ πουγκιά, τὰ θαλασσοδάνεια καὶ τὶς ἐπιδοτήσεις τῆς ἑκάστοτε ἐξουσίας), διαβάζουμε:
«Γιὰ τὸν ἡρωισμὸ αὐτὸ δὲν συνηθίζεται νὰ τονίζονται ὕμνοι. Ἐξοικειωθήκαμε τόσο πολὺ μὲ τὴν προσφορὰ τῆς γυναίκας τοῦ λαοῦ […] Ὅλη ἡ ζωή της δὲν εἶναι παρὰ σιωπηλὴ αὐταπάρνηση καὶ ἀνθρώπινη θυσία. Καὶ ὅμως δὲν ἔχει ἀποκτήσει ἀκόμα αὐτὸ ποὺ τῆς ὀφείλεται. Τὸ μνημεῖο της […] Παράπλευρα στὸν Ἄγνωστο Στρατιώτη δὲν ἀπαθανατίστηκε ἀκόμη καὶ ἡ Ἄγνωστη Μητέρα, ἔτσι ὅπως τὴν ξέρουμε, μὲ τὴν ποδιὰ καὶ τὰ τσόκαρα, μὲ τὰ παιδιὰ ὁλόγυρά της, ἀνασκουμπωμένη ἐπάνω ἀπὸ τὴ σκάφη, ἐνάρετη, περήφανη, καρτερική, σεμνή, τῶν καλῶν καὶ τῶν κακῶν ἡρωίδα».
Ἡ ἴδια «Ἄγνωστη Μάνα» ἐναντιώθηκε στὴν πείνα, στὸν κάματο καὶ στὰ στοιχεῖα τῆς φύσης γιὰ νὰ συντρέξει τὰ «παιδιὰ» στὸν μεγάλο ἐθνικὸ ἀγώνα.
Καὶ γιὰ τοῦτο ἔμειναν στὴ συνείδηση τοῦ λαοῦ μας ὡς ὑπέρτατο σύμβολο, ὡς Παναγιές, ὅπως τὶς ἔσωσε ἀριστοτεχνικὰ ἡ πένα τοῦ πολεμιστῆ Νικ. Βρεττάκου: «Κι οἱ μάνες τὰ κοφτὰ γκρεμνὰ σὰν Παναγιὲς τ’ ἀνέβαιναν/ μὲ τὴν εὐχὴ στὸν ὦμο τους κατὰ τὸ γιὸ παγαῖναν/ καὶ τὶς ἀεροτραμπάλιζε ὁ ἄνεμος φορτωμένος…».
Τότε, σ’ ἐκεῖνον τὸν πόλεμο, ὁ λαός, καὶ οἱ πολεμιστὲς τῆς πρώτης γραμμῆς καὶ οἱ ἄμαχοι μαχητὲς τῶν μετόπισθεν πίστευαν στὴν νίκη γιατί τὴν πάσαν ἐλπίδα τους τὴν εἶχαν ἀναθέσει στὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγὸ τοῦ Γένους καὶ ὄχι στὴν διαπραγματευτικὴ ἱκανότητα τοῦ… Γιάνη τοῦ Ἀλέξη ἢ τοῦ Εὐκλείδη μὲ τὰ θυμηδιογόνα ἀγγλοελληνικᾶ του.
«Σὲ ὅλο τὸ μέτωπο ἀπ’ ἄκρη σ’ ἄκρη ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἄρχισε νὰ ἔχει παντοῦ τὸ ἴδιο ὅραμα. Ἔβλεπε τὶς νύχτες μία γυναικεία μορφὴ νὰ προβαδίζει, ψιλολιγνή, ἀλαφροπερπάτητη, μὲ τὴν καλύπτρα τῆς ἀναριγμένη ἀπὸ κεφάλι στοὺς ὤμους. Τὴν ἀναγνώριζε, τὴν ἤξερε ἀπὸ πάντα, τοῦ τὴν εἴχανε τραγουδήσει σὰν ἤτανε μωρὸ κι ὀνειρευότανε στὴν κούνια. Ἦταν ἡ μάνα ἡ μεγαλόψυχη στὸν πόνο καὶ στὴ δόξα, ἡ λαβωμένη τῆς Τήνου, ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός».
(Ἄγγελος Τερζάκης, «Ἑλληνικὴ ἐποποιία, 1940-41», ἔκδ. «ΕΣΤΙΑ», σελ. 85).
