Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Δημήτρης Νατσιός, "Τά παιδιά τῆς ΕΟΚΑ... οἱ ἄλλοι ἥρωες τοῦ ’21!!



Αποτέλεσμα εικόνας για παιδιά τῆς ΕΟΚΑ

AΦΙΕΡΩΜΑ: "Τά παιδιά τῆς ΕΟΚΑ... οἱ ἄλλοι ἥρωες τοῦ ’21!!
Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ φυλή συνότζιαιρη τοῦ κόσμου
Κανένας δέν εὑρέθηκεν γιά νά τήν ἠξηλείψει,
κανένας, γιατί σσέπει την πού τά ’ψη ὁ Θεός μου.
Ἡ Ρωμιοσύνη ἐν’ νά χαθεῖ, ὄντας ὁ κόσμος λείψει!
(Βασίλης Μιχαηλίδης )
Τούτοι οἱ στίχοι πού θά τούς ζήλευε -ἄς μοῦ συγχωρεθεῖ ἡ ὑπερβολή-κι ὁ Σολωμός, εἶναι ἀπό τό ἀριστούργημα τοῦ ἐθνικοῦ ποιητῆ τῆς Κύπρου (καί τῆς Ἑλλάδας ὅλης), Βασίλη Μηχαηλίδη (1849-1917), πού ἔχει τίτλο « Ἡ 9η Ἰουλίου 1821 ἐν Λευκωσίᾳ ἤ τό τραούδιν τοῦ Κυπριανοῦ». Αὐτά τά ἀθάνατα καί ἀνδρεῖα λόγια βάζει ὁ ποιητής στό στόμα τοῦ ἐθνομάρτυρος ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Κυπριανοῦ, νά λέει στούς Τούρκους, λίγο πρίν τόν ἀπαγχονίσουν στήν Λευκωσία. Μαζί του ἀποκεφαλίζονται τρεῖς μητροπολίτες, ὁ Πάφου Χρύσανθος, ὁ Κιτίου Μελέτιος, ὁ Κυρηνείας Λαυρέντιος καί ἑκατοντάδες ἄλλοι κληρικοί, ἡγούμενοι μονῶν, προύχοντες τῆς νήσου, ὡς ἀντίποινα γιά τήν Ἐθνική Ἐπανάσταση τοῦ ’21. (Κατά τά ἄλλα -σύμφωνα μέ τούς γνωστούς διανοούμενους τοῦ συρμοῦ, ἐκκλησιομάχους- ἡ Ἐκκλησία στάθηκε ἀρνητική στόν Ἀγώνα. Ὅσοι ἀσχολοῦνται μέ τήν ἱστορία μας, γνωρίζουν ὅτι ὅλοι οἱ κατακτητές, τούς πρώτους πού κρεμοῦσαν ἦταν οἱ παπάδες. Ἐκεῖνοι γνώριζαν καί γνωρίζουν ὅτι τά λάβαρα τῆς ἀντίστασης καί τῆς ἐπανάστασης τά κρατάει, σέ τούτη τήν πατρίδα, τό τιμημένο ράσο).