Τότε πρωθυπουργοί, ὅπως ὁ Ἀλέξανδρος Κορυζής, ἀρνούμενοι, γιὰ λόγους εὐθιξίας, νὰ μείνουν στὴν ἱστορία ὡς πρωθυπουργοὶ ποὺ παρέδωσαν τὴν χώρα τους στὰ ναζιστικὰ καθάρματα, αὐτοκτονοῦσαν.
Τώρα βάζουν ὑπογραφές, μὲ χέρια καὶ ποδάρια, σὲ ἀπανωτὰ μνημόνια λεηλασίας τῆς πατρίδας, κάποιοι χωρὶς νὰ τὰ διαβάσουν, ἄλλοι νὰ καυχῶνται κιόλας. (Πόσα χρόνια, μᾶλλον δεκαετίες ἔχουμε νὰ ἀκούσουμε τὴν φράση «παραιτήθηκε γιὰ λόγους εὐθιξίας». Ὑποψιάζομαι ὅτι οἱ περισσότεροι ἀγνοοῦν τί σημαίνει ἡ λέξη!).
Τότε πολεμοῦσε ἕνας λαὸς μὲ «παλληκαρίσια ψυχή». Τώρα ἕνα δειλὸ σκορποχώρι λεπτεπίλεπτο καὶ ἐξουθενωμένο ἀπὸ τὶς πολλὲς καταχρήσεις, ἐξαρτήσεις καί… εἰδήσεις παρακολουθεῖ τὴν εἰσβολή, τὴν ἐξ ἀνατολῶν ἐπίθεση καὶ ἐπιδίδεται σὲ δακρύβρεχτες ἀγαπολογίες.
Γράφει κάπου ὁ Ντ. Χριστιανόπουλος: «τὰ πρόβατα ἀπήργησαν καὶ ζήτησαν καλύτερες συνθῆκες σφαγῆς». Κάπως ἔτσι εἴμαστε σήμερα… Ἀπραγέστεροι τῶν βατράχων καὶ ἀφωνότεροι τῶν ἰχθύων περιμένουμε.... καλύτερες συνθῆκες.

«…κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις» …!!!



Ζούμε ΕΚΤΑΚΤΕΣ καταστάσεις στο εσωτερικό της Χώρας μας.
Ανέκαθεν, η χαλαρότητα, η ραστώνη και ο ωχαδερφισμός που μας χαρακτηρίζουν τα τελευταία τουλάχιστον 30-40 χρόνια, ήταν η αχίλλειος πτέρνα μας. Γι αυτό και η Ελλάδα εθεωρείτο και η "χαρά" των ξένων μυστικών υπηρεσιών και όχι μόνο. Με πρωτοστατούσες τις ποικιλώνυμες ΜΚΟ, ξένες προπαγάνδες, αιρέσεις και ανομολόγητες σε βάρος μας επιδιώξεις, βρήκαν πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθούν, να διαβρώσουν και να αποπροσανατολίσουν τους περισσότερους από εμάς.
Όσοι είμαστε λίγο μεγαλύτεροι, θυμόμαστε την πρόβα τζενεράλε για αποσταθεροποίηση της Χώρας μας στον απόηxo του θανάτου του Γρηγορόπουλου. Θυμόμαστε τους ταυτόχρονους καταστροφικούς εμπρησμούς σε Πελοπόννησο, Εύβοια και Νήσους Αιγαίου. Θυμόμαστε τη συνομωσία και απειλή κατά της ζωής του Πρωθυπουργού της Χώρας. Σε όλες σχεδόν της ανθελληνικές προσπάθειες, ενέχονται τα ίδια κάθε φορά πρόσωπα. Μία ολιγομελής ομάδα ελληνοφώνων, επικουρούμενη από αυτόκλητους ξένους «ακτιβιστές», παρεισφρέουν σε κάθε κοινωνική εκδήλωση ή διεκδίκηση και την εκτρέπουν. Έτσι και τώρα. Τα άτομα αυτά, ξένοι πράκτορες ή δικοί μας «απαραίτητοι ηλίθιοι», αλωνίζουν ανεξέλεγκτοι και κατευθύνουν και χειραγωγούν τη συμπεριφορά των λαθρομεταναστών και των προσφύγων.