Πρίν ἀπό 20 περίπου χρόνια, στήν Κύπρο, σέ κάποιο σημεῖο τῆς «νεκρῆς ζώνης» (ἐκεῖ ὅπου διχοτομεῖται τό νησί στά δύο ἐδῶ καί σαράντα χρόνια), πέφτει νεκρός ἀπό σφαῖρες ἄνανδρων Τούρκων ἕνα 26χρονο παλληκάρι, ὁ Σολωμός Σπύρου Σολωμός. Σκαρφάλωνε ἄοπλος στόν ἱστό, γιά νά κατεβάσει τό κατοχικό σύμβολο τοῦ ψεύδους καί τοῦ αἵματος: τήν «τουρκοκυπριακή σημαία». Ἐκεῖ τόν βρῆκε τό βόλι... Καί τό ἡρωικό Ἑλληνόπουλο -πού εἶχε ἴδιο καί τό ὄνομα καί τό ἐπίθετο μέ τόν ποιητή πού ἔγραψε τόν  «Ὕμνο στήν Ἐλευθερία»!- πέρασε ἐλεύθερα στήν ἀθανασία!
Πῆγαν μετά ἀπό μέρες στόν πατέρα τοῦ ἥρωα, γιά νά τοῦ προσφέρουν οἰκονομική ἐνίσχυση, ἐκ μέρους τῆς Βουλῆς τῶν  Ἑλλήνων. Ἀρνιόταν πεισματικά, ὄντας φτωχός μά περήφανος. Πείστηκε, ὅταν τοῦ εἶπαν πώς δέν ἔπρεπε νά προσβάλει τούς ἐκπροσώπους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, γιατί ἤθελαν μόνο νά τιμήσουν τόν ἥρωα γυιό του. Μόλις πῆρε τήν ἐπιταγή, τήν κατέθεσε ἀμέσως στό Ταμεῖο Ἄμυνας τῆς Κύπρου. Ὅταν τόν ρώτησαν, γιατί τό ἔκανε, ἀπάντησε ὁ λεβεντόγερος: «Τί νόμισαν, ὅτι θά ἔτρωγα ἐγώ ἀπό τό αἷμα τοῦ παιδιοῦ μου; Φαντάζεστε νά πήγαιναν στόν Πιερῆ Αὐξεντίου μέ μίαν ἐπιταγή καί νά τοῦ ’λεγαν: “Αὐτά εἶναι γιά τή θυσία τοῦ γυιοῦ σου”; Θά τούς σκότωνε!».
Τόν Μάρτιο τοῦ 1957, οἱ Ἄγγλοι δολοφόνοι καί κατακτητές, καλοῦν τόν Πιερῆ Αὐξεντίου -τόν πατέρα τοῦ Γρηγόρη Αὐξεντίου, τοῦ θρυλικοῦ ἀητοῦ τοῦ Μαχαιρᾶ- στίς Κεντρικές Φυλακές τῆς Λευκωσίας, γιά νά ἀναγνωρίσει τόν νεκρό γυιό του. (Στίς 3 Μαρτίου μιά ὁλόκληρη ταξιαρχία πεζικοῦ τῶν Ἄγγλων -5.000 στρατιῶτες- ἐπί 10 ὁλόκληρες ὧρες ἔδωσε μάχη μέ τόν 29χρονο ὑπαρχηγό τῆς ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αὐξεντίου. Μπροστά στό ἀλύγιστο θάρρος του, ὅταν οἱ Ἄγγλοι κατάλαβαν ὅτι δέν μποροῦσαν μέ ἄλλο τρόπο νά τόν ἐξαναγκάσουν νά παραδοθεῖ, τόν περιέλουσαν μέ βενζίνη καί τόν ἔκαψαν μέσα στό κρησφύγετό του!!). Ὁ τραγικός πατέρας ἀντικρίζει ἀγέρωχα τό ἀπανθρακωμένο λείψανο τοῦ μοναχογυιοῦ του, καί ἀπαγγέλει τούς παρακάτω αὐτοσχέδιους στίχους, πού κρύβουν στίς φυλλωσιές τους ὅλες τίς ἡρωικές σελίδες τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας:
Δέν κλαίω πού σέ ἔχασα
πού σ’ εἶχα γιά καμάρι
κλαίω πού δέν ἔχω ἄλλο γυιό
τή θέση σου νά πάρει!
Ἑξήντα χρόνια συμπληρώθηκαν φέτος ἀπό τόν ἐπικό ἐκεῖνον ἀγώνα κατά τῆς Ἀγγλοκρατίας στήν Κύπρο. 1η Ἀπριλίου τοῦ 1955. Δεκάδες ἐκρήξεις συγκλονίζουν τήν Λευκωσία, σημαίνοντας τήν ἔναρξη τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα τῆς ΕΟΚΑ ( Ἐθνική Ὀργάνωση Κυπρίων Ἀγωνιστῶν). Στήν προκήρυξη, τήν ὁποία ὑπογράφει ὁ ἀρχηγός της Διγενής (ψευδώνυμο τοῦ στρατηγοῦ Γεωργίου Γρίβα, Κυπρίου στήν καταγωγή), διαβάζουμε: «Μέ τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, μέ πίστιν εἰς τόν τίμιον ἀγῶνα μας, μέ τήν συμπαράστασιν ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί μέ τήν βοήθειαν τῶν Κυπρίων ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΙΝΑΞΙΝ ΤΟΥ ΑΓΓΛΙΚΟΥ ΖΥΓΟΥ, μέ σύνθημα ἐκεῖνο, τό ὁποῖον μᾶς κατέλιπαν οἱ πρόγονοί μας ὡς ἱεράν παρακαταθήκην: “ Ἤ ΤΑΝ Ἤ ΕΠΙ ΤΑΣ”».
Μιά χούφτα ἀπόλεμα παιδιά, τά περισσότερα ἀπό τά Κατηχητικά Σχολεῖα τῆς Κύπρου, πιάνουν τά λιανοντούφεκα καί γονατίζουν καί ἐξευτελίζουν γιά τέσσερα χρόνια τήν ὑπερφίαλη Βρεττανική Αὐτοκρατορία. Σαράντα χιλιάδες στρατό παρέταξαν οἱ Ἄγγλοι, φυλακίσεις, ἐξορίες, τρομοκρατία στό νησί... καί ὅμως ἔτρεμαν καί τήν σκιά τους!
«Νά ποῦμε ὅτι ὁ ἀγῶνας τῆς ΕΟΚΑ εἶναι ὁ ἡρωικώτερος ἀγῶνας τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας; Μποροῦμε νά τό ποῦμε. Ὁ ἡρωισμός σ’ ὅλες τίς δοξασμένες στιγμές τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας εἶναι ἕνας. Καί στούς ἄλλους λαούς ὁ ἡρωισμός εἶναι ἕνας. Ὅμως ὁ ἡρωισμός τῶν ἀγωνιστῶν τῆς ΕΟΚΑ ἔχει εἰδοποιό διαφορά, γιατί ἀποτελεῖ τή συνισταμένη ὅλων τῶν ἡρωισμῶν τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ὁ ἀγῶνας τῆς ΕΟΚΑ εἶναι ὁ ἑλληνικώτερος ἀγῶνας τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Σέ κανένα ἄλλο ἀγῶνα δέν ἔγινε ἔμπρακτο βίωμα ὅλη ἡ ἱστορία τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἀγωνιστές κατακυρώνουν τήν ταυτότητά τους, πραγματοποιῶντας τήν ἑλληνική ἱστορία. Κάνουν ὅ,τι ἔκαναν οἱ Ἕλληνες. Δέν θέλουν νά παρεκκλίνουν οὔτε κατά ἰῶτα ἕν. Εἶναι Ἕλληνες οἰκουμενικοί. Ὅλα εἶναι δικά τους: τό «μολών λαβέ», τό «ἤ τάν ἤ ἐπί τᾶς», ὁ Παρθενών, ἡ ὀρθόδοξη πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία Σοφία, ὁ δικέφαλος ἀετός, ἡ ἑλληνική σημαία, ἡ ἑλληνική δάφνη, ὁ ἐθνικός ὕμνος, ὁ ἑλληνικός θάνατος». (Μενέλαος Χριστοδούλου, ΕΟΚΑ _ὁ ἑλληνικός ἀγῶνας ἐκδ. «Αἰγαῖον», Λευκωσία 2011, σελ. 23-24).
Γρηγόρης Αὐξεντίου, Κυριάκος Μάτσης, Μιχαήλ Καραολῆς, Μάρκος Δρᾶκος, Στέλιος Μαυρομάτης, Ἀνδρέας Ζάκος, Μιχαήλ Κουτσόφτας, Ἀνδρέας Παναγίδης καί ἄλλοι πολλοί ἥρωες, δικοί μας  Ἕλληνες τῆς Κύπρου, πού κοσμοῦν τό Συναξάρι τοῦ Γένους.
Ὁ Μάτσης, τοῦ ὁποίου προτομή βρίσκεται μπροστά ἀπό τήν Γεωπονική Σχολή τοῦ ΑΠΘ, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε φοιτητής, ὅταν ὁ περιβόητος ἐκεῖνος στρατάρχης τῶν Ἄγγλων καί κυβερνήτης τῆς Κύπρου, ὁ Χάρντιγκ, τοῦ πρόσφερε ἕνα ἀμύθητο ποσό γιά νά προδώσει τόν Διγενή, ἀπάντησε: «Οὐ περί χρημάτων τόν ἀγῶνα ποιούμεθα, ἀλλά περί ἀρετῆς!». Ἔπεσε μαχόμενος στίς 19 Νοεμβρίου 1958, στό κρησφύγετό του, στό Δίκωμο.
Ὁ 22χρονος  Ἰάκωβος Πατάτσος, «ὁ ἅγιος τοῦ Κυπριακοῦ Ἀγώνα», γράφει γράμμα στίς 8-8-1956 στή μάνα του λίγο πρίν ὁδηγηθεῖ στήν ἀγχόνη ἀπό τούς Ἄγγλους. Ἐπιστολή πού μοσχοβολᾶ φιλοπατρία καί πίστη ἀκράδαντη στόν Χριστό. Ὅπως οἱ ἥρωες τοῦ ’21, ἔτσι καί τῆς ΕΟΚΑ ἀγωνίζονταν «γιά τοῦ Χριστοῦ τήν πίστη τήν ἁγία καί τῆς πατρίδος τήν ἐλευθερία».
 «Ἀγαπημένη μου μητέρα,
Χαῖρε!Εὑρίσκομαι μεταξύ ἀγγέλων. Τώρα ἀπολαμβάνω τούς κόπους μου. Τό πνεῦμα μου φτερουγίζει γύρω ἀπό τόν θρόνον τοῦ Κυρίου. Θέλω νά χαίρης ὅπως κι ἐγώ. Ἄν κλαίης θά λυποῦμαι. Τ’ ὄνομά σου θά γραφῆ στήν ἱστορία, γιατί ἐδέχθης νά θυσιασθῆ τό παιδί σου γιά τήν Πατρίδα. Εἶναι καιρός τώρα νά καμαρώσης τό παιδί σου. Εὑρίσκεται ἐκεῖ ψηλά ὅπου ψάλλουν οἱ ἄγγελοι.
Χαῖρε, ἀγαπημένη μου μητέρα. Μή κλαίης, γιά ν̓ ἀκούσης τήν ἀγγελική φωνή μου, πού ψάλλει Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος Κύριος Σαβαώθ. Ψάλλε καί σύ μαζί μου. Ψάλλε, προσεύχου, δόξαζε τόν Θεόν σ’ ὅλην σου τήν ζωήν» (Σπύρου Παπαγεωργίου, Διά χειρός ἡρώων, ἐκδ. Κ. Ἐπιφανίου», Λευκωσία 1968, σελ. 213).
Τόν Ἀνδρέα Παναγίδη, 23 χρονῶν, πατέρα τριῶν παιδιῶν, τόν κρέμασαν οἱ Ἄγγλοι στίς 21 Σεπτεμβρίου 1956. Γράφει στό τελευταῖο γράμμα του πρός τά παιδιά του:
«Σᾶς εὔχομαι, ἀγαπημένα μου παιδιά, νά γίνετε καλοί Χριστιανοί καί καλοί Ἕλληνες Κύπριοι. Ἀκολουθῆστε πάντα τό δρόμο τῆς ἀρετῆς». Τήν προηγούμενη τῆς ἐκτέλεσής του γράφει:
«Τώρα πού ξέρω ὅτι σέ μιά μέρα θ’ἀντικρίσω τήν ἀγχόνη, ἔχω διπλάσιο θάρρος ἀπό πρίν. Ὁ Χριστός εἶναι πάντα συντροφιά στά κελλιά μας. Ὁ Χριστός μᾶς γεμίζει τήν καρδιά μέ ἀληθινή χαρά. Παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς σώσει ὄχι τό σῶμα, ἀλλά τήν ψυχή». (Διά χειρός ἡρώων, σελ. 220-221).
Ὅσοι θέλουν νά μάθουν τί εἶναι ἡρωισμός, ἀγάπη ἀληθινή γιά τήν Ἑλλάδα καί πίστη «ἄχρι θανάτου» πρός τόν Χριστό, ἄς διαβάσουν τίς ἐπιστολές τῶν 13 ἡρωομαρτύρων πού εἶναι θαμμένοι στήν καρδιά τῆς Κύπρου, στά «Φυλακισμένα Μνήματα». Ἦταν κατά τήν διάρκεια τοῦ Ἀγῶνα ἕνα μικρό κοιμητήριο στίς Κεντρικές Φυλακές τῆς Λευκωσίας, ὅπου ἔθαβαν τά ἀπαγχονισμένα παλληκάρια καί τίς ἡγετικές μορφές τῆς Ἐθνικῆς Ὀργάνωσης Κυπρίων Ἀγωνιστῶν πού σκοτώνονταν σέ μάχες. Ἐκεῖ οἱ Ἄγγλοι κατακτητές βασάνιζαν ἀπάνθρωπα, μέ τήν βοήθεια Τούρκων δημίων, τούς «τρομοκράτες τῆς ΕΟΚΑ» -ὅπως ἀκόμη μέχρι σήμερα τούς ἀποκαλοῦν, οἱ ἀμετανόητοι ἀποικιοκράτες. Διαβάζω:
«Στό κελλί ὁ κρατούμενος, πού τόν πηγαινοέφερναν στόν θάλαμο βασανιστηρίων, παρακαλοῦσε τούς συντρόφους του νά τόν σκοτώσουν. “Δέν θά ἀντέξω ἄλλο στά βασανιστήρια καί θά προδώσω”, τούς ἔλεγε. Ἐκεῖνοι τοῦ εἶπαν: “Θά σέ πάρουν ἀκόμη μιά φορά καί τώρα θά εἶναι τά μεγάλα βασανιστήρια. Ἄν ἀντέξῃς, θά εἶσαι ἥρωας, ἄν λυγίσῃς, θά εἶσαι προδότης. Οἱ Ἕλληνες βασανίζονταν ἀπό τούς Γερμανούς καί ἄντεχαν. Πήγαινε καί θά προσευχόμαστε γιά σένα”. Ὅταν ἔπειτα ἀπό ὥρα τόν ἔφεραν πίσω καί τόν πέταξαν στό κελλί, ξεδοντιασμένο, ξενυχιασμένο, τσουρουφλισμένο, σήκωσε τό κεφάλι καί τραύλισε: “Εἶμαι ἥρωας, εἶμαι ἥρωας!”» (ΕΟΚΑ _-ησε ὡς ἔφεδρος ἀξιωματικός τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ καί στό χωριό Ἀκρίτας τοῦ Κιλκίς γύρω στό 1952. Προσπάθησε νά μπεῖ στή σχολή Εὐελπίδων, ἀλλά ἀπορρίφθηκε λόγῳ...ὀρθογραφίας! Δέν γνώριζε τήν καθαρεύουσα γλῶσσα. Ἤξερε ἄλλη γλῶσσα... Δέν φωτίζει μέ τόν λόγο του, ἀλλά μέ τό κορμί του. Δέν λέει λόγια ἐμπρηστικά, γίνεται ὁ ἴδιος λαμπάδα. «Βγές ἔξω, παραδώσου νά σωθεῖς», τοῦ φώναζαν 5.000 Ἄγγλοι ἔξω ἀπό τό κρησφύγετό του κοντά στή Μονή Μαχαιρᾶ. «Μολών λαβέ» ἀποκρινόταν. Τόν ἔκαψαν καί ἔγινε ὁλοκαύτωμα. Καί πῆρε ὁ ἀντρειωμένος τόν δρόμο πρός τήν λευτεριά.
Θά πάρω μιάν ἀνηφοριά
θά πάρω σκαλοπάτια
νά βρῶ τά μονοπάτια
ποῦ πᾶν στή λευτεριά
Εἶναι στίχοι τοῦ Εὐαγόρα Παλληκαρίδη, τοῦ 19χρονου μαθητῆ τοῦ Ἑλληνικοῦ Γυμνασίου τῆς Πάφου, τόν ὁποῖο κρέμασαν οἱ Ἄγγλοι στίς 14 Μαρτίου τοῦ 1957.
Στό ἄκουσμα τοῦ θανάτου, τῆς δολοφονίας τοῦ Εὐαγόρα Παλληκαρίδη, ὁ σπουδαῖος Δωδεκανήσιος λογοτέχνης Φώτης Βαρέλης, ἔγραψε ἕνα ἐξαίσιο ποίημα, τό ὁποῖο ὁ ραδιοσταθμός τῆς Λευκωσίας τό μετέδωσε τότε ὡς δημοτικό κυπριακό τραγούδι. Τό παραθέτω, ἀλλά πρῶτα νά σημειώσω τήν ἀπάντηση τῆς μάνας του, ὅταν πῆγαν οἱ Ἄγγλοι νά τήν δελεάσουν μ’ ἕνα τεράστιο ποσό, γιά νά πιέσει τόν γυιό της νά προδώσει. Ἀπάντησε ἀγέρωχα ἡ Ρωμιά, Ἑλληνίδα μάνα:
Ἐγώ δέν ἐγέννησα παιδί νά τό λαλοῦν προδότη
χαλάλι τῆς πατρίδας μου τό αἷμα τοῦ παιδιοῦ μου.
Ἐψές πουρνό μεσάνυχτα στῆς φυλακῆς τή μάντρα
μές στῆς κρεμάλας τή θελιά σπαρτάραγε ὁ Βαγόρας.
Σπαρτάρησε,ξεψύχησε, δέν τ̓ ἄκουσε κανένας. ­
Ἡ μάνα του ἦταν μακριά, ὁ κύρης του δεμένος,
οἱ νιοί συμμαθητάδες του μαῦρο ὄνειρο δέν εἶδαν,
ἡ νιά πού τόν ὁρμήνευε δέν εἶχε νυχτοπούλι.
Ἐψές πουρνό μεσάνυχτα θάψαν τόν Εὐαγόρα.
Σήμερα Σάββατο ταχιά ὅλη ἡ ζωή σάν πρῶτα.
Ἐτοῦτος πάει στό μαγαζί, ἐκεῖνος πάει στόν κάμπο,
ψηλώνει ὁ χτίστης ἐκκλησιά, πανί ἁπλώνει ὁ ναύτης,
καί στό σκολειόν ὁ μαθητής συλλογισμένος πάει.
Χτυπᾶ κουδούνι, μπαίνουνε στήν τάξη του ὁ καθένας.
Μπαίνει κι ἡ Πρώτη ἡ ἄταχτη κι ἡ Τρίτη πού διαβάζει,
μπαίνει κι ἡ Πέμπτη ἀμίλητη, ἡ τάξη τοῦ Εὐαγόρα.
–Παρόντες ὅλοι;
–Κύριε, ὁ Εὐαγόρας λείπει.
–Παρόντες, λέει ὁ δάσκαλος· καί μέ φωνή πού τρέμει:
–Σήκω, Εὐαγόρα, νά μᾶς πεῖς ἑλληνική ἱστορία.
Ὁ δίπλα, ὁ πίσω, ὁ μπροστά, βουβοί καί δακρυσμένοι,
ἀναρωτιοῦνται στήν ἀρχή, ὥσπου ἡ σιωπή τούς κάμνει
νά πέσουν μ’ ἀναφιλητά ἐτοῦτοι κι ὅλη ἡ τάξη.
–Παλληκαρίδη, ἄριστα, Βαγόρα, πάντα πρῶτος,
στούς πρώτους πρῶτος, ἄγγελε πατρίδας δοξασμένης,
σύ μέχρι χθές τῆς μάνας σου ἐλπίδα κι ἀποκούμπι,
καί τοῦ σχολειοῦ μας σήμερα, Δευτέρα Παρουσία.
Τά ̓πε κι ἁπλώθηκε σιωπή πά̓ στά κλαμμένα νιάτα,
πού μπρούμυτα γεμίζανε τῆς τάξης τά θρανία,
ἔξω ἀπ’ ἐκεῖνο τ’ ἀδειανό, παντοτινά γεμάτο.
Αὐτό τό ἀριστούργημα περιεχόταν στό παλιό -πρό τοῦ 2006- βιβλίο Γλώσσας τῆς Στ΄ Δημοτικοῦ, στό γ΄ τεῦχος. Δέν ἄρεσε στά κνώδαλα τοῦ πολυπολιτισμοῦ, στούς προσκυνημένους νενέκους-τοῦ Παιδαγωγικοῦ  Ἰνστιτούτου, τό ἔκριναν προφανῶς ὡς ἐθνικιστικό!  Γιά ἥρωες θά μιλᾶμε τώρα; Αὐτά εἶναι παρωχημένα, στερεότυπα. Αἵματα, κόκκαλα καί θάνατοι γιά τήν Πατρίδα, τρομάζουν τά παιδιά -ἔτσι μοῦ εἶπε κάποιος ἀνεπρόκοπος κάποτε, ὅταν ἀντίκρισε τά καμμιά 15αριά κάδρα ἡρώων πού ἔχω ἀναρτημένα πάντοτε στήν τάξη μου! Ἐνῶ οἱ «συνταγές μαγειρικῆς» τά γαληνεύουν. Καί καταντήσαμε νά διδάσκουμε στήν Στ΄Δημοτικοῦ τόν ἡρωισμό μέσῳ ἑνός κειμένου μέ τίτλο «ἡ... Σόνια ἡ γάτα»!
Ἄχ, δυστυχισμένη πατρίδα! «Τήν Ἑλλάδα θέλομεν κι ἄς τρώγωμεν πέτρες», ἔγραφε κάποτε στούς τοίχους τῶν σπιτιῶν ἡ ἀδάμαστη ἐκείνη γενιά τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου. Σήμερα «τρώγωμεν» τήν Ἑλλάδα... «δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα» (Κ. Βαρνάλης), παρακολουθοῦμε τόν ἐξισλαμισμό της!! Τζαμιά στήν Ἀθήνα, Ἰσλαμικές Σπουδές στήν Θεολογική Σχολή τοῦ ΑΠΘ, ὀρδές μουσουλμάνων λαθρομεταναστῶν σ’ ὅλη τήν  Ἑλλάδα, γιατί ἔτσι ἀποφάσισε ὅλο αὐτό τό νεοταξικό συνονθύλευμα πού μᾶς κυβερνᾶ. Ἀκυρώθηκε πιά ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ’21!!
Νά πᾶμε ὅλοι μας στούς τάφους τῶν ἡρώων μας, νά κλάψουμε πικρά καί νά βροντοφωνάξουμε:
«Σήκω Εὐαγόρα, σήκω Γρηγόρη, σήκω Παῦλε, σήκω Μάρκο καί Κωνσταντῖνε καί Νικηφόρε καί Λεωνίδα, νά μᾶς πεῖτε ἑλληνική ἱστορία...». Και πρός τους Τούρκους εισβολείς τους ωραίους στίχους του Κ. Μόντη: "
 "Κι αυτή η σελήνη η ματωμένη και μισή / που μας την κουβαλήσατε! / Αλήθεια πέστε μου μετρήσατε / πόσοι άλλοι πέρασαν από το νησί / πριν από εσάς πανίσχυροι κ' επιφανείς / κι ούτε δείγμα καν δεν έμεινε κανείς;". 

Το κείμενο δημοσιεύτηκε το 2015 στο περιοδικό "ΑΦΥΠΝΙΣΗ" της Ι.Μ. Οσίου Νικοδήμου, Πάικου Κιλκίς

Γεύση ορθοδοξίας, γεύση παραδείσου.


`Ενας καλόγερος κάποτε με αγία ζωή διάβασε στην Αγία Γραφή το «χίλια έτη…». Είχε μεγάλη ευλάβεια στην Παναγία και με απλότητα της είπε: «Παναγία μου, πες στο Χριστό να μου εξηγήσει πώς είναι τόσο όμορφα στον Παράδεισο, ώστε τα χίλια χρόνια να φαίνονται ότι είναι μία μέρα. Ήταν εκκλησιαστικός στο διακόνημα και ηλικιωμένος. Το βράδυ, όταν έφευγαν οι άλλοι μοναχοί, αυτός έμενε στο ναό, προσευχόταν κι έλεγε: «Παναγία μου, πες μου πώς γίνεται αυτό». Οι πόρτες της εκκλησίας ήταν ανοιχτές. Μέσα στην εκκλησία μπήκε ένας αετός. Ήταν τόσο όμορφος που δεν περιγραφόταν. Είχε χιλιάδες χρώματα κι έλαμπε. Όταν τον είδε ο μοναχός παρακάλεσε την Παναγία να τον βοηθήσει να τον πιάσει. Κι όταν θέλησε να τον πιάσει, ο αετός έφυγε, πήγε στην πόρτα και προσποιούταν ότι δεν μπορούσε να πετάξει. Ο μοναχός τον κυνήγησε και ο αετός ξέφυγε στο δάσος, σ’ ένα ξέφωτο και κάθησε σ’ ένα δέντρο. Ήταν μια ήσυχη βραδιά με πανσέληνο. Ο μοναχός κοιτούσε τον αετό κι άρχισε να κλαίει, γιατί δεν μπορούσε να τον πιάσει. Ο αετός τότε άρχισε να τραγουδάει ένα τραγούδι, που δεν άκουσε ανθρώπινο αυτί. Ο μοναχός καθηλώθηκε έτσι 300 χρόνια! Τόσα τραγούδησε το πουλί κι έπειτα έφυγε. Ο μοναχός όμως στενοχωρήθηκε και θύμωσε, γιατί νόμισε ότι πέρασε μόνο μια ώρα. Θυμήθηκε τότε ότι άφησε ανοιχτή την εκκλησία και γύρισε να την κλειδώσει. Όλα όμως είχαν αλλάξει. Πήγε τότε στον πορτάρη του μοναστηρίου κι αυτός εξεπλάγη. Και τούτο γιατί ο αετός που ήταν Άγγελος Κυρίου του είχε δώσει τέτοια χάρη που έλαμπε, ευωδίαζε. Γι’ αυτό και ο θυρωρός απόρησε. Τον ρώτησε λοιπόν:

-Από πού είσαι;

-Από εδώ. Είμαι ο εκκλησιαστικός.

-Δεν σε γνωρίζω. Περίμενε να ρωτήσω τον ηγούμενο.

Πήγε στον ηγούμενο και του είπε πως ήλθε κάποιος μοναχός που άστραφτε το πρόσωπό του κι έχει το κλειδί της εκκλησίας στο χέρι. Ο ηγούμενος του απάντησε: Άφησέ τον να μπει, γιατί απόψε 3 φορές άκουσα μια φωνή να ανοίξω τις πόρτες για να έλθει μέσα το Άγιο Πνεύμα. Άφησέ τον, γιατί κρύβει μεγάλο μυστήριο.

Ο ηγούμενος ήλθε στο μοναχό και τον ρώτησε τί συμβαίνει. Κι αυτός διηγήθηκε το συμβάν με τον αετό και το υπέροχο τραγούδι του.

-Πόση ώρα τραγούδησε, τον ρώτησε.

-Μια ώρα περίπου κι έφυγε. Κι εγώ ήλθα να κλειδώσω, αλλά δεν γνωρίζω πού είναι το μοναστήρι. Ή εγώ τρελάθηκα, ή πράγματι κάτι συμβαίνει, γιατί το μοναστήρι που υπηρετούσα δεν είναι αυτό.

Τότε ο ηγούμενος συγκέντρωσε στην εκκλησία τους άλλους μοναχούς και τους ρώτησε αν τον γνωρίζουν. Όμως ούτε αυτός γνώριζε κανένα, ούτε αυτόν αυτοί.

-Ποιός ήταν ο ηγούμενος, όταν εσύ ήσουνα απόψε στην εκκλησία; τον ρώτησε.

Είπε το όνομά του, έψαξαν στο αρχείο της μονής και βρήκαν ότι έζησε πριν από 300 χρόνια. Η αλήθεια δεν άργησε να αποκαλυφθεί. Όλοι τρόμαξαν κι εξεπλάγησαν. Ο μοναχός συγκινημένος ζήτησε να κοινωνήσει και τους αποχαιρέτησε.

-Συγχωρέστε με, αδελφοί. Εγώ τώρα φεύγω και θα ξαναειδωθούμε όταν ηχήσουν οι σάλπιγγες!

Το πρόσωπό του έλαμψε σαν τον ήλιο και την ώρα εκείνη κοιμήθηκε.

Φαντασθείτε, αφού αυτός έζησε τόσο όμορφα 300 χρόνια με το τραγούδι ενός αγγέλου, και νόμισε πως πέρασε μόνο μία ώρα, πόσο ωραία θα είναι στον παράδεισο, εκεί που τραγουδάνε χιλιάδες Χερουβείμ, Σεραφείμ, άγγελοι κλπ. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει την ομορφιά του Παραδείσου. Γι’ αυτό και εγώ θέλω να σας δω οπωσδήποτε στον Παράδεισο. Είναι πολύ όμορφα εκεί! Καλή αντάμωση! Να συναντηθούμε όλοι στον Παράδεισο!

-π. Κλεόπα, θα σας παρακαλέσουμε θερμά να εύχεσθε να… μας φάει όλους ο Παράδεισος.

Το πρόσωπα του φωτίστηκε, η φωνή του δυνάμωσε πάλι:

-Όλους θα μας φάει ό Παράδεισος!.. Γράψτε μου τα ονόματά σας για να τα μνημονεύω. Και σας παρακαλώ πολύ να προσεύχεσθε και σεις για μένα, γιατί είμαι ο πιό αμαρτωλός που υπάρχει στον κόσμο!


Γέροντας Κλεόπας


ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ



Ο Μέγας Κάνών-Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Σπαρμού Ολύμπου

Ο Παπαδιαμάντης και ο Μεγάλος Κανόνας



Σ’ ένα δρόμο της συνοικίας «Ράχη» στην Πορταριά έχει δοθεί το όνομα του Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη. Ήταν τόσο μεγάλη η προσωπικότητα του Παπαδιαμάντη στο χώρο της Ελληνικής Λογοτεχνίας, ώστε αρκούσε αυτό και μόνο να εξηγήσει την ονοματοδοσία αυτή. Η αφορμή όμως στο να δοθεί το όνομα του Παπαδιαμάντη σ’ αυτό το δρόμο ήτανε η παρακάτω:

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είχε έναν αδελφό, το Γιώργη, που είχε παντρευτεί στην Πορταριά και σ’ αυτή εγκαταστάθηκε. Διετέλεσε επί πολλά χρόνια γραμματέας της Κοινότητας Πορταριάς, τότε Δήμου Ορμινίου. Το σπίτι που καθότανε ήταν στην μικρή πλατεία, όπου η θολωτή βρύση και ο μεγάλος πλάτανος της «Ράχης», απέναντι από το αρχοντικό του Τσοποτού, τώρα ξενοδοχείο «Δεσποτικό». Έτσι ο εκφραστής του ταπεινού, του αυθεντικού και αδιάφθορου ελληνικού κόσμου, ο κοσμοκαλόγερος Αλ. Παπαδιαμάντης, είχε επισκεφθεί πολλές φορές την Πορταριά, για να δει τον αδελφό και τα ανήψια του.

Με την ευκαιρία αυτή αξίζει να σας διηγηθώ ένα ανέκδοτο για τον Αλ. Παπαδιαμάντη, που ο παππούς μου ο παπα Αντώνης, παπάς στον Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων Πορταριάς, από το 1890 έως το 1942, μας είχε διηγηθεί.

Ποια χρονιά ακριβώς συνέβη, δεν το ξέρω. Το παραθέτω όπως μας το διηγήθηκε ο παππούς μου.

Ήτανε Μεγάλη Σαρακοστή, ημέρα Τετάρτη, που διαβάζεται στην Εκκλησία, στον Εσπερινό, ο Μεγάλος Κανόνας του Αγίου Ανδρέου Κρήτης. Βγήκε στην Ωραία Πύλη ο παππούς μου με το βιβλίο στο χέρι, που περιείχε το Μεγάλο Κανόνα, και με το φως της λαμπάδας άρχισε να διαβάζει τα τροπάρια. Ψάλτη δεν είχε και τα τροπάρια έπρεπε να τα διαβάσει μόνος του. Και ήτανε πάρα πολλά.

Διάβασε το πρώτο και πήρε μια βαθειά ανάσα, έτοιμος ν’ αρχίσει το δεύτερο, όταν κάποιος, που στεκότανε όρθιος από το δεξιό μέρος, μπροστά στην κολόνα της εκκλησίας, άρχισε να ψάλλει το δεύτερο τροπάριο. Ο παππούς μου ξαφνιάστηκε λίγο και προχώρησε στο τρίτο. Ο άγνωστος απήγγειλε από στήθους το τέταρτο. Ο παππούς μου, με αγωνία που αυξανόταν, διάβασε την πέμπτη στροφή και ο άγνωστος απήγγειλε από στήθους την έκτη, και ούτω καθεξής, μέχρι το τέλος του μακρού Μεγάλου Κανόνα. Ο παππούς μου διαβάζοντας από το βιβλίο και ο άγνωστος απ’ έξω, χωρίς βιβλίο. Κρύος ιδρώτας περιέλουσε τον παππού μου. Αυτός μετά δυσκολίας, κάτω από το ισχνό φως της λαμπάδας, κατόρθωνε να αναγνώσει τα τροπάρια, ενώ ο άγνωστος δεν εκόμπιαζε καθόλου και τα απήγγελλε μεστά περιεχομένου. Ο φόβος του έβαλε την ιδέα ότι ο ξένος ήταν άγγελος Κυρίου, σταλμένος από το Θεό να ελέγξει αν επιτελεί σωστά το έργο του. Και πρόσθετε ο παππούς μου: «Ήμουν και νέος παπάς…».

Τελείωσε ο Μεγάλος Κανόνας, μπήκε ο παππούς μου μέσα στο Ιερό να βγάλει το πετραχήλι και έως ότου βγει έξω ο άγνωστος είχε εξαφανιστεί. Πράγμα που εμπέδωσε, στη αρχή, την υποψία του αγνού ιερέα για την εξ ουρανών προέλευση του αγνώστου. Το μόνο που, μέσα στην ταραχή του, μπόρεσε να κρατήσει ήτανε το φτωχικό ντύσιμο του απόκοσμου ξένου. Ρώτησε και έμαθε στη συνέχεια ότι αυτός ο άγνωστος, που τόσο συντάραξε τον παππού μου με τις γνώσεις και το παρουσιαστικό του, ήταν ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ο αδελφός του Γιώργη, του γραμματέα της Κοινότητας. Πήγε την άλλη μέρα στο σπίτι του αδελφού του για να τον γνωρίσει και είχε να το λέει για την απλότητα του, την ταπεινοφροσύνη του και τη σοφία του.

Να λοιπόν που το χωριό συνδέεται με δεσμούς αίματος με τον μεγάλο Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και πολύ σωστά δόθηκε το όνομα σε ένα δρόμο της συνοικίας που έμενε ο αδελφός του Γιώργης.

Γιώργος Δ. Τσιμπανούλης, Δικηγόρος, Φύλλο υπ’ αρ. 4 της έκδοσης ΠΟΡΤΑΡΙΑ, Ιανουάριος 1999. πηγή

Επιστολή Ηγούμενου της Ι.Μ. Δοχειαρίου στον Ηγούμενο της Πάτμου


grigorios patmos
Επιστολή προς τον Ηγούμενο της Μονής Πάτμου Αρχι. Κύριλλο για την είδηση της παραχώρησης Ναού σε παπικούς, απέστειλε ο Καθηγούμενος της Ι.Μ. Δοχειαρίου του Αγίου Όρους, Γέροντας Γρηγόριος.


Ἀγαπητὲ ἐν Χριστῷ ἅγιε Καθηγούμενε καὶ πατριαρχικὲ Ἔξαρχε τῆς παλαιφάτου Μονῆς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὁ νοῦς μου παραμένει ἀκόμη στὴν ἀγρυπνία τοῦ Θεολόγου καὶ τὴν Θεία Λειτουργία στὸ Καθολικό τῆς Μονῆς ἀπαρασάλευτος.
Σοῦ γράφω αὐτὸ τὸ μικρὸ γράμμα, γιὰ νὰ ἐκφράσω τὴν θλίψη μου καὶ τὸν πόνο τῆς καρδιᾶς μου ποὺ ἐπιμένει ὁ ἀρχιεπίσκοπός μας νὰ ἔχουν οἱ καθολικοὶ ἐκκλησία στὴν Πάτμο, χωρὶς νὰ ὑπάρχει πλήρωμα μὲ τὴν παπικὴ ὁμολογία. Ἀλλοίμονο ἂν ὅπου λούονται οἱ Φράγκοι, ἐπιτρέπουμε νὰ πηγνύουν καὶ ἱερά.
Τὸ δοῦλο Γένος, παρὰ τὶς δυσκολίες ποὺ συνάντησε, δὲν ἐπέτρεπε νὰ κτίζωνται ἱερὰ ἑτεροδόξων.
Καὶ ὅπου κατάφεραν καὶ ἔστησαν ἱερά, εἶναι σήμερα μία μεγάλη πληγὴ γιὰ τὴν περιοχὴ ἐκείνη. Ἡ πατούσα τοῦ πάπα εἶναι πολὺ μεγάλη. Σᾶς παρακαλῶ μὴν ἐπιτρέψετε οὔτε τὸ δάκτυλο τοῦ μικροῦ του ποδιοῦ νὰ πατήση ὁ πάπας στὴν Πάτμο.
Κρατῆστε...τὴν ὁμολογία τοῦ Θεολόγου, τοῦ ὁσίου Χριστοδούλου καὶ πάντων τῶν ἀπ΄ αἰῶνος Ἁγίων καὶ κεκοιμημένων πατέρων τῆς ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Θεολόγου. Ὄχι στὴν Πάτμο τὸ μνημόσυνο τοῦ πάπα σὲ ναό, ὅποιος καὶ νὰ εἶναι αὐτός.
Δῶστε μία μαρτυρία σὲ ὅλη τὴν Ὀρθοδοξία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ σεσαρκωμένος Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν δέχεται τὸν αἱρεσιάρχη τῆς Δυτικῆς σπείρας –γιατί εἶναι δύσκολο νὰ τὴν ποῦμε Ἐκκλησία.