Μην επιτρέπετε σε κανέναν να χρησιμοποιεί τα ευγενικά αισθήματα του Ελληνικού Λαού, σαν όπλα εναντίον του. Με όπλα τις δυνατές εικόνες (παιδιά-πνιγμένα, λασπωμένα, βρεγμένα κλπ), έχουν δημιουργήσει ενοχικά σύνδρομα στον λαό μας, με σκοπό να κάμψουν κάθε αντίθετη φωνή ή αντίδραση για τον βίαιο εποικισμό της Πατρίδας μας.
Μη δεχόσαστε πλειοδοσία «αγαπολογίας» και «χριστιανικών» επιχειρημάτων από ανθρώπους που έχουν να εκκλησιασθούν από τη βάπτισή τους. Πού έμαθαν τον Ευαγγελικό λόγο και μας τον διδάσκουν;
Αν δεν αντιδράσουμε έστω και τώρα, σύντομα η μόνη δυνατότητα που θα μας έχει απομείνει, θα είναι να αναφωνήσουμε στους εαυτούς μας παραφρασμένο τον καβαφικό στίχο «κι αποχαιρέτα την, την Πατρίδα (Aλεξάνδρεια) που χάνεις» …!!!
 
από ΤΡΕΛΟΓΙΑΝΝΗ




Εγώ έχω πολλά ταλέντα, αλλά τα έχω με την αξία μου; Ένα γενναιόδωρο χέρι, τα έσπειρε… Ζω μ' αυτά. Προσπαθώ να μήν τα διαψεύσω, να μήν τα προδώσω. Δεν έχω οργασμούς με το ''εγώ'' μου. Καταλαβαίνω ότι εγώ, ο Πέτρος Μαμμόνωφ δεν έκανα κάτι με την αξία μου. Έχω με τί να περηφανευτώ; Σ' όσους ο Θεός δίνει, τους το ζητάει. Πρέπει να ζήσουμε όσο πιο καθαρά μπορούμε. Όλα είναι τόσο εύθραυστα, απροστάτευτα…

Пётр Мамонов
Ρώσος ηθοποιός.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΓΓΕΛΑΚΗΣ (ΝΑΝΤΗΣ) ΔΙΓΕΝΗΣ ALEXANDROS AGGELAKIS (NADIS) DI...

Θαύμα να δει ένας άπιστος, η υπερηφάνεια δεν τον αφήνει να πιστέψει…


 

"Ένα εξαιρετικό κείμενο 
του Φώτη Κόντογλου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία".


Αθεΐα! Τίτλος μεγάλος και καύχημα για τον σημερινόν άνθρωπο. Όποιος τον αποχτήσει(και για να τον αποχτήσει, φτάνει να χειροτονηθεί μοναχός του άπιστος),γίνεται παρευθύς στα μάτια των άλλων σοφός, κι' ας είναι αμόρφωτος, σοβαρός, κι' ας είναι γελοίος, επίσημος κι' ας είναι αλογάριαστος, υπεράξιος κι' ας είναι ανάξιος, επιστήμονας κι' ας είναι κουφιοκέφαλος.
Δεν μιλώ για τον άνθρωπο που έχει πόθο να πιστέψει, μα δεν μπορεί, με όλο που κατά βάθος πάντα η αιτία της απιστίας είναι η περηφάνεια, αυτή η οχιά, που κρύβεται τόσο επιτήδεια μέσα στον άνθρωπο, που δεν μπορεί να την καταλάβει. Όπως και νάναι, οι άνθρωποι που αγωνίζουνται και πολεμάνε με τον άπιστο εαυτό τους, έχουνε όλη τη συμπόνεσή μας.
Γι' αυτούς παρακαλούμε, όσοι πιστεύουμε, να τους βοηθήσει ο Θεός να πιστέψουνε, όπως έκανε σε κείνον τον πατέρα που είχε άρρωστο το παιδί του, και παρεκάλεσε τον Χριστό να το γιατρέψει. Και Κείνος του είπε: «Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε κείνον που πιστεύει». Και τότε ο πατέρας του παιδιού έκραξε με δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε. Βοήθει μου τη απιστία», δηλαδή «έχω πόθο να πιστέψω, κι' εσύ, Κύριε, δυνάμωσέ τον».