Κι ἕνα ἄλλο πλήγωσε τὴν καρδιά μου, ποὺ ἀνοίξατε πόρτα ἀπὸ τὸ κάτω μέρος τοῦ Καθίσματος τοῦ ἱεροῦ Σπηλαίου, γιὰ νὰ διευκολύνεται ὁ κόσμος. Δύο σπήλαια ἔχουμε στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία: τὸ σπήλαιο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στὴ Βηθλεὲμ καὶ τὸ σπήλαιο τοῦ Θεολόγου στὴν Πάτμο.
Ὅταν κατεβαίναμε τὶς σκάλες, ὅλοι ζούσαμε μὲ τὸ συναίσθημα ὅτι πᾶμε σὲ Σπήλαιο.
Τώρα, μπαίνοντας ἐκεῖ ἀπὸ τὴν κάτω πόρτα, ὅλοι θὰ αἰσθάνωνται ὅτι μπαίνουν μέσα σὲ μία τρύπα τῆς γῆς.
Δὲν πειράζει ἂν κάποιοι ἀδυνατοῦν νὰ κατέβουν τὰ ψηλὰ σκαλοπάτια. Κανενὸς ἡ σωτηρία δὲν διακυβεύεται, ἂν δὲν προσκυνήση τὸ σπήλαιο τοῦ Θεολόγου.
Συμμαζέψτε τὸν τουρισμὸ ἀπὸ τὰ ἱερὰ καθιδρύματα, γιατί στὸ τέλος δὲν θὰ μείνη μοναχὸς οὔτε γιὰ νὰ ἀνάβη τὰ καντήλια τοῦ Θεολόγου.
Μὲ πικρία σοῦ τὸ γράφω καὶ μὴ μὲ παραξηγήσης, διότι ἐγὼ αἰσθάνομαι Πάτμιος μοναχός, δὲν αἰσθάνομαι Ἁγιορείτης, καὶ ὅ,τι πῆρα ἀπὸ τὸν λατρινὸ μοναχισμὸ τὸ κρατῶ ἀκόμη καὶ τὸ ἔχω σημαιάκι.
Μετὰ τῆς ἐν Κυρίω ἀγάπης
ὁ Καθηγούμενος Δοχειαρίου
Γρηγόριος

30 Μαρτίου 1822 – Η Χίος πνίγηκε στο αίμα



Ο πίνακας «Η σφαγή της Χίου» του Ευγένιου Ντελακρουά

Η σφαγή της Χίου αναφέρεται στην σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό. Το γεγονός συνέβη τον Απρίλιο του 1822. Είχε προηγηθεί ο ξεσηκωμός του νησιού στις 11 Μαρτίου 1822, με την απόβαση εκστρατευτικού σώματος Σαμιωτών. Οι Οθωμανοί (ντόπιοι και άλλοι που είχαν έλθει από την Ασία) κλείστηκαν αρχικά στο κάστρο. Στις 30 Μαρτίου έφθασε ο οθωμανικός στόλος ο οποίος έλυσε την πολιορκία και άρχισε τη σφαγή του ορθόδοξου πληθυσμού με τη συμμετοχή και ατάκτων μουσουλμάνων που κατέφθαναν από τις ακτές της Μ. Ασίας με κάθε είδους πλεούμενο.
Την περίοδο αυτή η Χίος διέθετε μία μεγάλη και ακμάζουσα ελληνική κοινότητα που ευημερούσε βασιζόμενη στην καλλιέργεια της μαστίχας. Απολάμβανε μάλιστα σημαντικά προνόμια από τους Οθωμανούς, για τους οποίους η μαστίχα ήταν ιδιαίτερα σημαντικό προϊόν. Συνέπεια των προνομίων ήταν η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού του νησιού, που αριθμούσε το 1822 περισσότερους από 100.000 κατοίκους. Ωστόσο, το 1822 ο πληθυσμός ζούσε κάτω από την οθωμανική καταπίεση. Για την πρόληψη επανάστασης, είχαν μεταφερθεί στο νησί στρατεύματα από την Ασία και είχε τοποθετηθεί ως διοικητής ο σκληρός Βαχίτ πασάς. Οι Χιώτες έκαναν καταναγκαστικές εργασίες για την ενίσχυση των οχυρώσεων και ταυτόχρονα αναγκάζονταν να συντηρούν αυτόν τον “μαχαιροφόρο όχλο” με την απειλή της βίας. Οι οθωμανοί καθημερινά έκαναν αρπαγές και φόνους στην πόλη και τα χωριά ατιμωρητί. Σχέδια για εξέγερση στη Χίο γίνονταν από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, το 1821, όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Τομπάζη. Τον Ιούλιο του ’21 είχε αναλάβει την οργάνωση της εξέγερσης ο Ιωάννης Ράλλης, Χιώτης Φιλικός και άλλοτε έμπορος στην Οδησσό. Όμως Χιώτες έμποροι των Κυκλάδων τον έπεισαν ότι αυτή η επιχείρηση ήταν άκαιρη και επικίνδυνη, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο Υψηλάντης.
Το Μάρτιο του 1822 η Χίος επαναστάτησε, όταν ο Αντώνιος Μπουρνιάς – που υπήρξε αξιωματικός του Ναπολέοντα κατά την Αιγυπτιακή εκστρατεία – με διακόσιους άνδρες αποβιβάστηκαν στη Σάμο και κάλεσαν τον Λυκούργο Λογοθέτη να συμμετάσχει στην επανάσταση της Χίου. Αποφασιστική σημασία για την έκβαση της εξέγερσης είχε η απραξία της – λεγόμενης – κεντρικής κυβέρνησης η οποία δεν απέστειλε έγκαιρα βοήθεια στους επαναστάτες. Την καθυστέρηση της βοήθειας αναφέρει και ο Γάλλος εθελοντής Maxime Raybaud, γράφοντας ότι οι προετοιμασίες για την αποστολή δύο ολμοβόλων και ξένων στρατιωτικών κράτησαν 13 μέρες, ενώ μόνο για να πλεύσουν από την Πελοπόννησο μέχρι τα Ψαρά έκαναν 8 μέρες. Ο Γερμανός αξιωματικός Bellier de Launay γράφει ότι “αν είχαμε φτάσει 10 ημέρες νωρίτερα θα είχε σωθεί η Χίος”. Αναγνωρίζεται ωστόσο ότι αυτή η κυβέρνηση πρακτικά δεν είχε εξουσίες, και ότι ανοργάνωτες εξεγέρσεις γίνονταν και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Επίσης σημαντικό ήταν ότι η εξέγερση άρχισε Μάρτιο, οπότε ο καιρός επέτρεπε την επιχείρηση του οθωμανικού στόλου. Οι μόνοι που έστειλαν βοήθεια στη Χίο ήταν οι Ψαριανοί.
Εκτός των άλλων αιτίων, στην περαιτέρω αποδυνάμωση των επαναστατών συνέβαλε και η διχόνοια μεταξύ των δύο ηγετών, του Μπουρνιά και του Λογοθέτη. Ο Μπουρνιάς κατά την υποχώρηση φώναζε το σύνθημα που είναι γνωστό στη Χίο: «Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!… »
Είναι δε τέτοια η ντροπή για τη συμφορά αυτή που δεν υπάρχει ούτε ένα μνημείο της σφαγής στη Χίο. Οι ιστορικοί έχουν επισημάνει ότι η άρχουσα τάξη του νησιού ήταν απρόθυμη να ενταχθεί στην ελληνική εξέγερση, φοβούμενη την απώλεια της ασφάλειας και της ευημερίας της. Παρ´ όλα αυτά ο Α. Μπουρνιάς προσπάθησε να κάνει επανάσταση με διακόσιους άνδρες συν τους άνδρες του Λ. Λογοθέτη.
Ο ξεσηκωμός του εύφορου νησιού εξαγρίωσε το Σουλτάνο. Έτσι, ο Οθωμανικός στόλος υπό την ηγεσία του Καρά Αλί έπλευσε προς την Χίο για να καταστείλει την επανάσταση και αποβίβασε περί τους 7.000 στρατιώτες από τη Μικρά Ασία. Με την άφιξη του μεγάλου εχθρικού στόλου οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το νησί με εξαίρεση ένα τμήμα Ψαριανών που παρακολουθούσε από απόσταση τις κινήσεις των Οθωμανών. Χωρίς σημαντική αντίσταση ο Οθωμανικός στρατός προχώρησε σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές άμαχου πληθυσμού, παρόλο που η συντριπτική πλειονότητα του νησιού δεν έκανε τίποτα για να προκαλέσει τη σφαγή καθώς δεν συμμετείχε στην εξέγερση κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι Οθωμανοί έκαψαν σπίτια και σκότωσαν όλα τα παιδιά κάτω των 3 ετών, όλους τους άνδρες από 12 ετών και πάνω, καθώς και όλες τις γυναίκες από 40 ετών και πάνω, με εξαίρεση αυτούς που ήταν πρόθυμοι να ασπαστούν το Ισλάμ. Τελικά, περισσότεροι από 40.000 κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ενώ μεγάλο μέρος του πληθυσμού διέφυγε προς τα Ψαρά, τις Κυκλάδες και την Πελοπόννησο. Κατά τον ιστορικό Καστάνη που ήταν παρών στη σφαγή της Χίου ο πληθυσμός του νησιού έφθανε τις 180.000 ψυχές. Κατά τον ιστορικό Μαμούκα ο οποίος ήταν επίσης παρών στη σφαγή ο πληθυσμός ανερχόταν στις 140.000 με 150.000 ψυχές και κατά τα κιτάπια των Τούρκων ο πληθυσμός ανερχόταν στις 120.000 ψυχές. Εκείνο που είναι γεγονός είναι ότι στο νησί της Χίου έμειναν περί τους 1.000 – 2.000 χιλιάδες άνθρωποι και περί τους 20.000 διέφυγαν … Όλοι οι υπόλοιποι εκτός των αγοριών από 3 – 12 ετών και των γυναικών από 3 – 40 ετών που αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν από Εβραίους δουλεμπόρους σε παζάρια της Δύσης και της Ανατολής, σφάχθηκαν ανελέητα. Ο τότε Τούρκος τοποτηρητής της Χίου Βαχίτ πασάς, που κατέγραψε τα συμβάντα, αναφέρει ότι «τους μεν ηλικιωμένους επέρασαν (οι μουσουλμάνοι) γενναιότατα εν στόματι μαχαίρας, παρομοίως και τας ηλικιωμένας γραίας, την δε κινητήν περιουσίαν αυτών ελεηλάτησαν … τας δε ωραίας κόρας των και τους τρυφερούς νεανίσκους των ηχμαλώτισαν. Το αίμα έρρευσε ποταμηδον …“. Όταν ο ίδιος απέστειλε στην Κωνσταντινούπολη αναφορά για την ανακατάληψη του νησιού, απέστειλε μαζί και 5 φορτία με κομμένα κεφάλια και 2 φορτία κομμένα αυτιά. Καταμετρώντας τους νεκρούς αναφέρει κεφάλια ιερέων, προεστών και ανταρτών 1.109, «τελειωθέντες εν στόματι μαχαίρας» 25.000, σκλαβωμένα αγόρια και κορίτσια 5.000.
 
Έκοβαν τα αυτιά από τα κεφάλια και κατόπιν τα διατηρούσαν στην άλμη και τα τοποθετούσαν σε βαρέλια. Τα έστελναν στον Σουλτάνο ως απόδειξη της υποταγής τους ή ως δελτία της επιτυχίας τους. Ιδιαίτερη τιμή δινόταν αν τα επαναστατικά κεφάλια ανήκαν σε διακεκριμένους αρχιεπισκόπους, άρχοντες ή κληρικούς… Χίλια διακόσια κεφάλια είχαν ήδη καταγραφεί στην ιστορία της αμοιβής που δόθηκε για τον καθένα. Το βιβλίο της Ένωσης Μαστιχοπαραγωγών κάνει λόγο για 33.000 αιχμαλωτισμένες ψυχές και 33.000 σφαγμένους. Εάν όμως συλογισθούμε τα νούμερα των εναπομεινάντων μαζί με αυτούς που κατόρθωσαν και διέφυγαν τα νούμερα των χαμένων ψυχών είναι κατά πολύ μεγαλύτερα κι αν λάβουμε υπ´όψιν την εκτίμηση των Τούρκων όσον αφορά τον πληθυσμό.
Το εμπόριο δούλων
Μια όψη της οθωμανικής αγριότητας κατά του πληθυσμού της Χίου ήταν η πώληση – κυρίως γυναικών και παιδιών – ως δούλων. Μεταφέρονταν ως εμπορεύματα σε παζάρια της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης και πωλούνταν σε εξευτελιστικές τιμές. Ο Ολλανδός διπλωμάτης στην Κωνσταντινούπολη Gaspar Testa γράφει προς τον υπουργό του των εξωτερικών:
“Το πιό σπαρακτικό θέαμα είναι τα σκλαβωμένα γυναικόπαιδα που έφεραν από τη Χίο … Αγόρια και κορίτσια σέρνονται στους δρόμους δεμένα το ένα με το άλλο και οδηγούνται στα σκλαβοπάζαρα. Κοπέλλες κρατούσαν στο χέρι ένα χαρτί με το όνομα των Τούρκων κυρίων τους που έμειναν στην Χίο. Μη μπορώντας να τις συνοδέψουν οι ίδιοι, τις έστειλαν στη διεύθυνση των σπιτιών τους στην Πόλη.”
Ο Άγγλος πρόξενος στη Σμύρνη Francis Werry γράφει σε αναφορά του προς τη Levant Company: “Στο δρόμο των Φράγκων οδηγούνται πάνω-κάτω κοπάδια από παιδιά της Χίου για πούλημα“. Στον Courrier Francais της 10-7-1822 αναφέρεται ότι φανατικοί μουσουλμάνοι αγόραζαν το θύμα τους για 30 γρόσια και το έσφαζαν για να κερδίσουν μια θέση στον παράδεισο. Πολλές γυναίκες αυτοκτόνησαν κατά την μεταφορά και άλλες πέθαναν από απεργία πείνας για να γλυτώσουν τον εξευτελισμό. Στην Allgemeine Zeitung δημοσιεύεται ότι μικρά παιδιά κάτω των 7 ετών που ήταν ακατάλληλα για το εμπόριο δένονταν και ρίχνονταν στη θάλασσα. Το σκηνικό του δουλεμπορίου περιγράφει και ο ιερέας της αγγλικής πρεσβείας R. Walsh αναφέροντας ότι από την 1η Μαΐου 1822 εκδόθηκαν 41.000 “τεσκερέδες” (έγγραφα ιδιοκτησίας δούλων) και ότι 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη γαλλόφωνη εφημερίδα της Σμύρνης Spectateur Oriental, έως την 10-5-1822 στο τελωνείο της Σμύρνης είχαν καταβληθεί δασμοί για 40.000 σκλάβους.
Τα παιδιά οδηγούνταν κατά ομάδες για εξισλαμισμό. Ο Άγγλος κληρικός Walsh γράφει ότι “μέσα σε μια μέρα έγιναν περισσότεροι προσηλυτισμοί από το Ευαγγέλιο στο Κοράνι απ’ όσοι απ’ το Κοράνιο στο Ευαγγέλιο σε έναν αιώνα”.
Οι αγοραπωλησίες σταμάτησαν στις 19 Ιουνίου 1822 ύστερα από επέμβαση της αδελφής του σουλτάνου, στην οποία ανήκε η Χίος ως φέουδο.
Το γεγονός στον ευρωπαϊκό τύπο
Η σφαγή της Χίου και η επακόλουθη ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη είχαν μεγάλη επίδραση στην κοινή γνώμη της Ευρώπης και στην ανάπτυξη του φιλελληνικού κινήματος. Οι Ευρωπαίου συνειδητοποίησαν τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα και έδειξαν συμπάθεια προς τα θύματα και τους ήρωες ενός άνισου αγώνα.
Η είδηση έφτασε στις ευρωπαϊκές εφημερίδες από την Κωνσταντινούπολη μέσω του Οθωμανικού ταχυδρομείου (στην Κων/πολη δεν εκδίδονταν εφημερίδες). Στην εφημερίδα της Βιέννης «Αυστριακός Παρατηρητής» δημοσιεύτηκε η είδηση την 14 Απριλίου (νέο ημ/γιο). Στις γαλλικές εφημερίδες δημοσιεύτηκε αρχικά την 25 Μαΐου 1822 αναπαραγόμενη από τον Αυστριακό Παρατηρητή ή από γερμανικές εφημερίδες. Αναγγέλλεται η απόβαση τουρκικού στρατού στο νησί και γενική σφαγή η οποία χαρακτηρίζεται «πέρα πάσης περιγραφής». Η παρισινή Constitutionnele αναπαράγοντας από τη γερμανική Allgemeine Zeitung αναφέρει ότι τα γεγονότα που είχαν προηγηθεί στο Αϊβαλί είναι ασήμαντα μπροστά στη σφαγή της Χίου. Την 20 Απριλίου η σφαγή διαρκούσε ακόμη. Ούτε οι γυναίκες και τα παιδιά ετύγχαναν οίκτου. Ο καπετάν πασάς έσωσε μερικές εκατοντάδες στο φρούριο. Οι απώλειες των Τούρκων αναφέρονται στις 4.000. Ειδήσεις που έφτασαν από την Κωνσταντινούπολη τις επόμενες μέρες αναφέρουν τη δημόσια πώληση γυναικών και παιδιών από τη Χίο στα παζάρια της Πόλης. Φανατικοί μουσουλμάνοι πληρώνουν περί τα τριάντα πιάστρα για να αγοράσουν ένα θύμα που το σφάζουν αμέσως για να εξασφαλίσουν μια θέση στον παράδεισο, όπως υπόσχεται το κοράνιο για κάθε πιστό που θα έχει φονεύσει έναν άπιστο. Αυτές οι σκηνές προκάλεσαν τον οίκτο των Ευρωπαίων διπλωματών που βρίσκονται εκεί αλλά δεν υπήρξε κάποιο διάβημα. Ειδήσεις φτάνουν και από τη γαλλόφωνη Spectateur Oriental η οποία, παρ’ ότι ανθελληνική, αναφέρει ότι «η εκδίκηση και η παραφορά των Τούρκων υπερέβη τα όρια». Αυτή η εφημερίδα αποδίδει την ευθύνη στους επαναστάτες. Δημοσιεύονται και προσωπικές μαρτυρίες Χιωτών που σώθηκαν. Κάποιος αναφέρει ότι καθημερινά έρχονται από την Ασία στο νησί πλήθος Τούρκων για να λεηλατήσουν. Για τον αριθμό των θυμάτων αναφέρονται διάφορες πληροφορίες. Λεπτομερέστερες πληροφορίες προέρχονται από το Λονδίνο. Κατ’ αυτές, πριν από τη σφαγή οι κάτοικοι της Χίου ήταν 110.000 εκ των οποίων επιβίωσαν 20.000. Από τις 90.000 απώλειες οι 45.000 πωλήθηκαν ως δούλοι, αφού την 25 Μαΐου είχαν καταγραφεί στα κατάστιχα του τελωνείου ότι είχαν πληρωθεί τα τέλη εξόδου για 41.000 άτομα. Οι υπόλοιποι 25.000 εξοντώθηκαν. Από τους 20.000 που επέζησαν οι 5.000 απουσίαζαν από το νησί κατά την εξέγερση και 16.000 κατέφυγαν στα Ψαρά, τη Σμύρνη και αλλού. Η Spectateur Oriental εκτιμά τον αρχικό πληθυσμό του νησιού σε 120.000 κατοίκους. Πληροφορίες αναφέρουν και εκτελέσεις Χιωτών που βρέθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, των οποίων οι περιουσίες δημεύτηκαν και τα μέλη των οικογενειών πουλήθηκαν ως δούλοι. Στη Journal du Commerce δημοσιεύεται κατάλογος ονομάτων 207 Χίων εμπόρων που εκτελέστηκαν. Τον κατάλογο κατέγραψε έμπορος της Φλωρεντίας μετά από αίτηση γαλλικών, ιταλικών και γερμανικών εμπορικών οίκων που είχαν συναλλαγές με τους Χιώτες εμπόρους.
Η ανατίναξη της τουρκικής ναυαρχίδας εκλαμβάνεται στον ευρωπαϊκό τύπο σαν εκδίκηση και ένδειξη ηρωισμού. Η All. Zeitung γράφει ότι «η ιστορία θα καταστήσει γνωστόν εις τας επομένας γενεάς το θάρρος των Ελλήνων ναυτικών».
Αντίκτυπος
Η είδηση της σφαγής της Χίου συγκλόνισε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, η στάση της οποίας μεταστράφηκε απέναντι στην ελληνική επανάσταση και πλέον υπήρξε θετική. Μετά το γεγονός αυτό το φιλελληνικό κίνημα φούντωσε και σημαντικός αριθμός Ευρωπαίων φιλελλήνων έσπευσαν στην επαναστατημένη Ελλάδα για να ενισχύσουν τα ελληνικά στρατιωτικά σώματα. Σημαντική επιρροή άσκησε το γεγονός σε Ευρωπαίους καλλιτέχνες. Εμπνευσμένος από την σφαγή της Χίου ο Ευγένιος Ντελακρουά ζωγράφισε τον ομώνυμο πίνακα που εκτέθηκε στο Παρίσι και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση της γαλλικής κοινής γνώμης για τον επαναστατικό αγώνα των Ελλήνων. Το 2009, ένα αντίγραφο του πίνακα εκτέθηκε στο τοπικό Βυζαντινό μουσείο της Χίου. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα αντίγραφα του έργου, με έτος δημιουργίας το 1919 (Ε. Ιωαννίδης) και εκτελέστηκε με εντολή του Γεώργιου Παπανδρέου που εκείνη την περίοδο εκτελούσε χρέη  Γενικού Διευθυντή Νήσων Αιγαίου. Ένα ακόμα εκτίθεται στο Εθνικό Ιστορικό μουσείο στην Αθήνα σε μικρότερη κλίμακα ( Λ. Κογεβίνας ),και ένα στη σχολή καλών τεχνών της Πράγας.
Η εκδίκηση του Κανάρη 

Η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας από τον Κανάρη (πίνακας του Νικηφόρου Λύτρα)
Ο ελληνικός στόλος ήταν πολύ μικρότερος από τον οθωμανικό και δεν μπορούσε να τον αντιμετωπίσει σε μάχη. Γι’ αυτό το λόγο πάρθηκε η απόφαση από τους Έλληνες να εκδικηθούν την καταστροφή της Χίου με πυρπολικά. Ο Κωνσταντίνος Κανάρης από τα Ψαρά και ο Γιώργης Πιπίνος από την Ύδρα κατόρθωσαν με τα πυρπολικά τους να μπουν μέσα στο λιμάνι της Χίου, τη νύχτα της 6ης Ιουνίου (1822), όταν οι Τούρκοι γιόρταζαν το Μπαϊράμ και συμποσίαζαν στα πλοία τους. Ο ναύαρχος Καρά Αλής είχε καλέσει στη ναυαρχίδα τους αξιωματικούς του στόλου για ολονύχτιο γλέντι.
Ο Κανάρης κατόρθωσε να γαντζώσει το πυρπολικό του στη ναυαρχίδα και να του βάλει φωτιά. Ο Πιπίνος το κόλλησε στην υποναυαρχίδα, αλλά δεν το γάντζωσε καλά, αυτό ξεκόλλησε και παρασυρμένο από τον αέρα κάηκε χωρίς να κάνει ζημιά. Όμως το πυρπολικό του Κανάρη μετέδωσε τη φωτιά στη ναυαρχίδα και γρήγορα πήρε φωτιά η μπαρουταποθήκη της, τινάζοντας τη ναυαρχίδα στον αέρα. 2.000 Τούρκοι βρήκαν το θάνατο μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο αρχηγός του στόλου, ο Καρά Αλή, ο οποίος χτυπημένος από ένα καιόμενο κομμάτι κατάρτι μπήκε σε μία βάρκα και ξεψύχησε μόλις έφτασε στην ακτή. Το κατόρθωμα αυτό ενθουσίασε την Ελλάδα και όλο τον κόσμο και ενέπνευσε πολλούς σημαντικούς ξένους λογοτέχνες.
πηγή

Με αφορμή μια κουβεντούλα.


Αντικαταστήσαμε τα καντήλια με ρεσώ, τα κεριά με λάμπες, την φυσική φωνή με μεγάφωνα τα λειτουργικά βιβλία με tablets και τις αγιογραφίες μας με φτηνά έργα "τέχνης μπακάλικου". Όλα fast food και hi tech και κατά πώς αρέσουν στους πολλούς. Απέκτησε και ο καθείς μας "υφος αισθητικής". 
Τώρα να βάλουμε λέει χέρι και στην λειτουργική γλώσσα. 
Αφήστε τα κάτω όπως τα βρήκαμε. 
Και λίγη άσκηση και λίγη βάσανος και εντριβή στα κείμενα. Μελέτη, γνώση και προσευχή για να "κατανοήσουμε".
Η πίστη μας είναι πίστη άσκησης και ασκητικής. 
 Γιατί τα θέλουμε όλα έτοιμα και εκσυγχρονισμένα; 
Τόσο λιγόψυχοι και καλομαθημένοι καταντήσαμε τελικά; 
Τί είναι τα τροπάρια και οι ύμνοι μας; 
Τα "κηρυγματάκια" σας; 
Πού καθόμαστε και τα ακούμε με προσποιητό ενδιαφέρον , χωρίς να έχουμε κρίση, παρέμβαση και διάκριση.
Στην Εκκλησία δεν θέλω να αισθάνομαι σαν καταναλωτής.
 Είναι από τους λόγους πού την επιλέξαμε σαν καταφύγιο για να ξεφεύγουμε από τα κακά της κοινωνίας μας. 
Σεβασμός στα κείμενα, σημαίνει σεβασμός στον άνθρωπο!
π.Π.

Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

1821 ΝΑΤΣΙΟΣ-ΜΑΛΚΙΔΗΣ

Τὸ Ἀνολοκλήρωτο ’21


Τοῦ πρωτοπρ. πατρός Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
ΑΠΟ χρόνια δουλεύω αὐτό τό θέμα καί ἔχει συγκεντρωθεῖ ἕνα τεράστιο ὑλικό, ἀρχειακό, ἀδημοσίευτο ἤ καί δημοσιευμένο. Σκοπός τοῦ κειμένου αὐτοῦ εἶναι νά λειτουργήσειὡς πρόκληση στούς ἀγαπητούς μας ἀναγνῶστες. Εἶναι βέβαιο, ὅτι θά δημιουργηθοῦν ὄχι μόνο εὔλογες ἀπορίες, ἀλλά καί ἀντιδράσεις, διότι τό κείμενο συμβάλλει στην ὑπέρβαση τῆς «σιδερωμένης» ἱστορίας, πού θά ᾽λεγε καί ὁ ἀείμνηστος Μακρυγιάννης, ἡ ὁποία διδάσκεται καί ἀναπαράγεται στή σχολική μας ἐκπαίδευση. Ἀλλ᾽ αὐτό εἶναι φυσική ἀπόληξη τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀναγνώσεως τῆς ἱστορίας μας.
Χρειάζεται γι᾽ αὐτό καί ἡ ρωμαίικη-ἑλληνορθόδοξη ἀνάγνωσή της, ἐπί τῇ βάσει τῶν πηγῶν, πού ὄχι μόνο ὑπάρχουν, ἀλλά εἶναι καί πλούσιες. Μιά τέτοια ἀνάγνωση εἶχε πραγματοποιήσει ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης († 2001), καί ἀντιμετωπίσθηκε ἀπό κάποιους μέ βιαιότητα καί κακία, διότι ἐτάραξε τά λιμνάζοντα ὕδατα τῆς καθιερωμένης ἱστοριογραφίας, ἀλλά καί τῆς πολιτικῆς ἀκαμψίας. Σήμερα ὅμως ἴσως εἶναι εὐνοϊκότερες οἱ ἐθνικοκοινωνικές συνθῆκες, γιά νά ἐπαναληφθεῖ τό ἐγχείρημα ἐκείνου. Διότι ἡ Εὐρώπη, στήν ὁποία εἴχαμε ἐναποθέσει «τήν πᾶσαν ἐλπίδα» μας, ἀπεκάλυψε (καί στήν ἐποχή μας) τό ἀληθινό πρόσωπό της.
Ἰσχυρή πρόκληση γιά την Ἑλληνική συνείδηση εἶναι, ἄν πέτυχε ἡ Ἑλληνική ἐπανάσταση τούς σκοπούς της, πού ἦταν σκοποί ὅλου τοῦ Γένους/Ἔθνους. Τό ἐρώτημα αὐτό ἔχει τεθεῖ...


ἐπανειλημμένα μέχρι σήμερα. Ποιός ἦταν ὁ κύριος στόχος της; Κατά τήν ἐκτίμηση πολλῶν ἱστορικῶν μας τό «1821» εἶχε μεγαλοϊδεατικό-ρωμαίικο καί ὄχι ἀλυτρωτικό-χαρακτήρα. «Νά φτειαχθεῖ τό ρωμαίικο» ἦταν τό βασικότερο κίνητρό του. Ρωμαίικο ὅμως σημαίνει οἰκουμενικά καί ὑπερφυλετικά ἑλληνικό καί ὄχι ἑλλαδικό καί παραπέμπει τό «εὐρύ» καί ὄχι τό «στενό» Γένος. Κατά τον π. Ἰωάννη Ρωμανίδη «οἱ Ρωμηοί (ΓΔΜ: οἱ ἑλληνορθόδοξοι) ἐπαναστάτησαν τό 1821, διά νά ξαναγίνη ἡ Ρωμηοσύνη κράτος μέ τόν ρωμαίικο (ΓΔΜ: ἑλληνορθόδοξο) πολιτισμόν της, πού μέ ὑπερηφάνειαν καί κάθε θυσίαν εἶχαν διαφυλάξει κατά τά σκληρά χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας, τῆς Φραγκοκρατίας καί τῆς Ἀραβοκρατίας»2. Πόση ἀλήθεια ἐκφράζει αὐτή ἡ θέση;
Θά παρουσιάσουμε δειγματοληπτικά κάποιες ἄμεσες μαρτυρίες ἀπό την πλούσια βιβλιογραφία.
1. Ἡ ἀνάσταση τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμανίας (Βυζαντίου) ἦταν το 1821 ἡ κυριαρχοῦσα στά εὐρύτερα στρώματα τοῦ λαοῦ ἰδεολογία. Ὑπῆρχαν μυστικοί πόθοι τοῦ Γένους. Ἡ λαϊκή ποίηση ὑποσχόταν (στην Παναγία): «Πάλι μέ χρόνους μέ καιρούς, πάλι δικά Σου θἆναι». (Ὅταν τά ἔχει ἡ Παναγία, εἶναι καί δικά ΜΑΣ, ἐνῶ, ὅπως στήν ἐποχή μας, τό ἀντίστροφο δέν εἶναι βέβαιο…). Συνήθεις σ᾽ ὅλη τήν διάρκεια τῆς δουλείας ἦσαν οἱ ἐκφράσεις «πότε θά γίνει ρωμαίικο», «ὅταν θά γίνεται Ρωμανία» (ποντιακό)3.
Ἀκόμη καί οἱ ὑποστηρίζοντες τή στενή-κρατική-ἐθνική ἰδέα (διαφωτιστές κ.λπ) στά τέλη τοῦ 18ου ἤ τίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα, δέν θά μποροῦσαν νά φαντασθοῦν «Ἑλληνικό Κράτος» μέ τά σύνορα τοῦ 1828/30, ἀκόμη καί τά σημερινά. Τούς στόχους τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως καθόριζε, ἀπό τῆς πλευρᾶς τῆς Ρωμηοσύνης, ἡ συλλογική μνήμη τοῦ Γένους, πού προσανατολιζόταν στην Ἅγια-Σοφιά, τή Νέα Ρώμη/Κωνσταντινούπολη. Σέ ὅ,τι δηλαδἠ εἶχε χαθεῖ καί τό ὁποῖο ὀνειρευόταν τό Γένος νά ξαναποκτήσει. Ἡ ἀπελευθέρωση ἑνός μικροῦ τμήματος, κατοικημένου ἀπό Ἕλληνες τοῦ ἀρχαίου «θέματος» Ἑλλάς (Στερεά Ἑλλάδα, Πελοπόννησος καί μερικά νησιά) ἀποτελοῦσε τήν φιλοδοξία ἐκείνων, πού εἶχαν ταυτισθεῖ μέ τούς διπλωματικούς στόχους τῶν «Μεγάλων Δυνάμεων», πού προέβλεπαν τή μεταβοή τοῦ παλαιοῦ «ἑλλαδικοῦ θέματος» σέ κράτος τῶν Ἑλλήνων, γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σχεδίων τους. Θα φθάσουν, μάλιστα, οἱ ταυτισμένοι μέ τή δυτική πολιτική Ἕλληνες τοῦ μικροῦ ἐλευθέρου Ἑλληνικοῦ κράτους να ἀπαιτοῦν νά ἐγκατασταθοῦν οἱ ἐκτός (ἐλευθέρας) Ἑλλάδος Ἕλληνες σ᾽ αὐτήν, γιά νά «πολιτογραφηθοῦν Ἕλληνες», διαφορετικά ἔμεναν «Ρωμηοί»4.
Οἱ ὑπόδουλοι «Ρωμηοί» ἔλεγαν ὅμως «ὅταν θά κάμωμεν τό ρωμαίικο» ἤ «ὅταν θά ἔλθει τό ρωμαίικο», πολύ πρίν ἀπό τήν ἐξέγερση τοῦ 1821. Κατά τόν μεγάλο ἱστορικό μας ἀείμνηστο Ἀπόστ. Βακαλόπουλο, «ἡ δεύτερη φράση ἐξακολούθησε νά ἐπιζεῖ καί ἀργότερα στίς συνομιλίες τῶν ὑποδουλωμένων ἀκόμη Ἑλλήνων τῆς Θεσσαλίας, Ἠπείρου, Μακεδονίας καί τῶν ἄλλων Ἑλληνικῶν χωρῶν»5. «Να φτειαχθεῖ τό Ρωμαίικο» ἦταν ὁ κοινός πόθος τοῦ Γένους. Ὁ Μεγαλοϊδεατισμός του ἦταν οἰκουμενικός ὅμως, μέ ἐπίκεντρο τήν Πόλη (Κωνσταντινούπολη), τήν παλαιά πρωτεύουσά του. Ἡ ἀνάσταση τῆς αὐτοκρατορίας, τῆς Ρωμανίας/Βυζαντίου, καί ὄχι κάποιας μικρῆς ἐπαρχίας. Αὐτό ὅμως σήμαινε ἀνάσταση ὅλων τῶν Ρωμηῶν, τῶν πολιτῶν δηλαδή τῆς Νέας Ρώμης (Κωνσταντινουπόλεως).
Ρητά παρατηρεῖ ὁ βρεττανός διπλωμάτης καί ἱστορικός τῶν πολιτισμῶν Arnold Toynbee: «Οἱ νεώτεροι Ἕλληνες τρέφουν -ἤ ἔτρεφαν τοὐλάχιστον ἴσαμε τό 1922- τη φιλοδοξία νά νεκραναστήσουν την Ἀνατολική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία καί νά καταστήσουν τήν Κωνσταντινούπολη πρωτεύουσά τους ξανά»6. Καί παρακάτω: «Τό ἑνιαῖο ὁμοιογενές ἐθνικό κράτος, πού συγκροτήθηκε ἀπό τό 1831 ἕως το 1945, δέν εἶχε ἀληθινά προηγούμενα στά προγενέστερα στάδια τῆς Ἑλληνικῆς ἱστορίας. Οὔτε εἶχε καθόλου ρίζες στή νεοελληνική ζωή»7. Γιά τήν ἀνάσταση τοῦ «Ρωμαίικου» εἶναι σημαντική ἡ ἀκόλουθη δήλωση τοῦ Ληξουριώτη πολιτικοῦ Γεωργίου Τυπάλδου – Ἰακωβάτου (1813-1882) μέσα στην Ἑλληνική Βουλή στίς 23.11.1879: «… Εὔχομαι δέ καί ἡμεῖς νά γίνωμεν Ρωμαῖοι, ὡς εἶμαι Ρωμαῖος και ἐγώ. Θέλω σᾶς ἐξηγήσει παρ᾽ ἐμπρός, ὁποίαν ἔννοιαν προσάπτω εἰς τήν λέξιν Ρωμαῖος. Σεῖς χωρίς νά θέλετε καί νά τό αἰσθάνεσθε, λέγετε “πότε θά κάμωμεν τό Ρωμαίικο”. Ἐγώ θέλω σᾶς ἐξηγήσει το Ρωμαίικο»8.
2. Ἡ αὐτοκρατορική ἰδέα-το «εὐρύ γένος» ἦταν ἡ μόνιμη και ἀμετάτρεπτη ἰδεολογία τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας, ἡ ὁποία συνέχιζε τήν «Βυζαντινή» Αὐτοκρατορία. Γι᾽ αὐτό καί ἐξηγοῦνται οἱ ἀρχικοί δισταγμοί της γιά τήν ἐπανάσταση τῶν «Ἑλλήνων» στήν ἑλλαδική ἐπαρχία, διότι τό Φανάρι γνώριζε καλά τά σχέδια τοῦ Ναπολέοντος, ἀλλά καί τῶν εὐρωπαϊκῶν ἀνακτοβουλίων. Ἡ προϊοῦσα κατάπτωση τῆς Ὀθωμανικῆς ἐξουσίας ἦταν αἰσθητή στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα καί ἡ Ἐθναρχία γνώριζε, ὅτι ἡ αὐτοκρατορία περιερχόταν ἀργά, ἀλλά σταθερά, στά χέρια τῶν Ρωμηῶν. Γι᾽ αὐτό ἤδη ἀπό τόν 18ο αἰώνα εἶχε ἀποκρυσταλλωθεῖ ἡ Φαναριώτικη προοπτική, ὅτι ἡ αὐτοκρατορία θά μεταστοιχειωνόταν σε Ἑλληνική-Ρωμαίικη μέ τήν ἐκ τῶν ἔσω μεταλλαγή της σέ «Ὀθωμανικό Κράτος τῆς ρωμαίικης/ἑλληνικῆς ἐθνότητος». Ἡ ἐθνικιστική ἐπανάσταση τῶν Νεοτούρκων (1908), πού ἔγινε, γιά νά ἀποκλεισθοῦν οἱ ὑπερισχύσαντες στις ἐκλογές Χριστιανοί (Ὀρθόδοξοι καί Ἀρμένιοι) ἀπό τήν διεκδίκηση τῆς ἐξουσίας, βεβαιώνει τόν ρεαλισμό τῆς φαναριώτικης προσδοκίας. Ἀνάλογο μέ τήν Ἐθναρχία ὅραμα ἐνσάρκωναν καί οἱ Κολυβάδες
τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἦσαν καί αὐτοί φορεῖς τοῦ πνεύματος τῆς Ρωμηοσύνης, τῆς ἀπελευθερώσεως δηλαδή «ὅλων τῶν ὑποδούλων στον Σουλτάνο λαῶν, χωρίς καμμιά (εὐρωπαϊκοῦ τύπου) ἐθνικιστική διάκριση ἤ κατακερματισμό τους σε συμβατικές κρατικοεθνικές ὀντότητες, καί στή οὐσία δυτικά προτεκτοράτα. Γι᾽ αὐτό ὁ προφήτης τῆς ἐλευθερίας μας Πατροκοσμᾶς ὁ Αἰτωλός» († 1779), πού δίκαια ὀνομάσθηκε «ὁ μεγαλύτερος Νεοέλληνας» (Κώνστας), μιλοῦσε γιά την ρωμαίικη ἀνάστασή μας μέ τόν λόγο του: «αὐτό μιά μέρα θά γίνει ρωμαίικο».
3. Ὁ Οἰκουμενικός αὐτός πατριωτισμός ἐνέπνεε καί τόν Ρήγα, ὁ ὁποῖος πιστός στήν αὐτοκρατορική ἰδέα σχεδίαζε στούς χάρτες του ὁλόκληρη τήν αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης, τό «οἰκουμενικό κράτος», ἀπευθυνόμενος σ᾽ ὅλους τούς λαούς της καί ὄχι μόνο στους Ἑλλαδικούς, τούς φυλετικά Ἕλληνες, ἀλλά καί στούς μή χριστιανούς. Χρησιμοποιεῖ τήν «ἐπίσημη» γλώσσα τῆς «αὐτοκρατορίας», τά Ἑλληνικά (τά Ρωμαίικα) καί μιλεῖ ὡς «ρωμηός»9 στούς ἄλλους ρωμηούς, ἀνεξάρτητα ἀπό φυλή, γλώσσα καί θρησκεία. Κατά τον Ἀπόστ. Δασκαλάκη «πρέπει νά θεωρήσωμεν ὡς βέβαιον, ὅτι ἤδη ἀπό τῆς ἐποχῆς αὐτῆς εἶχε συλλάβει (δηλ. ὁ Ρήγας) τό σχέδιον μιᾶς γενικῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων καί τῶν λοιπῶν λαῶν τῆς Βαλκανικῆς μέ τήν βοήθειαν τῶν στρατιῶν τῆς Γαλλικῆς Δημοκρατίας, πρός ἀποτίναξιν τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ πρός ἵδρυσιν μιᾶς μεγάλης ἑλληνικῆς δημοκρατίας, τῶν ὁρίων περίπου τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἐντός τῶν κόλπων τῆς ὁποίας θά ἔζων ἐν πλήρει ἐλευθερίᾳ καί ἰσότητι πολιτικῶν καί ἀτομικῶν δικαιωμάτων πάντες οἱ λαοί, ἀνεξαρτήτως ἐθνικότητος, γλώσσης καί θρησκείας»10. Αὐτό, πράγματι, ἦταν τό ρωμαίικο ὄνειρο τοῦ Ρήγα καί ὄχι ἡ μικρή Ἑλλάδα τοῦ 1828/30 ἤ καί ἡ σημερινή, ἀκόμη. Ἡ σχεδιαζόμενη ἀπό αὐτόν «Γραικική (Ἑλληνική) Δημοκρατία» εἶναι οἰκουμενική καί πολυεθνική. Εἶναι «αὐτοκρατορία» μέ αὐτοκράτορα (αὐτεξούσιο) τόν Λαό της. Παρά τίς γαλλικές του ἐπιδράσεις, δηλαδή, ὁ Ρήγας δέν εἶχε ἐγκολπωθεῖ τή στενή ἐθνική ἰδέα, ἀλλά ἔμενε «ρωμηός/βυζαντινός στη συνείδησή του. Ὀρθά παρατηρεῖ ὁ Δασκαλάκης: «Ἡ Βυζαντινή παράδοσις παρέμενε ζῶσα χάρις εἰς την Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, ὁ δέ Ρήγας εἶχε ζήσει ἐπί μακρόν εἰς την Κωνσταντινούπολιν, ἕδραν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου και θεματοφύλακα τῶν Βυζαντινῶν παραδόσεων11. Συνεπῶς, ὁ Ρήγας ἐκινεῖτο μέσα στήν πατριαρχική- φαναριώτικη-ἐθναρχική προοπτική τοῦ οἰκουμενικοῦ ἐθνισμοῦ, μέ βάση τήν ἰδέα τῆς Ρωμανίας/Ρωμηοσύνης, τοῦ ἑλληνορθόδοξου δηλαδή πολιτισμοῦ, μέ κέντρο την δεύτερη ἱστορικά πρωτεύουσα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, τήν
Κωνσταντινούπολη-Νέα Ρώμη. Ἡ «Ἑλληνική Νομαρχία» 1806, ἔργο κατά την συνάδελφο κ. Μαρία Μαντουβάλου, τοῦ Ἀδαμ. Κοραῆ, «κατ᾽ οὐσίαν ἀνατρέπει τό σχέδιον τοῦ Ρήγα διά σχεδίου τοῦ Ναπολέοντος, τό ὁποῖον ἀργότερον φέρεται ὡς σχέδιον τοῦ Κοραῆ»12.
Ἀλλά καί ὁ ρουμάνος πολιτικός καί διακεκριμένος ἱστορικός Νικ. Γιόργκα (†1940) δέχεται, ὅτι στο ἴδιο ἰδεολογικό πλαίσιο ἐκινεῖτο και ἡ Φιλική Ἑταιρεία: Ἡ Ἑταιρεία «ἀνώτατον σκοπόν ἔτασσε νά ἀποκαταστήσει τήν Βυζαντινήν αὐτοκρατορίαν, ἔχουσαν πρωτεύουσαν τήν Κων/λιν»13.
4. Ἐφαρμογή τῶν σχεδίων τοῦ Ρήγα προγραμμάτιζε τό «Σχέδιον Γενικόν», πού συντάχθηκε μεταξύ Μαΐου καί Ἰουλίου 1820 καί τό εἶχε ἐγκρίνει ὁ Ἀλέξ. Ὑψηλάντης. Προέβλεπε «τήν ἐξέγερσιν τῆς Βαλκανικῆς». Εἶχε 23 ἄρθρα καί ὅριζε ὅτι ἔπρεπε νά ἐκδηλωθεῖ ὁ ἀγώνας σε πέντε μέτωπα, γιά νά διασπασθοῦν οἱ δυνάμεις τοῦ Κατακτητῆ. Τά μέτωπα αὐτά ἦσαν: 1. Ὁ Μοριάς, 2. Ἡ Ἤπειρος, 3. Ἐπανάσταση στή Σερβία καί ἐνδεχόμενα στό Μαυροβούνιο, 4. Κάψιμο τῆς ἀρμάδας τῶν Ὀθωμανῶν στήν Κωνσταντινούπολη καί 5. Ἀντιπερισπασμός στη Μολδοβλαχία, τόσο ἀπό τίς φρουρές τῶν ἡγεμόνων, ὅσο καί ἡ ἐξέγερση τῆς τοπικῆς ἀγροτιᾶς. Ἄρα ὁ πολυπροβαλλόμενος ἀντιπερισπασμός τῆς ἐξέγερσης στή Μολδοβλαχία ἦταν μόνο ἕνα μέρος τοῦ καταρτισθέντος σχεδίου.
Ὁ ἀείμνηστος διδάσκαλός μας Διον. Ζακυθηνός σχολιάζει τόν τονιζόμενο ἀπό τόν Ἰω. Φιλήμονα ἀντιπερισπασμό ὡς ἑξῆς: «Ἐάν διά τοῦ ὅρου τούτου νοῆται ἡ περιωρισμένη στρατιωτική ἤ πολιτική ἐνέργεια, ἡ ἀποσκοποῦσα εἰς την παραπλάνησιν τοῦ ἀντιπάλου, δυσκόλως ἡ ἐπιχείρησις τῆς Δακίας θα ἠδύνατο νά θεωρηθῆ ὡς ἀντιπερισπασμός. Ὡς πρᾶξις πολιτική και στρατιωτική ὑπῆρξε μέρος τοῦ ὅλου. Καί τό Σχέδιον Γενικόν, ἔστω καί ἄν μονομερῶς ἐφηρμόσθη, ἔδωκεν εἰς τήν Ἐπανάστασιν τον οἰκουμενικόν χαρακτῆρα της. Ἄνευ αὐτοῦ ὁ ἀγών θά ἐκινδύνευεν ἴσως νά ἐξελιχθῆ εἰς χρονίζουσαν τοπικήν σύγκρουσιν»14.
Ἀλλά καί αὐτός ὁ ἡγέτης τῶν Βλάχων (ρουμάνων) ἀγροτῶν Θεόδ. Βλαντιμιρέσκου, σέ ὁμιλία του, ἀνακοίνωσε στούς ὀπαδούς του ὅτι τό «κίνημά του (μαζί μέ τόν Ἀλ.Ὑψηλάντη) ἀνῆκε σέ γενικώτερη ἐπαναστατική κίνηση»15. Καί ὁ Θεόδ. Κολοκοτρώνης γιά νά ἐμψυχώσει τό ἑλλαδικό στοιχεῖο, τόνιζε μεταξύ ἄλλων, ὅτι «ὅλον τό γένοςτῶν Χριστιανῶν (αὐτό σημαίνει οἱ Ρωμηοί) καί εἰς τόν Μορέα, Ρούμελη, Σερβία, Βουλγαρία, Καραταγλίδες (Μαυροβούνιο), Βλαχομπογδανία καί σχεδόν εἰς αὐτήν την ἀνατολήν, ἐσηκώθη εἰς τ᾽ ἄρματα, ὁμοίως καί ὅλα τά νησιά τῆς Ἄσπρης Θαλάσσης» (τοῦ Αἰγαίου), προβάλλοντας ἔτσι τήν ρωμαίικη οἰκουμενική ἰδέα. Ἐξεγειρόταν ὁλόκληρο τό Ρωμαίικο Μιλλέτι τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας.
Μετά τό κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη ἀρχίζει ἡ παρέκκλιση τοῦ στόχου τῆς Ἐπαναστάσεως, πού προσέλαβε στενό ἐθνικό (ἐθνικιστικό) χαρακτήρα, ὡς ἐπανάσταση τῶν ἑλλαδιτῶν, μιᾶς ἐπαρχίας δηλαδή τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας. Σαφέστατος στό σημεῖο αὐτό εἶναι ὁ καθηγ. Κωνσταντῖνος Τριανταφυλλόπουλος: «Ἐν τοσούτῳ -γράφει- ὅταν τόν Φεβρουάριον τοῦ 1821 ἐξερράγη παρά τά πολωνικά σύνορα τό κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη καί διά τούς γνωστούς λόγους ἀπέτυχεν, ἐπηκολούθησε δέ τόν Μάρτιον ἡ ἀποστασία τῆς Πελοποννήσου, δεν πρόκειται πλέον περί ἑνώσεως πλειόνων λαῶν εἰς πολιτείαν φέρουσαν τόν χαρακτῆρα τοῦ ὑπερέχοντος ἑλληνικοῦ στοιχείου, ἀλλά περί ἀποκαταστάσεως τοῦ ἑλληνικοῦ γένους»16. Μετά τό ἐπαναστατικό κίνημα, δηλαδή, τοῦ Ὑψηλάντη, ἀλλάζει ὁ οἰκουμενικός-ρωμαίικος στόχος τοῦ Ρήγα. Συνεχίζει δέ: «Μέ ἄλλους λόγους ἡ ἀρχή τῶν ἐθνικοτήτων, ἥν ἐνσαρκώνει ὁ ἑλληνικός ἀγών, διατελεῖ εἰς ἐσωτερικήν συνοχήν πρός πολίτευμα, οἷος υἱοθετήθη ἀπό τήν ἐν Ἐπιδαύρῳ συνέλευσιν»17. Αὐτό σημαίνει, ὅτι στή διάρκεια τῆς Ἐπανάστασης ἐπεβλήθη ἄνωθεν (καί ἔξωθεν!) ἰδεολογία ἄγνωστη στό Γένος μέχρι τότε. Τό βαυαρικό αὐτοκέφαλο τοῦ 1833 καί ὅλες οἱ πολιτικές ἐξελίξεις μέχρι τή Μικρασιατική καταστροφή (1922) θά ὁλοκληρώσουν τά εὐρωπαϊκά σχέδια.
Ὅπως συνοψίζει ὁ κ. Τριανταφυλλόπουλος «ἡ ἀποτυχία τοῦ κινήματος τῶν Παραδουναβίων ἐπαρχιῶν κατέστρεψε τάς πραγματικάς προϋποθέσεις διά τήν ἄσκησιν οἰκουμενικῆς πολιτικῆς»18. Αὐτό ὑποστήριξε, μέ μεγάλη ἐκφραστική δύναμη καί ὁ Νικ. Γιόργκα: «Ὁ Ἑλληνικός Φοῖνιξ τῆς (Φιλικῆς) Ἑταιρείας ἐν τῇ τολμηρᾷ του ὁρμῇ εἶχε φονεύσει τόν παλαιόν βυζαντινόν ἀετόν»19.
Εἶναι ὅμως σημαντικό, γιά την ἀπόδειξη τῆς συνέχειας αὐτοῦ τοῦ οἰκουμενικοῦ -ρωμαίικου- πνεύματος, πού καμμία ξένη προπαγάνδα δέν εἶχε τήν δύναμη νά καταπνίξει, τό πλαίσιο τῶν ὁραματισμῶν τοῦ μεγάλου ἡγέτη μας Ἰωάννου Καποδίστρια (1776-1831), τοῦ ΜΟΝΟΥ καθ᾽ ὁλοκληρίαν ὀρθοδόξου πολιτικοῦ αὐτοῦ τοῦ τόπου. Ὁ Καποδίστριας ἐκινεῖτο στό ἰδεολογικό κλίμα τοῦ Ρήγα και τοῦ Ἀλ. Ὑψηλάντη. Στό γνωστό Ὑπόμνημά του ἀπό 18 Ἀπριλίου 1819 ἐκφράζεται ἡ βούλησή του να θεμελιωθεῖ ἡ Φιλική Ἑταιρεία «οὐχί ἐπί τῆς
ἐθνότητος, ἀλλ᾽ ἐπί τῆς εὐρείας καί ζώσης ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» , δηλαδή τῆς Ρωμαίικης Ἐθναρχίας20. Ἐξ ἄλλου, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1828, κυβερνήτης ἤδη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικρατείας, μέ μιά ἐνέργειά του φανερώνει τό ἐνδιαφέρον του γιά ρωμαίικη-οἰκουμενική λύση τοῦ Ἀνατολικοῦ ζητήματος, μέ ὑπόβαθρο τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμηοσύνης- Βυζαντίου. Τότε ὑποβάλλει στον Τσάρο Νικόλαο σχέδιό του, πού προέβλεπε τήν ἀναδιοργάνωση τῆς Ὀθωμανικῆς Ρούμελης (τῆς Βαλκανικῆς) σέ ὁμοσπονδία πέντε αὐτονόμων κρατῶν: Ἑλλάδας, Ἠπείρου (ὁλοκλήρου), Μακεδονίας (ὁλοκλήρου), Σερβίας καί Δακίας (τό ὄνομα ROMANIA/ΡΩΜΑΝΙΑ θα τῆς δοθεῖ ἀπό τόν Ἀλ. Κούζα το 1859/60)21.
Ἡ πρόταση τοῦ Καποδίστρια συνιστοῦσε παραλλαγή τοῦ σχεδίου τοῦ Ρήγα, ἀλλά ἀπορρίφθηκε μέ τη συνθήκη τῆς Ἀνδριανουπόλεως (14.9.1829)22. Ὁ Καποδίστριας ἐργαζόταν γιά τήν ἀπελευθέρωση και προοδευτική ἑνοποίηση τῶν εὐρωπαϊκῶν ἐπαρχιῶν τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης. Ἔτσι κατανοεῖται καί ἡ μαρτυρία τοῦ Νικ. Σπηλάδη, στενοῦ συνεργάτη τοῦ Καποδίστρια, γιά τήν ἐπιθυμία τοῦ Κυβερνήτου νά ἐπιτύχει τήν ἵδρυση «Νεορωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας», δηλαδή ἀνάσταση τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Νέας Ρώμης/Βυζαντίου. Ἔτσι σκέπτονταν ὅλοι οἱ Ρωμηοί, δηλαδή οἰ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, ὄχι ὅμως καί οἱ Ἕλληνες- Ὀρθόδοξοι, πού χρησιμοποιοῦν τήν Ὀρθοδοξία, ταυτιζόμενοι μέ τά ἑκάστοτε σχέδια τῆς Εὐρωπαϊκῆς Πολιτικῆς.
5. Ἀλλά καί ἡ Ὑψηλή Πύλη γνώριζε τήν προσδοκία τῆς Ἐθναρχίας γιά τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμανίας καί ἔτσι κατενόησε καί τόν ἀγώνα τοῦ ᾽21. Δέν εἶναι ἄρα ἀνεξήγητο, ὅτι ἀντέδρασε μέ τόν ἀπαγχονισμό τοῦ Γενάρχη τῶν Ρούμ/Ρωμηῶν (10.4.1821). Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης ἦταν γιά τόν Σουλτάνο ὁ ἀρχηγός τοῦ Μιλλετίου τῶν «Ρούμ» καί ὄχι μόνο τῶν «Γιουνανλάρ». Ὁ ἅγιος Πατριάρχης και ὅλοι οἱ λοιποί συναθλητές του, κληρικοί καί ἐπίσημοι λαϊκοί, ἔπαθαν ὑπέρ ὅλου τοῦ Γένους τῶν Ρωμαίων καί ὄχι μόνο «ὑπέρ Δημητσάνης», ὅπως ἔγραφε τό 1831 ὁ ἱερομόναχος καθηγητής τῆς Ἰονίου Ἀκαδημίας Κων/νος Τυπάλδος- Ἰακωβάτος (†1867). Τά θύματα τῆς ὀθωμανικῆς θηριωδίας τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1821, ὅπως καί ὁ Ρήγας Βελεστινλῆς, ἐκτελέσθηκαν ἀπό την Πύλη γιά τήν αὐτοκρατορική ἰδέα, γιά τήν ἀνάσταση τῆς Ρωμανίας/Βυζαντίου. Ἕνα ἐρώτημα για τό κατά πόσον αὐτό θά ἦταν δυνατό τότε δέν εἶναι παρά ρητορικό. Ὁ ρεαλισμός τοῦ μεγάλου διπλωμάτη Καποδίστρια ἀποδεικνύει τήν ἀντιιστορικότητα χρήσεως συλλογισμῶν β᾽ εἴδους («φῶς εἰ μή εἴχομεν, ὅμοιοι τυφλοῖς ἄν ἦμεν»), ἀλλά μόνο συλλογισμῶν τοῦ πρα γματικοῦ (εἴ εἰσί βωμοί, εἰσί καί θεοί), ὅπως πράττει ἡ αὐθεντική ἱστοριογραφία καί ἡ πατερική Ὀρθοδοξία.
6.Οἱ Μεγάλες Δυτικές Δυνάμεις (Ἀγγλία-Γαλλία) ἤθελαν μέν την διάλυση τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλά καί τήν ἀντικατάστασή της μέ μικρά κράτη, προτεκτοράτα τους ὑπό μόνιμη κατοχή (αὐτό γίνεται αἰσθητό σήμερα). Ἕνα παρόμοιο σχέδιο ὅμως ἐπέβαλλε τήν διάλυση τῆς Ρωμηοσύνης (Ἐθναρχίας τῶν Ρωμηῶν). Κατά τήν εὔστοχη ἐπισήμανση τοῦ π. Ἰ. Ρωμανίδη, οἱ βασιλεῖς καί εὐγενεῖς τῆς Εὐρώπης «ἐφοβοῦντο το ἐνδεχόμενον γενικῆς ἐξεγέρσεως τῆς Ρωμαιοσύνης εἰς τήν Δύσιν και τήν Ἀνατολήν. Αὐτός δέ, εἶναι ὁ λόγος, διά τόν ὁποῖον ἐτέθησαν εὐνοϊκῶς ἔναντι τῆς λεγομένης “Ἑλληνικῆς” Ἐπαναστάσεως, και τοῦτο μόνον ὅτε ἐξησφάλισαν το ἀρχαιοελληνικόν προσανατολισμόν της καί τήν ἀντίθεσίν της εἰς τήν Ρωμαιοσύνην καί τήν πρωτεύουσαν αὐτῆς Κωνσταντινούπολιν»23.
Καί ἡ Ρωσία ὅμως δέχθηκε τελικά τήν γραμμή τῶν Εὐρωπαίων για τό Πατριαρχεῖο, ὅτι δηλαδή ὡς Ἐθναρχικό Κέντρο ἔπρεπε νά διαλυθεῖ (αὐτοκέφαλα). Οἱ Εὐρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις ἤξεραν, ἄλλωστε, καλά ὅτι ἕνα «Ἑλληνικόν Σχέδιον» τοῦ 1781 προέβλεπε ἀνασύσταση τῆς «Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας»24. Εἶναι ὅμως γνωστό, ὅτι «οἱ Ρῶσοι καί οἱ Εὐρωπαῖοι οὐδέ κἄν ἐδέχθησαν ποτέ τήν σκέψιν, ὅτι θά ἠδύναντο νά ἐπιτρέψουν νά γίνη ξανά ἡ Κωνσταντινούπολις-Νέα Ρώμη πρωτεύουσα τῆς Ρωμηοσύνης. Ὁσάκις οἱ Ρῶσοι μετά τόν Μέγαν Πέτρον ἐσκέφθησαν τήν ἐκδίωξιν τῶν Τούρκων ἀπό τήν Πόλιν, ἐξέλαβον τήν Πόλιν ὡς ρωσικήν κτῆσιν καί ὄχι ὡς ρωμαίικην»25.
Εἶναι εὐνόητο, μετά τά παραπάνω, γιατί «ἔπρεπε» νά συντριβεῖ ἡ ρωμαίικη ἐπανάσταση ἐν τῇ γενέσει της. Ἔτσι ἐξουδετερώθηκε ὁ Ρήγας, ἔχοντας ἀντικατασταθεῖ στό ἐπιτελεῖο τοῦ Ναπολέοντος με τόν Κοραῆ, πού μιλοῦσε γιά ἐπανάσταση τῶν «ἀρχαίων» Ἑλλήνων, ὄχι μόνο κατά τῶν Τούρκων, ἀλλά καί τῶν «Ρωμαίων» (τῆς Ἐθναρχίας) τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ὁ Κοραῆς, δηλαδή, ἀντίθετα μέ τόν Ρήγα, ἐκινεῖτο στό πνεῦμα τῆς στενῆς ἐθνικῆς ἰδέας. Νά μη λησμονεῖται, ἄλλωστε, ὅτι τό ἔργο του «Ἑλληνική Νομαρχία» δείχνει ὑπόβαθρο ὄχι μόνο «ἐθνικιστικό», ἀλλά καί καθαρά ρατσιστικό, λέγοντας ὅτι «οἱ ἄνθρωποι εἶναι κατά φύσιν ἀνόμοιοι», ἄνισοι δηλαδή· διαφέρουσι ἀναμεταξύ των κατά φυσικόν νόμον, σ᾽ ἀντίθεση μέ τον ἀντιφυλετικό χαρακτήρα τῆς Ρωμανίας στηριζόμενο στά μυστήρια τοῦ βαπτίσματος καί τοῦ χρίσματος. Ὁ Κοραῆς ἔγινε ἀρχηγέτης ὄχι μόνο τῶν ἐν Ἑλλάδι εὐσεβιστῶν, μέ τό προτεσταντινοκαλβινιστικό ὑπόβαθρό του, ἀλλά και τῶν «Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων», ὅπως ἐλέχθη παραπάνω. Σ᾽ αὐτό καταντᾶ ὅμως, ὅποιος ὑποτιμᾶ και ἀπορρίπτει τήν ἡσυχαστική παράδοση, τήν ραχοκοκκαλιά τῆς Ὀρθοδοξίας.
Τεκμηριώνεται, συνεπῶς, ἀβίαστα καί χωρίς κανένα κενό, ἡ θέση τοῦ μεγάλου «Ὀρθοδόξου Ἕλληνος», δηλαδή Πατερικοῦ, π. Ἰω. Ρωμανίδου, ὅτι ἡ Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἐπετράπη τότε μόνον, ὅταν ἐξασφαλίσθηκε ὁ ἀρχαιοελληνικός καί ἀντιρωμαίικος προσανατολισμός της.
Συμπερασματικά: Ἡ Ἐπανάσταση τοῦ 1821 ὑπῆρξε τό μεγάλο αἴνιγμα τῶν Εὐρωπαίων. Ἡ Ρωμηοσύνη, ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνισμός στήν ὑπερφυλετική οἰκουμενικότητά του, εἶναι πολύ ἐνοχλητική για τήν φράγκικη Εὐρώπη. Εἶναι τό μόνιμο σκάνδαλό της. Τό «Βυζάντιο», τό ὀρθόδοξο Βυζάντιο, ἔπρεπε να θαφτεῖ μιά γιά πάντα, καί πολιτικά, ἀλλά καί πνευματικά (αὐτό ἔχει ἀναλάβει ὁ θρησκευτικός οἰκουμενισμός). Οὔτε ὅμως τό «1204», οὔτε ἡ ὀθωμανική λύση (ἅλωση τῆς Πόλης τό 1453) μπόρεσαν νά θάψουν τήν Ἑλληνορθόδοξη Ρωμηοσύνη, καί αὐτό τό ἀνέλαβε τό δυτικά δομημένο, δυτικοκυριαρχούμενο καί δυτικοκατευθυνόμενο (καί ἡ Σοβιετική Ἕνωση δύση εἶναι) Κράτος. Τό σχέδιο αὐτό ἐξελίσσεται σταθερά μέχρι σήμερα (εἴμαστε στήν ὁλοκλήρωσή του;). Ἡ Ἐπανάσταση, συνεπῶς, τοῦ 1821 ἀπό πλευρᾶς τῆς Ρωμηοσύνης σημαίνει ἧττα τῆς Ρωμαίικης ἰδέας τοῦ Γένους καί θρίαμβο τῆς φραγκικῆς πολιτικῆς γι᾽ αὐτό. Βέβαια, ἕνας ὀρθόδοξος Ἕλλην (Ρωμηός) εὐλογεῖ τόν Θεό καί γιά τήν δημιουργία «ἐλευθέρου» Ἑλληνικοῦ Κράτους καί τήν μερική ἐπιτυχία τῆς Ἐπανάστασής μας. Διότι τό πρόβλημα δεν εἶναι αὐτό. Ἀληθινή ἧττα τῆς Ἑλληνορθόδοξης Ρωμηοσύνης εἶναι ἡ πνευματική ἅλωση καί ἀλλοτρίωσή μας, πού ὁλοκληρώνεται σήμερα, στά 192 χρόνια τοῦ «ἐλευθέρου» ἐθνικοῦ μας βίου. Ἀλλά «ἔχει ὁ καιρός γυρίσματα», ἀφοῦ, κι ἄν εἴμαστε ἐμεῖς μικροί, εἶναι Μεγάλος ὁ Θεός μας!
Ὑποσημειώσεις:
1. Μία πρώτη ἀναφορά στό θέμα βλ. στό π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός, Παράδοση καί Ἀλλοτρίωση, Ἀθήνα 1986, σ. 191 ἑ.ἑ.
2. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Ἡ Ρωμηοσύνη τοῦ 1821 καί αἱ Μεγάλαι Δυνάμεις, στήν ἐφημ. Ὀρθόδοξος Τύπος» ἀρ. 309/ 25.3.1978 (ἔκτακτη ἔκδοση).
3. Βλ. Ἀπ. Ε. Βακαλοπούλου, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τόμ. Γ´, Θεσσαλονίκη 1968, σ. 100-102.
4. Γιά τά προβλήματα αὐτά βλ. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Ρωμαιοσύνη-Ρωμανία-Ρούμελη, Θεσσαλονίκη 19812, σσ. 17 ἑπ., 190 ἑπ., 251 ἑπ.
5. Ἀπ. Ε. Βακαλοπούλου, Ἱστορία…, τόμ. Ε´, Θεσσαλονίκη 1980, σ. 31.
6. Arnold Toynbee, Οἱ Ἕλληνες και οἱ κληρονομιές τους (μετάφρ. Νίκος Γιαννουδάκης), Ἀθήνα 1992, σ. 20.
7. Στό ἴδιο, σ. 331.
8. Γεωργίου Ἰακωβάτου, Ἀγορεύσεις ἐν τῇ Β´ ἐν Ἀθήναις Ἐθνοσυνελεύσει καί ἐν ταῖς Βουλαῖς, Ἐν Ἀθήναις 1902, σ. 212.
9. Πολίτης τῆς Ἐθναρχεύουσας Νέας Ρώμης.
10. Ἀπ. Δασκαλάκη, Τό πολίτευμα τοῦ Ρήγα Βελεστινλῆ, Ἀθήνα 1976, σ. 29.
11. Στό ἴδιο, σ. 60.
12. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Τό προπατορικόν ἁμάρτημα, Ἀθήνα 19892, σ. ιστ´.
13. N. Jorga, Histoire des Etats balcaniques jusqu’ a’ 1924, Paris 1925.
14. Διον. Ζακυθηνός στό τόμο: «Το Εἰκοσιένα», ἐπιμέλεια Π. Χάρη, Ἀθῆναι 1977, σ. 850-851.
15. Βλ. Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους (ἐκδόση «Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν»), τ. ΙΒ/´1975, σ. 28.
16. Κων. Τριανταφυλλοπούλου, Ὁ Ἀγών τῆς Ἑλληνικῆς Ἀνεξαρτησίας καί ἡ ἀρχή τῶν Ἐθνικοτήτων, στό «Το Εἰκοσιένα», ἐπιμ. Π. Χάρη, Ἀθῆναι 1977, σ. 290-320 (ἐδῶ: σ. 296/7).
17. Στό ἴδιο, σ. 308.
18. Στό ἴδιο.
19. N. Jorga, Etudes Byzantines, τόμ. Β´ Βουκουρέστι 1940, σ. 276.
20. Χρυσ. Παπαδοπούλου, Ἡ Ἐκκλησία Κων/πόλεως καί ἡ Μεγάλη Ἐπανάστασις τοῦ 1821, ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑ´ (1950), σ. 316.
21.M.S. Anderson, The Eastern Question, London 1966, σ. 71.
22. Ἦταν τό τέλος τοῦ Ρωσοτουρκικοῦ πολέμου.
23. π. Ἰω. Σ. Ρωμανίδου, Τό προπατορικόν ἁμάρτημα…, ὅπ. π. σ. κβ/
24. E. Driaylt, La Question d’ Orient, Paris 19146, σ. 65 ἑπ.
25. π. Ἱω. Σ. Ρωμανίδου, Ἡ Ρωμηοσύνη τοῦ 1821…, ὅπ. π.
Ορθόδοξος Τύπος, 22/03/2013 
  orthodoxia-ellhnismos