Οι άπιστοι, για τους οποίους μιλούμε, δεν είναι τέτοιοι. Όχι μονάχα δεν κλάψανε ποτέ, για να ανοίξουνε με τον πόνο και με τη συντριβή την κλεισμένη πόρτα, την πόρτα της μετανοίας, όπως έκανε εκείνος ο δυστυχισμένος πατέρας που γράφει το Ευαγγέλιο, αλλά μήτε συγκινηθήκανε ποτέ τους, μήτε αισθανθήκανε καμμιά πίκρα για την απιστία τους, μήτε νοιώσανε πως έχουνε γι' αυτό καμμιά ευθύνη, κανένα φταίξιμο. Όλο το φταίξιμο είναι του Θεού, που δεν φανερώνεται μπροστά τους να τους πει: «Ελάτε, ψηλαφήσετέ με, πιάστε με, μιλείστε μαζί μου όπως μιλάτε μεταξύ σας, αναλύσετέ με μέ τη χημεία σας, κομματιάστε με μέ το μαχαίρι της ανατομίας σας, ζυγίστε με, μετρείστε με, ικανοποιήσετε τις άπιστες αισθήσεις σας, χορτάσετε τ' αχόρταγο λογικό σας!».
Αυτοί οι αυτοτιτλοφορούμενοι άπιστοι, σε καιρό που επιδείχνουνε την εξυπνάδα τους, φουσκωμένοι από τον κούφιον αγέρα της περηφάνειας κι' από την πονηρή ευστροφία του μυαλού τους, δεν είναι σε θέση οι δύστυχοι, να νοιώσουνε πόσο ανόητοι και στενόψυχοι φαίνουνται σε κείνους που πιστεύουνε. Γιατί, για να πιστέψουνε, ζητάνε κάποιες αποδείξεις που κάνουνε τον πιστό να τους ελεεινολογεί για την περιορισμένη αντίληψη που έχουνε για το πνεύμα και για τα πνευματικά ζητήματα.
Ο πιστός ξέρει πολύ καλά ως που μπορούνε να φτάξουνε οι διαλογισμοί του άπιστου, γιατί, κι' αυτός, σαν άνθρωπος, τους έχει εκείνους τους λογισμούς, τους λογισμούς της σάρκας, τους λογισμούς τούτου του κόσμου. Ενώ ο άπιστος είναι ανύποπτος για όσα έχει μέσα του ο πιστός, και για ό,τι βρίσκεται παραπέρα από την πρακτική γνώση του, δηλαδή για τα μυστήρια που είναι κρυμμένα από τα μάτια του, και που γι' αυτό θαρρεί πως δεν υπάρχουνε. Κι' από την ανοησία του κορδώνεται, και μιλά με καταφρόνεση για κείνους που είναι σε θέση να νοιώσουνε τη βαθύτερη σύσταση του κόσμου, ενώ αυτός ο δυστυχής είναι τυφλός και κουφός, και θαρρεί πως τα' ακούει όλα και πως τα βλέπει όλα. Ο πιστός έχει πνευματικά μάτια και πνευματικά αυτιά, καθώς και κάποια «υπέρ αίσθησιν».
Ο άπιστος πώς να πάρει είδηση από κείνον τον μυστικόν κόσμο μόνο με τα χονδροειδή μέσα που έχει, δηλαδή με τις σωματικές αισθήσεις; Πώς να πιάσει τα λεπτά κι' αλλόκοτα μηνύματα εκείνου του κόσμου, αφού ο δυστυχής δεν έχει τις κεραίες που χρειάζουνται για να τα πιάσει;
Ο Απόστολος Παύλος γράφει στην Α' προς Κορινθίους επιστολή του, με τον τρόπο που γνωρίζει μονάχα αυτός, για το τι είναι σε θέση να νοιώσει ο πιστός, και τι μπορεί να νοιώσει ο άπιστος: Λαλούμε, λέγει, τη σοφία του Θεού που είναι μέσα σε μυστήριο, και που είναι κρυμμένη, τη σοφία που την προόρισε ο Θεός, πριν από τους αιώνες, για δόξα δική μας, και που δεν τη γνώρισε κανένας από τους άρχοντες τούτου του κόσμου (δηλ. τους σοφούς της κοσμικής σοφίας), και που ξεσκεπάζει αυτά που, κατά τη Γραφή, δεν τα είδε μάτι, και που δεν τ' άκουσε αυτί, και που δεν ανεβήκανε στην καρδιά κανενός ανθρώπου, εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για κείνους που τον αγαπούνε. Αλλά σε μας τα φανέρωσε ο Θεός με το Πνεύμα του το άγιο. Επειδή, το άγιο Πνεύμα όλα τα ερευνά, και τα βάθη του Θεού.
Γιατί, ποιος άνθρωπος γνωρίζει το μέσα του ανθρώπου, παρά μονάχα το πνεύμα του ανθρώπου που είναι μέσα στον άνθρωπο; Έτσι και τα μυστήρια του Θεού δεν τα γνωρίζει κανένας παρά μονάχα το Πνεύμα του Θεού. Κι' εμείς δεν επήραμε το πνεύμα του κόσμου ( δηλ. τη φιλοσοφία και την κοσμική γνώση), αλλά το Πνεύμα του Θεού, για να γνωρίσουμε όσα χάρισε σε μας ο Θεός. Κι' αυτά (τα χαρίσματα) δεν τα εκφράζουμε με τα λόγια που διδάσκεται η ανθρώπινη σοφία, αλλά με λόγια που διδάσκει το άγιο Πνεύμα, μιλώντας σε πνευματικούς ανθρώπους με πνευματικόν τρόπο. Πλην, ο άνθρωπος που έχει την σαρκική γνώση (τον ορθολογισμό), δεν παραδέχεται όσα διδάσκει το Πνεύμα του Θεού, γιατί τα νομίζει για ανοησίες, και δεν είναι σε θέση να καταλάβει πως ανακρίνεται πνευματικά.
Ο πνευματικός όμως άνθρωπος, ανακρίνει κάθε άνθρωπο, ενώ αυτός από κανέναν δεν ανακρίνεται». Η απιστία υπήρχε πάντα. Μα σήμερα, με την αποτρόπαια ματαιοδοξία που μας τρώγει, την επιδείχνουμε σαν να μας δίνει τη μεγαλύτερη αξία. Όποιος έχει πίστη στον Θεό και στην αλήθεια που φανέρωσε, είναι καταφρονεμένος, σαν στενόμυαλος κι' ανόητος, και τραβά πάνω του όλα τα περιγελάσματα. Λογαριάζεται για ¨βλαμμένος» από τον πολύν κόσμο, μάλιστα από τον κόσμο που ξέρει να τα καταφέρνει στη ζωή, να «πετυχαίνει», να βγάζει λεφτά, να καλοπερνά, να μη δίνει πεντάρα για τίποτα, κατά το ρητό που λέγει: «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Για τούτο, χρειάζεται να έχει θάρρος και να περιφρονά την εκτίμηση του κόσμου και το υλικό συμφέρον του, όποιος λέγει πως έχει πίστη στον Θεό.
Ενώ εκείνον που καυχιέται πως δεν πιστεύει σε τίποτα, α') Τον έχει ο κόσμος σε μεγάλη υπόληψη και σεβασμό, μάλιστα όσο περισσότερο άπιστος λέγει πως είναι, τόσο περισσότερη είναι η εκτίμηση και ο σεβασμός που φανερώνει ο έξυπνος και σοβαρός κόσμος στο πρόσωπό του.
Ο τέτοιος άνθρωπος είναι συνοφρυωμένος, με λίγα και βαρειά λόγια, αράθυμος κι' απότομος, « θετικός άνθρωπος», « γερό μυαλό». β') Όλα του έρχουνται βολικά, και δεν σκοτίζεται, δεν στενοχωριέται για τίποτα. Δεν έχει ευθύνες και ζαλούρες: Εδώ κάτω, λέγει, είναι η Κόλαση κι' ο Παράδεισος. Η ζωή είναι για να την απολαβαίνουνε οι έξυπνοι. Οι κοιμισμένοι κι' οι αφιονισμένοι ας πεθάνουνε». Εξ άλλου, δεν υπάρχει πιο εύκολο πράγμα από το να κάνεις τον άπιστο! Πατάς ένα μονάχα κουμπί, κι' όλα σου έρχονται βολικά. Ο διάβολος είπε στον Χριστό: Πέσε, προσκύνησέ με, και θα γίνουνε οι πέτρες ψωμιά, «οι λίθοι άρτοι».
Λέγει λοιπόν ο έξυπνος : « Να κάθεσαι, άνθρωπος με τετρακόσα μυαλά, να χάνεις τον καιρό σου με χαζομάρες, σαν τις γρηές, με θεούς, με κόλαση και με παράδεισο, με καντήλια, με θυμιατά, με δισκοπότηρα, με παπάδες και με καλόγρηες! Και σε ποια εποχή; Στην εποχή μας, που η επιστήμη στέλνει ανθρώπους στους πλανήτες! Ακούς, φίλε μου, βλακεία που έχει αυτός ο κόσμος;». Αυτά λένε για τους πιστούς οι έξυπνοι και οι τιμημένοι τούτου του κόσμου, και τους χειροκροτούνε οι πολλοί, που τους έχουνε για φρόνιμους σε όλα, επειδή δεν κυνηγάνε ίσκιους, αλλά έχουνε μυαλό γερό, και επιτυχαίνουνε σε ότι καταπιαστούνε.
Ναι! Επιτυχαίνουνε, γιατί, μ' έναν λόγο, η απιστία είναι « η πλατεία πύλη και ευρύχωρος οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την απώλειαν», όπως είπε ο Χριστός, αλλά « εις την επί γης ευδαιμονίαν». Ενώ η πίστη είναι «η στενή πύλη και τεθλιμμένη οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι « η απάγουσα εις την ζωήν», αλλά « εις την επί γης δυστυχίαν και περιφρόνησιν». « Πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι διά της πλατείας πύλης» κατά τον λόγο του Κυρίου, « και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες την στενήν πύλην». Όλοι οι άπιστοι λένε πως αν βλέπανε ένα θαύμα, θα πιστεύανε. Μα η πίστη δεν έρχεται με τη βία, αλλά με τη συγκατάθεση της ψυχής. Γι' αυτό σε όσους ζητάνε θαύμα για να πιστέψουνε, δεν δίνεται, κατά τον λόγο που είπε ο Χριστός στους Φαρισαίους: « Γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή». Αλλά και θαύμα να δει ένας άπιστος, η υπερηφάνεια δεν τον αφήνει να πιστέψει, για να μη φανεί ευκολόπιστος και καταφρονεθεί.
Πριν καιρό έγραψα με συντομία πέντε- έξη άρθρα για τα θαύματα που γίνουνται σ' ένα χωριό της Μυτιλήνης, με τον τίτλο « Φρικτά μυστήρια». Πολλοί αναγνώστες συγκινηθήκανε στο έπακρο, ιδίως οι ταπεινοί κι' αγράμματοι άνθρωποι, «τα μωρά του κόσμου και τα εξου θενημένα». Οι έξυπνοι όμως κι' οι τετραπέρατοι δεν δώσανε σημασία, και κάποιοι απ' αυτούς με περιγελάσανε και μου γράψανε πως λέγω ανοησίες. Αλλά, «Θεός ου μυκτηρίζεται». Από τότε ως τα σήμερα τα θαύματα δεν πάψανε, κι ολοένα γίνουνται πυκνότερα και τρομαχτικώτερα. Οι άνθρωποι που τα βλέπουνε μου τα γράφουνε με όλα τα καθέκαστα, κι απ' αυτά κάνω ένα βιβλίο που θα είναι σαν πυρωμένο σίδερο για τις άπιστες γλώσσες (Πρόκειται για το βιβλίο «Σημείον μέγα» που εξέδωσε ο « Αστήρ»).
Αυτόν τον καιρόν γίνουνται ανασκαφές, για να βρεθεί η αρχαία εκκλησία με τα λείψανα εκείνων που φανερώνονται ολοζώντανοι μπροστά στους απλούς ανθρώπους, στον ύπνο και στον ξύπνο τους, καθώς κι εικόνες και τα' άλλα κειμήλια. Θα είχανε βρεθεί όλα, και θα ξεσκεπαζότανε γρήγορα ολότελα αυτός ο φοβερός κρατήρας, που θα σάρωνε τους άπιστους με την αγιασμένη λάβα του, αν υπήρχανε περισσότερα μέσα στα χέρια των φτωχών ανθρώπων που σκάβουνε με μια πίστη που είναι σαν φωτιά. Μα, όπως και να είναι, με τη χάρη του Θεού « την τ' ασθενή θεραπεύουσαν και τα ελλείποντα αναπληρούσαν», θα βγάλουνε σε καλό τέλος το βλογημένο αυτό έργο, και θα θριαμβέψει η ακατάλυτη πίστη μας, και θα ακουστεί ως τα πέρατα του άπιστου κόσμου η βροντερή φωνή: « Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος!».
Φώτης Κόντογλου, εκ του περιοδικού "Ορθόδοξος Φιλόθεος Μαρτυρία", Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη''