Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

Κάποτε ο κόσμος γιόρταζε Χριστούγεννα! Τότε που είχε η ζωή σκοπό, και νόημα ο αγώνας.


Οι φωτο από εδώ

Κάποτε ο κόσμος γιόρταζε Χριστούγεννα!

Κάποτε!
Τότε που είχε η ζωή σκοπό, και νόημα ο αγώνας.
 
Τότε που οι Χριστιανοί λαχταρούσαν τα Χριστούγεννα, ετοιμάζονταν για τα Χριστούγεννα: Νήστευαν τη Σαρακοστή, προσεύχονταν, εξομολογούνταν, πρόσμεναν…
 
Τότε που η δασκάλα, ο δάσκαλος κρεμούσαν απ᾿ τα χείλη τους τα μάτια των παιδιών και στάλαζαν μες στην ψυχή το όνειρο: Να ᾿μουν κι εγώ εκεί· να ᾿μουν εκεί, στη Βηθλεέμ, στο στάβλο· «να ᾿μουν του στάβλου εν’ άχυρο…»!
 
Τότε που τα παιδιά ήταν παιδιά και μελωδούσαν με τους βοσκούς τα κάλαντα μες στη νυχτιά και περπατούσαν δρόμους και στενά πάνω στων Μάγων τ᾿ άλογα.
 
Τότε που μάζευ᾿ η γιορτή τα πλοία στην Πατρίδα απ᾿ τους λωτούς της ξενιτιάς κι έφερνε σπίτι τον πατέρα, στη μαύρη μάνα το παιδί, τον άντρα στη γυναίκα.
 
Έπειτα ήρθε λίβας δυτικός, το εμπόριο, και τα ᾿καψε· έκανε στάχτη τη γιορτή, τα όνειρα κουρέλι. Έδιωξε από τη Φάτνη τον Χριστό κι έβαλε τον χρυσό στη θέση του. Τα δώρα, τα ψώνια, τα ταξίδια σε άλλους τόπους μακρινούς έγιναν της γιορτής ο μόνος κι άχαρος σκοπός. Έγινε η γιορτή απόδραση, λες σαν φυλακισμένων, προς τα βουνά, στα χιόνια, σ᾿ άλλους λαούς και τόπους. Στους πέντε ανέμους σκόρπισε η Φάτνη της Βηθλεέμ, κι η φαμελιά κατάντησε «το σπίτι των ανέμων».
 
Τώρα η ιστορία αυτή φτάνει στο τέλος της. Μετά την ύπουλη υπονόμευσή της τόσων δεκαετιών, η εορτή δέχεται πια το χτύπημα κατάστηθα: Η δυτική δαιμονολατρία, την ώρα που κάποιο διπλανό παρανοϊκό σύστημα αντικαθιστούσε τα Χριστούγεννα με τα Σταλινούγεννα, μετέτρεψε τη Γέννηση του Χριστού σε γέννηση του οποιουδήποτε· σήμερα δε η βρικολακιασμένη Ευρώπη, δήθεν για να μην ενοχλούνται οι αλλόθρησκοι, απαγορεύει ήδη σε μια μετά την άλλη τις μεγάλες πόλεις της εορταστικό διάκοσμο που να υπενθυμίζει τη ­Γέννηση του Χριστού. Φώτα μόνο, χωρίς το ­­­­­­Άστρο των Μάγων, χωρίς Φάτνη, αγ­­γέλους και βοσκούς.
 
Εορτάζει τα γενέ­θλια όλων και καταργεί σταδιακά τη Γέννηση του Σωτήρος. Καθιερώνει παγ­κόσμιες ημέρες για τα πιο γελοία πρά­γματα: ­­ύπνου, χορού, κέικ, ­μπύρας, γέλιου, ο­­­μοφυλοφοβίας, αριστερόχειρων κ.τ.λ., σβήνει δε τη μόνη άξια τιμής ημέρα του Χριστού.
 
Θαρρεί κανείς πως ακούει από τα βάθη των αιώνων τη μανιακή κραυγή των αφρόνων: «δεύτε και καταπαύσωμεν πάσας τας εορτάς του Θεού από της γης» (Ψαλ. ογ΄ [73] 8).
 
Εκ πρώτης όψεως αυτή η εξέλιξη φαν­τάζει αρνητική. Και αναμφιβόλως είναι θλιβερή, αφού ο κόσμος μας χάνει και το ελάχιστο χριστουγεννιάτικο χρώμα που του είχε απομείνει. Γεγο­νός που δεν μπορεί παρά να προκαλεί πόνο και θλίψη.
 
Στην πραγματικότητα όμως η ­ραγδαί­­ως εξελισσόμενη αυτή ­αρνητική α­­­­τμό­­σφαιρα αποτελεί το ­καταλληλότερο περιβάλλον για να ανακαλύψουμε τα αληθινά Χριστούγεννα. Είναι ­πλεο­νέ­κτημα και προνόμιο να ζει ­κανείς σ’ αυ­τή τη δραματική καμπή της ιστο­ρίας.
 
Πλεονέκτημα και προνόμιο, διότι ­δυ­σ­­κολότερα σ᾿ αυτές τις συνθήκες θα α­­­ποπροσανατολισθούμε, και φυσικότερα θα κινηθούμε στο βάθος και την ουσία της Εορτής. Ευκολότερα πλέον θα μπορέσουμε να απαλλαγούμε από τον επιδερμικό εορτασμό των φωταψιών και των εδεσμάτων, και θα αναζητήσουμε το αληθινό «φως το της γνώσεως» που ανατέλλει από το Σπήλαιο της Βηθλεέμ· θα ποθήσουμε την «τροφήν του παντός κόσμου», τον εν­ανθρωπήσαντα Θεό.
 
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

Το βρήκα στο FB, εδώ

Εμείς από:

ΙΕΡΕΑΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

AYTH EINAI H ΕΛΛΑΔΑ!!!

Η Παρθένος Σήμερον - Κοντάκιον - Stamos

Καταβασίες - Χριστουγέννων Ωδή - θ' - Stamos

Δευτε ίδωμεν πιστοί... - Καθίσματα - Stamos

Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου: Δυσκολοερμήνευτοι Χριστουγεννιάτικοι ύμνοι


Σύναξη Υπεραγίας Θεοτόκου








Συγκλονιστικός Γέροντας Παΐσιος! Τι έλεγε για τα Χριστούγεννα


Κάποτε ρώτησαν τον Γέροντα Παΐσιο για τα Χριστούγεννα και πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ότι δηλαδή ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου»…
Ο Χριστός με τη μεγάλη Του αγάπη και με την μεγάλη Του αγαλλίαση που σκορπάει στις ψυχές των πιστών με όλες τις άγιες γιορτές Του, μας ανασταίνει αληθινά αφού μας ανεβάζει ψηλά πνευματικά. Αρκεί να συμμετέχουμε και να έχουμε όρεξη πνευματική να τις πανηγυρίζουμε πνευματικά. Tότε τις γλεντάμε πνευματικά και μεθάμε πνευματικά από το παραδεισένιο κρασί που μας φέρνουν οι Άγιοι και μας κερνούν.
Τις γιορτές για να τις ζήσουμε, πρέπει να έχουμε τον νου μας στις Άγιες Ημέρες και όχι στις δουλειές που έχουμε να κάνουμε για τις άγιες ημέρες. Να σκεφτόμαστε τα γεγονότα της κάθε Άγιας Ημέρας και να λέμε την ευχή δοξολογώντας το Θεό. Έτσι θα γιορτάζουμε με πολύ ευλάβεια κάθε γιορτή. Όταν κανείς μελετάει τα γεγονότα της κάθε γιορτής, φυσιολογικά θα συγκινηθεί και με ιδιαίτερη ευλάβεια θα προσευχηθεί. Έπειτα στις Ακολουθίες ο νους να είναι 
στα γεγονότα που γιορτάζουμε και με ευλάβεια να παρακολουθούμε τα τροπάρια που ψέλνονται. Όταν ο νους είναι στα θεία νοήματα, ζει τα γεγονότα ο άνθρωπος, και έτσι δεν αλλοιώνεται.
– Γέροντα, μετά την Αγρυπνία των Χριστουγέννων δεν κοιμόμαστε;
– Χριστούγεννα και να κοιμηθούμε; Η μητέρα μου έλεγε: «Απόψε μόνον οι Εβραίοι κοιμούνται». Βλέπεις, τη νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός οι άρχοντες κοιμόνταν βαθιά, και οι ποιμένες «αγραυλούσαν». Φύλαγαν τα πρόβατα την νύχτα παίζοντας την φλογέρα. Κατάλαβες; Οι ποιμένες πού αγρυπνούσαν είδαν τον Χριστό.
– Πώς ήταν Γέροντα, το σπήλαιο;
– Ήταν μία σπηλιά μέσα σε έναν βράχο και είχε μία φάτνη, τίποτε άλλο δεν είχε. Εκεί πήγαινε κανένας φτωχός και άφηνε τα ζώα του. Η Παναγία με τον Ιωσήφ, επειδή όλα τα χάνια ήταν γεμάτα και δεν είχαν πού να μείνουν, κατέληξαν σε αυτό το σπήλαιο.Εκεί ήταν το γαϊδουράκι και το βοϊδάκι, που με τα χνώτα τους ζέσταναν τον Χριστό! «Ἔγνω βοῦς τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του κυρίου αὐτοῦ», δεν λέει ο Προφήτης Ησαΐας;
-Σε ένα τροπάριο, Γέροντα, λέει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος βλέποντας τον νεογέννητο Χριστό, «χαίρουσα ομού και δακρύουσα» αναρωτιόταν:… «Επιδώσω σοι μαζόν, τω τα σύμπαντα τρέφοντι, ή υμνήσω σε, Υιόν και Θεόν μου; Ποίαν εύρω επὶ σοί προσηγορίαν;»
– Αυτά είναι τα μυστήρια του Θεού, η πολύ μεγάλη συγκατάβαση του Θεού, την οποία δεν μπορούμε εμείς να συλλάβουμε!
– Γέροντα, πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε το γεγονός της Γεννήσεως, ότι δηλαδή ο Χριστός «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου»;
– Για να ζήσουμε αυτά τα θεία γεγονότα, πρέπει ο νους να είναι στα θεία νοήματα. Τότε αλλοιώνεται ο άνθρωπος. «Μέγα και παράδοξον θαύμα τετέλεσται σήμερον», ψάλλουμε. Άμα ο νους μας είναι εκεί, στο «παράδοξον», τότε θα ζήσουμε και το μεγάλο μυστήριο της Γεννήσεως του Χριστού. Εγώ θα εύχομαι η καρδιά σας να γίνει Αγία Φάτνη και το Πανάγιο Βρέφος της Βηθλεέμ να σας δώση όλες τις ευλογίες Του.
Απόσπασμα από το βιβλίο: «Περί προσευχής», Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι ΣΤ’ (σελ. 195-196).

Πως η Δύση έπεισε ότι το βυζαντινό κράτος δεν ήταν ελληνικό


Πως η Δύση έπεισε ότι το βυζαντινό κράτος δεν ήταν ελληνικό


Η Δύση επί αιώνες εχθρεύονταν το Βυζάντιο τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία. Το όνειρο των δυτικών πάντοτε ήταν να κόψουν την συνέχεια του Ελληνισμού από την ένδοξη αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Επιδίωκαν λοιπόν να εμφανίσουν τον λαμπρό μεσαιωνικό Ελληνισμό του Βυζαντίου ως κάτι ξένο και αποκομμένο από τον ελληνορωμαϊκό πολιτισμό και την ρωμαϊκή κληρονομιά.

Οι Ρωμαίοι μεγαλούργησαν πάνω στον δικό μας πολιτισμό. Και εκεί οικοδόμησαν την Αυτοκρατορία τους. Από την στιγμή που η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, η κληρονομιά της Αυτοκρατορίας πέρασε σε ελληνικά χέρια. Επειδή οι καιροί είναι πονηροί και οι νεοταξιτες της Δύσεως χτυπούν ανελέητα Ελληνισμό και Ορθοδοξία, υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν κατανοητά ως προς την χιλιόχρονη Αυτοκρατορία, την οποία ζήλεψε και ο Αδόλφος Χίτλερ, ο οποίος ήθελε να φτιάξει το "χιλιόχρονο Ράιχ"
O Clifton R. Fox Καθηγητής Ιστορίας στο Tomball College, USA επισημαίνει: “Οι άνθρωποι που ζούσαν στη ‘Βυζαντινή Αυτοκρατορία’ ποτέ δεν ήξεραν ούτε και χρησιμοποίησαν τη λέξη ‘Βυζαντινός’. Αυτοί ήξεραν για τον εαυτό τους ότι είναι Ρωμαίοι, τίποτα παραπάνω και απολύτως τίποτα λιγότερο.
Με τη μεταφορά της πρωτεύουσας της Αυτοκρατορίας από τη Ρώμη του Τίβερη στη Νέα Ρώμη του Βοσπόρου, τη μετέπειτα Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο 1ος μετέφερε την πραγματική ταυτότητα της Ρώμης σε καινούργια τοποθεσία.
Πολύ πριν τον Κωνσταντίνο τον 1ο, η ιδέα της ‘Ρώμης’ είχε αρχίσει να διαχωρίζεται από την Αιώνια Πόλη του Τίβερη. Έτσι που το Ρωμαίος σήμαινε τον Ρωμαίο πολίτη, όπου κι αν ζούσε. Πριν την Αυτοκρατορική περίοδο (89 π.Χ.), το Ρωμαϊκό Δίκαιο χορήγησε δικαιώματα Ρωμαίου πολίτη σε όλους τους κατοίκους της Ιταλίας. (σ.σ. και άρα και στους υπόλοιπους Έλληνες της Μ. Ελλάδος).
Κατόπιν, το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη προσφερόταν σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων παντού στην Αυτοκρατορία. Το 212, ο αυτοκράτορας Καρακάλας διακήρυξε ότι όλοι οι ελεύθεροι πολίτες της Αυτοκρατορίας μπορούσαν να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αυτοαποκαλούνται Ρωμαίοι, και όχι απλά υποτελείς των Ρωμαίων.
Σε μερικές δεκαετίες οι άνθρωποι αναφερόμενοι στην Αυτοκρατορία άρχισαν να χρησιμοποιούν σπανιότερα (το Λατινικό) ‘Imperium Romanorum’ (Κράτος των Ρωμαίων) και συχνότερα το ‘Ρωμανία’ (Χώρα των Ρωμαίων)” (http://www.tc.nhmccd.cc.tx.us/people/crf01/romaion/, «Celator», Τόμος 10, Αριθμός 3: Μάρτιος 1996. Μετάφραση στα Ελληνικά, του ξενόγλωσσου άρθρου, στο:www.romanity.org ).

Ο Lorenz Gyomorey, λέει:
“Στην ονομασία της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ διαψεύστηκε και διαψεύδεται κάθε δυτική προσπάθεια να επικαλείται μια νεφελώδη ‘ελληνορωμαϊκή’ κληρονομιά σαν υψηλή αποστολή της Δύσης. Η ύπαρξη της ΡΩΜΗΟΣΥΝΗΣ αποκαλύπτει την ‘Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους’ ως φάρσα και αποδείχνει ότι η Αναγέννηση τίποτα άλλο δεν αναγέννησε παρά ένα φάντασμα, που ούτε καν υπήρχε. Έτσι, η ύπαρξη της Ρωμηοσύνης βεβαιώνει ότι κάθε επίκληση της αρχαίας Ελλάδας, της αρχαίας Ρώμης, της Αυτοκρατορίας, του πολιτισμού, δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η ιδεολογική συγκάλυψη κατακτητικών, αποικιοκρατικών δυναστικών προσπαθειών” (Lorenz Gyomorey, «Η δύση της Δύσης», εκδ. Παπαζήση).

- Ο ιστορικός Otto Mazal, γράφει:
“Οι ρίζες της αρνητικής τοποθέτησης των Δυτικών, που ήθελαν να βλέπουν τη βυζαντινή περίοδο μόνο ως μια διαρκή πορεία κατάπτωσης μετά την ένδοξη εποχή της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, βρίσκονται στους χρονογράφους του Μεσαίωνα, για τους οποίους οι δυτικοί αυτοκράτορες ήταν οι νόμιμοι συνεχιστές του Imperium Romanum,ενώ το κατά την αντίληψη της Δύσης, αιρετικό ανατολικό κράτος, είχε χάσει ως ‘βασίλειο των Γραικών’ (Regnum Graecorum) την οικουμενικότητά του και είχε αποκλεισθεί από τη σκηνή της ιστορίας.
Για πρώτη φορά η Βυζαντινολογία του παρόντος δείχνει και πάλι με σαφήνεια την μεγάλη κοσμοϊστορική σημασία του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) και δίνει ώθηση για μια αναθεώρηση” (“Byzanz und das Abendland”, Wien 1981, s. 8,11).

Στην Εγκυκλοπαίδεια Britannica, διαβάζουμε:
“Η ονομασία της αυτοκρατορίας συνδέεται κατά τη βυζαντινή περίοδο μόνο με την πρωτεύουσά της, που είχε ιδρυθεί στον χώρο της μικρής πόλης Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία ονομαζόταν Ρωμαϊκή, οι πολίτες της Ρωμαίοι και ο αυτοκράτορας ήταν imperator Romano rum. Η σύνδεση της ονομασίας Βυζάντιο με την αυτοκρατορία έγινε στους νεώτερους χρόνους, με την έκδοση από τον Ιερώνυμο Wolf έργων των Βυζαντινών ιστορικών (“Corpus Byzantinae Historiae”, 1562) και καθιερώθηκε γενικά, αδιάφορα από τις μερικότερες κατά καιρούς επιλογές (Ελληνική Αυτοκρατορία ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος).
Μερική επίσης, ήταν η χρήση της ονομασίας Γραικού σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αυτοκρατορίας, παρά το γεγονός ότι από τον 9ο αιώνα στις λατινικές πηγές κυρίως του φραγκικού κράτους γίνεται συστηματική χρήση της για ολόκληρη την αυτοκρατορία, με σκοπό την εξουδετέρωση της ονομασίας Ρωμαίου και Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος) (…) και την αποκλειστική οικειοποίησή τους για το φραγκικό κράτος.
Η συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και η νομιμότητα της συνέχειας αυτής, συνδεόταν άρρηκτα με τις ονομασίες που θεμελίωναν τη νόμιμη χρήση του τίτλου αυτοκράτωρ Ρωμαίων (imperator Romanorum) και εξασφάλιζαν τη μοναδικότητα και την αποκλειστικότητα της νόμιμης αυτοκρατορίας στην Οικουμένη” (Εγκυκλ. Britannica, «Βυζάντιο»).

Λέει ο Κολοκοτρώνης στον Στρατηγό Hamilton:
“Εμείς, καπετάν Άμιλτον, δεν εκάμαμε ποτέ συμβιβασμό με τους Τούρκους. Άλλους έκοψαν, άλλους σκλάβωσαν με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, ζήσαμε ελεύθεροι από γενεά σε γενεά. Ο βασιλιάς μας (ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, δεν έκαμε καμιά συνθήκη με τους Τούρκους. Η φρουρά του είχε παντοτινό πόλεμο με τους Τούρκους και δύο φρούρια ήσαν ανυπόταχτα. Η φρουρά του είναι οι κλέφτες και τα φρούρια η Μάνη, το Σούλι και τα βουνά.” (Θ. Κολοκοτρώνη, «Aπομνημονεύματα», εκδ. Αφών Τολίδη)
.
“Στο 16ο Διεθνές Βυζαντινολογικό Συνέδριο της Βιέννης, ο ίδιος ο πρόεδρος της Αυστριακής Δημοκρατίας, Rudolf Kirschlger κατά την επίσημη έναρξη των εργασιών του συνεδρίου, συνεχάρη τον καθηγητή Hunger, πρόεδρο της Αυστριακής Ακαδημίας των Επιστημών, της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου και ιδρυτή και οργανωτή της Βυζαντινολογικής Σχολής της Βιέννης, διότι, όπως είπε, απέδειξε ότι ο όρος ‘βυζαντινισμός’ δεν έχει καμμία σχέση με την βυζαντινή πραγματικότητα, αλλά προήλθε από ελλιπή κατανόηση του Βυζαντίου (σ.σ. διάβαζε: Ρωμανίας) εκ μέρους των ιστοριογράφων της Αναγέννησης. Επανειλημμένα τονίστηκε από τον καθηγητή Hunger, ότι δεν πρέπει να γίνεται πλέον διάκριση μεταξύ ‘Byzantinistik’ και ‘Neogrzistik’, μεταξύ δηλαδή βυζαντινολογίας και νεοελληνικής φιλολογίας, διότι Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) και Νέος Ελληνισμός αποτελούν ενότητα”» («Επομένοι τοις θείοις πατράσι, αρχές και κριτήρια της πατερικής “θεολογίας”», εκδ. Βρυέννιος, Θεσ/κη 1997).

“Δεν είναι εκκλησία αυτό που νομίζουμε”.
“Μας πήραν μωρά παιδιά από το μαστό της μάνας μας, της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Μας έμαθαν άλλα. Μας έδωσαν να πιούμε γάλα κονσέρβας. Μας έκοψαν από τις ρίζες. Μας χώρισαν από την Παράδοση. Μας απομάκρυναν από το σπίτι μας. Μας έκαμαν αλλοδαπούς στον τόπο μας. Βάλθηκαν να μας ξεμάθουν τη μητρική μας γλώσσα, τη γλώσσα της Ορθοδοξίας, τη μητρική γλώσσα του ανθρώπου. Ποιοί; Όσοι θέλησαν δια της βίας να μας σώσουν: οι διαφωτιστές, προπαγανδιστές, Βαυαροί, μασόνοι… μέχρι σήμερα. Μαζί μ’ αυτούς όλοι όσοι θεωρήσαμε τα φώτα τους φώτα, τον πολιτισμό τους πρόοδο. Και έτσι στα τυφλά, χωρίς διάκριση πνευματική, πήραμε το κάθετί απ’ αυτούς σαν ανώτερο, καλύτερο, πολιτισμένο (σε τέχνη, δίκαιο, διοργάνωση ζωής, αρχιτεκτονική, μουσική…).
Και βασανίζεται το ΄είναι΄ μας. Απορρίπτει ο οργανισμός μας ένα ένα τα μεταμοσχευθέντα ξένα μέλη. Και συνέχεια μας μεταμοσχεύουν βιαίως νέα, τα οποία αποβάλλονται και φανερώνεται με την προσωπική συμπεριφορά ποιός είναι ο βαθύτερος χαρακτήρας του λειτουργημένου λαού μας.
Δεν είναι η Εκκλησία αυτή που νομίζουμε. Δεν είναι αυτή που χτυπάμε, αυτή που βαλθήκαμε να καταστρέψωμε. Δεν έχει σχέση η Ορθοδοξία με ‘μεσαιωνισμούς’, ‘μυστικισμούς’, ‘κληρικαλισμούς’, ‘σχολαστικισμούς’ που ακούμε. Τόσοι δυτικοθρεμμένοι νομίζουν, ότι σε Δύση και Ανατολή, όλοι οι όροι έχουν το ίδιο περιεχόμενο. Και προσπαθούν να μας ελευθερώσουν από αρρώστιες που δεν περάσαμε. Και μας αρρωσταίνουν με τις θεραπείες τους. Και μας περιπλέκουν με τις λύσεις τους.
Δεν αρνούμαστε ότι υπήρξαν και υπάρχουν ανθρώπινες αδυναμίες. Υπήρξαν και υπάρχουν αδύνατοι, με πτώσεις και ελαττώματα. Αυτό κάνει ακόμα πιο συμπαθή την ίδια την Ορθοδοξία και αναδεικνύει την ανοχή της αγάπης της και την αλήθεια του μηνύματός της”».

ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
O Victor Berard ήταν Γάλλος περιηγητής, ιστορικός, Καθηγητής Πανεπιστημίου και πολιτικός, ο οποίος κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνος (δηλαδή έναν ακριβώς αιώνα μετά τον θάνατο του Pήγα Φεραίου στο Βελιγράδι (24-6-1798)) ταξίδεψε στα Βαλκάνια. Τις εντυπώσεις του και τα σχόλιά του για τα τότε ανακινούμενα ζητήματα, όπως το Mακεδονικό, η εμφάνιση αλβανικού έθνους, ο Πανσλαβισμός κ.ά. κατέγραψε σε βιβλίο, το οποίο κυκλοφόρησε το 1987 και στα ελληνικά με τίτλο: “Τουρκία και Ελληνισμός – Οδοιπορικό στη Μακεδονία” (Εκδ. Tροχαλία). Από την σελίδα 211 της ελληνικής εκδόσεως, διαβάζουμε το παρακάτω απόσπασμα, το οποίο μας δείχνει πως οι ιδέες του Pήγα Φεραίου, δεν ήταν ουτοπία, αλλά ήταν σε μεγάλο βαθμό διαδεδομένες:
“(…) Mέ την ιδιότητά μας ως Γάλλων, είμαστε στο Mοναστήρι προστατευόμενοι του Έλληνα προξένου. Aπ’ αυτό ίσως να υποφέρει λίγο η εθνική μας φιλοτιμία αλλά ωφελείται η παιδεία μας. Zούμε παρέα με τον Mεγαλέξανδρο και τον Aριστοτέλη, γνήσιους Mακεδόνες. Σήμερα το πρωί ο πρόξενος μας διάβαζε τον Θούριο του Pήγα, του μέν Pήγα του Mακεδόνα (σημ. ο Bernard προφανώς δέχεται την ερμηνεία ότι ο Pήγας γεννήθηκε στο Bελεστίνο, αλλ’ από γονείς προερχομένους από το χωριό Περιβόλι της Δυτικής Mακεδονίας), του εταιριστή του περασμένου αιώνα, που ήθελε να ξεσηκώσει τις παραδουνάβιες επαρχίες και πέθανε προδομένος από την Aυστρία στον Tούρκο δήμιο” (http://www.perivoli.gr/istoria.html):
Σουλιώτες και Mανιάτες, λιοντάρια ξακουστά…
Mαυροβουνιού καπλάνια, Oλύμπου σταυραετοί…
Kι Aγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μια ψυχή!…
Aνδρείοι, Mακεδόνες, ορμήσατ’ ως θεριά…
Tου Σάβου και Δουνάβου αδέλφια χριστιανοί…
Nα σφάξωμεν τους λύκους, που τόν ζυγόν βαστούν,
καί Έλληνας τολμώσι σκληρά να τυραννούν.
Ήταν ένας καιρός όπου, από τον Kάβο - Mαταπά μέχρι το Δούναβη και από την Aδριατική ως τη Mαύρη Θάλασσα, Xριστιανός και Έλληνας ήταν λέξεις συνώνυμες. Oι σταυραετοί της Mάνης και τα καπλάνια του Mαυροβουνιού, τα ξεφτέρια του Σάβου και οι Mακεδόνες δέχονταν το όνομα Έλληνες πολύ καιρό ακόμη μετά τον θάνατο του Pήγα, του οποίου τους στίχους παραθέσαμε πιό πάνω…”
Η περιγραφή του Γάλλου (ιστορικού και περιηγητή) που μιλάει για την Oρθόδοξη Kοινοπολιτεία των Βαλκανικών λαών είναι χαρακτηριστική. Αυτή η κατάσταση είχε διαμορφωθεί υπό την εθναρχική και πνευματική καθοδήγηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και στα πλαίσια του Γένους των Ρωμηών (Pούμ μιλλέτ). Αυτή την Ελληνιστική υπερδύναμη ήθελε να αναστήσει και ο Καποδίστριας, αλλα και ο Μακρυγιάννης, ο οποίος έλεγε: “Να αναλάβομεν και να γένομεν και ένα όλοι οι ομόθρησκοι” (Στρατηγού Μακρυγιάννη “Οράματα και Θάματα”, Αθήνα 1983, σελ 177) καθώς και “Θα κάμωμεν το Ρωμαίικο” («Απομνημονεύματα», εκδ Μπάϋρον, σ.174).

ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ “ΕΛΛΗΝ” ΚΑΙ “ΕΛΛΑΔΑ”
Οι λέξεις “Ελλην” και “Ελλάδα”, ήταν πλέον περιγραφικές της εθνότητας ΟΛΩΝ των κατοίκων των Βαλκανίων! Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, είχαν ελληνιστικό υπόβαθρο, αλλά εμείς, με την εμμονή στον εθνικισμό (λόγω της ηγεμονίας των ξένων, οι οποίοι δεν ήθελαν αναβίωση της Ρωμανίας), αναγκάσαμε τους υπόλοιπους λαούς να αυτονομηθούν, χάνοντας ίσως για πάντα την πολιτισμική ηγεσία των Βαλκανίων.
Το όνομα Ελλάδα στην αρχή της επανάστασης του 1821 βεβαίως ουδεμία σχέση είχε με τις φαντασιώσεις των σημερινών “αρχαιόπληκτων”. Ελλάδα σήμαινε τα Βαλκάνια. “Ο Μωρέας, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Σερβία, η Βουλγαρία, τα νησιά του Αρχιπελάγους, εν ένι λόγω η Ελλάς άπασα έπιασε τα όπλα δια να αποτινάξει τον βαρύν ζυγόν των βαρβάρων”, λέει στην προκήρυξή του στο Ιάσιο (24-2-1821) ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι είναι “Έλληνες”. Το ίδιο λέει κι ο Θ. Νέγρης στο “Ανάπτυξις του νόμου της Επιδαύρου” στα 1824».
Ρωμανού Ξενοφάνουc Ανδρούτσου*
*Από το υπό έκδοση βιβλίο του:

πηγή

TΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ

ΔΕΥΤΕ ΕΙΔΩΜΕΝ ΠΙΣΤΟΙ ~ ΜΕΛΩΔΙΚΟ ΚΑΡΑΒΙ

"Η μετάνοια αναδημιουργεί τον άνθρωπον"

Φωτογραφία του χρήστη Εκκωφαντική Σιωπή.

Το να πέσωμεν και να τραυματισθώμεν, τούτο έξεστι τοις ανθρώποις,
εφ’ όσον και αν μία ημέρα εστίν η ζωή του ανθρώπου επί της γης, έγκειται η διάνοια αυτού επί τα πονηρά εκ γεννήσεως αυτού, αλλά το να πέσωμεν και να μείνωμεν εν τω πτώματι, τούτο ουχί ανθρώπινον. 

Η μετάνοια αναδημιουργεί τον άνθρωπον, αύτη εδόθη, ίνα θεραπεύη την ψυχήν μετά το βάπτισμα, και εάν αύτη έλειπεν, σπανίως θα εσώζετο άνθρωπος. Δια τούτο η αρετή της μετανοίας δεν έχει τέλος εφ’ όσον υπάρχει πνοή ζωής εν τω ανθρώπω, διότι έξεστι και τοις τελείοις να σφάλλουν. Τέκνα μου, οσάκις ίδητε τον λογισμόν να σας ελέγχη δι’ αμαρτίαν τινά, αμέσως πάρετε το φάρμακον, μετανοήσατε, κλαύσατε, εξομολογηθήτε, και ιδού επανέρχεσθε εις την προτέραν και καλυτέραν κατάστασιν.

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεϊτης


https://www.facebook.com/ekkofantikisiopi/

anexperimentindepth



Mήν ἀφήνουμε νά περνᾶ μία ἡμέρα χωρίς νά προσευχηθοῦμε στήν Κυρία Θεοτόκο


Διήγηση Γέροντος Κλεόπα Ηλιέ
Ἦταν κάποτε ἕνας ἄνθρωπος εὐλαβής πού ὠνομαζόταν Ἀγαθόνικος. Αὐτός εἶχε διδαχθῆ, ἀκόμη ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, νά λέγη μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τόν ὕμνο αὐτό: «Θεοτόκε, Παρθένε, χαῖρε Κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετά σοῦ. Εὐλογημένη, σύ ἐν γυναιξί καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας σου. Ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες, τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Ἀργότερα ἔκανε μιά ζωή μέ πολλές φροντίδες καί ἔλεγε σπανιώτερα αὐτόν τόν ὕμνο τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Κατόπιν σιγά σιγά ἔπαυσε νά τόν λέγη. Ὁ Θεός ὅμως, ὁ Ὁποῖος δέν θέλει τόν θάνατο τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ἔστειλε στό σπίτι του ἕναν ἐρημίτη...
ἀπό τήν Θηβαΐδα γιά νά τόν ἐλέγξη διότι ἐξέχασε αὐτόν τόν ὕμνο τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Ὁ Ἀγαθόνικος ἀπήντησε στόν ἐρημίτη μοναχό ὅτι ἔπαυσε νά τόν λέγη, διότι, παρότι τόν ἔλεγε γιά πολλά χρόνια, ὅμως δέν εὑρῆκε καμμία ὠφέλεια. Τότε ὁ ἐρημίτης τοῦ εἶπε: «Φέρε στόν νοῦ σου τυφλέ καί ἀχάριστε, πόσες φορές σέ ἐβοήθησε αὐτή ἡ δοξολογική προσευχή καί σέ ἔσωσε ἀπό διάφορους πειρασμούς! Θυμήσου, ὅταν ἤσουν ἀκόμη παιδί, πῶς λυτρώθηκες ἀπό πνιγμό κατά ἕνα θαυμαστό τρόπο!
Ἐνθυμήσου, ὅταν σέ ἐκτύπησαν πολλοί γείτονες σέ μία λακκούβα πού εἶχες πέσει κι ὅμως ἔμεινες ἀτραυμάτιστος! Θυμήσου ἀκόμη, ὅταν ταξίδευες κάποτε μέ κάποιον φίλον σου, ἐπέσατε καί οἱ δυό σας ἀπό τήν καρότσα! Αὐτός ἔσπασε τό πόδι του καί σύ δέν ἔπαθες τίποτε. Δέν γνωρίζεις ὅτι ὁ φίλος σου εἶναι κάτω ἀδύνατος ἀπό μία ἀσθένεια, ἐνῶ ἐσύ εἶσαι ὑγιής καί δέν αἰσθάνεσαι κανένα πόνο; Καί, ὅταν τοῦ ἔφερε στήν μνήμη ὅλα αὐτά τά θαυμαστά ἔργα, στό τέλος τοῦ εἶπε: «Να ξέρης ὅτι ὅλες αὐτές οἱ δυστυχίες καί ἀτυχίες πού ἦλθαν στήν ζωήν σου, ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τήν θεία Σκέπη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, χάρις στήν μικρή σου αὐτή δοξολογική προσευχή, τήν ὁποίαν ἔλεγες κάθε ἡμέρα ἐνώπιόν της. Δώσε λοιπόν προσοχή καί συνέχιζε νά προσεύχεσαι καί στό μέλλον μέ τήν προσευχή αὐτή καί ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας δέν θά σέ ἐγκαταλείψη ποτέ».
Ἔτσι κατάλαβε ὁ Ἀγαθόνικος καί δέν ἄφησε πάλι αὐτή τήν προσευχή. Οὔτε ἐμεῖς νά μήν ἀφήνουμε νά περνᾶ μία ἡμέρα χωρίς νά προσευχηθοῦμε μ᾿αὐτή τήν προσευχή μπροστά στήν Κυρία Θεοτόκο κι ἔτσι θά φυλαγώμεθα ἀπό πολλές δοκιμασίες καί πειρασμούς στήν ζωή μας.

Νύκτα Χριστουγέννων ! Η εμφάνιση της Παναγίας στις φυλακές της Ρουμανίας


RUMANIAfylk

Φυλακές – κολαστήρια τής  Ρουμανίας ! Από μία εικονογραφημένη αναπαράσταση τής εμφάνισης τής Παναγίας.


Οί παρακάτω λόγοι πού είπε η Παναγία μας  : » Νά μή φοβᾶσαι! Νά μήν ἀμφιβάλλεις! Ἡ νίκη θά εἶναι τοῦ Ὑιοῦ μου! Ὁ κόσμος ἀνήκει στόν Χριστό! Έστω κι αν σας φαίνεται ότι δεν υπάρχει πια πίστη στη γη, να ξέρετε ότι η απολύτρωση θα έλθει, αλλά με φωτιά και εμπρησμούς. Ο κόσμος πρέπει ακόμη να υποφέρει. Εδώ, όμως, υπάρχει πολλή πίστη και ήρθα να σας ενθαρρύνω. Κρατείτε την ομολογία σας. Ο κόσμος ανήκει στον Χριστό!».
Οί λόγοι αυτοί πρέπει να μάς βάλουν σε σοβαρές σκέψεις διόρθωσης τής ζωής μας, μιά καί ήδη ζούμε στά χρόνια τών καταστροφών καί όσων άλλων δεινών ήλθαν καί έρχονται…
Στο μεγαλομάρτυρα των αθεϊστικών φυλακών της Ρουμανίας Άγιο Βαλέριο Γκαφένκου (†18.2.1952) εμφανίστηκε η Παναγία,και τον στήριξε στο μαρτύριό του :

 Τα Χριστούγεννα ο Βαλέριος ήταν αρκετά ζωογονημένος. Τη νύχτα εκείνη των αγγελικών ψαλμωδιών συνέθετε τα θαυμάσια κάλαντα των κρατουμένων στίς φυλακές του Τίργου Όκνα.Εκείνη τη νύχτα των Χριστουγέννων δε θα την ξεχάσω ποτέ ( διηγείται ο συγκρατούμενός και φίλος του Ιωάννης ). ..

— Ιωάννη, μού είπε, εσύ είσαι ο καλύτερός μου φίλος. Αλλά τώρα δεν έρχομαι σαν φίλος σε σένα. Έρχομαι να σου ζητήσω μια συμβουλή, να σου κάνω υπακοή. Θέλεις να με ακούσεις;

— Σε ακούω, απάντησα, αλλά δεν ξέρω αν είμαι άξιος για την εμπιστοσύνη σου σε μένα.

Ο Βαλέριος έκλεισε τα μάτια και μου είπε ήρεμος:

— Αυτή την νύχτα αγρυπνούσα. Περίμενα να ακούσω τη μελωδία από τα κάλαντα που συνέθετα. Ήθελα να είναι πολύ ωραία. Την έψαλλα στο νου μου. Την αισθάνθηκα να κατεβαίνει από τους ουρανούς.

 Ήμουν άγρυπνος, νηφάλιος και ήρεμος όταν ξαφνικά σήκωσα τα μάτια μου και στην άκρη του κρεβατιού είδα την Παναγία, ντυμένη στα λευκά, όρθια, ζωντανή, πραγματική. Ήταν χωρίς το Βρέφος…

   Η παρουσία της μου φαινόταν ζωντανή. Η Παναγία ήταν πραγματικά δίπλα μου. Ήμουν πολύ ευτυχής. Είχα ξεχάσει τα πάντα. Τότε Αυτή μου είπε:

 «Εγώ είμαι η αγάπη σου! Να μη φοβάσαι! Να μην αμφιβάλλεις! Η νίκη θα είναι του Υιού μου! Αυτός αγίασε τώρα αυτό τον τόπο ( την Ρουμανία ; ) και τον ετοίμασε για όσα θα γίνουν στο μέλλον. Οι δυνάμεις του σκότους αυξάνουν και ακόμη θα φοβίζουν τον κόσμο, αλλά θα αφανιστούν.

Ο Υιός μου περιμένει τους ανθρώπους να επιστρέψουν στην πίστη. Σήμερα οι υιοί του σκότους είναι πιο ατρόμητοι από τους υιούς του φωτός. Έστω κι αν σας φαίνεται ότι δεν υπάρχει πια πίστη στη γη, να ξέρετε ότι η απολύτρωση θα έλθει, αλλά με φωτιά και εμπρησμούς.

Ο κόσμος πρέπει ακόμη να υποφέρει. Εδώ, όμως, υπάρχει πολλή πίστη και ήρθα να σας ενθαρρύνω. Κρατείτε την ομολογία σας. Ο κόσμος ανήκει στον Χριστό!»

 Μετά η Παναγία εξαφανίστηκε και εγώ έμεινα πλημμυρισμένος από ευτυχία.

Αισθανόμουν κι εγώ αγιασμένος, ανακαινισμένος, συμμετέχοντας στο θαύμα. Με συστολή, αλλά και με πεποίθηση του είπα απλά:

-Ο Θεός μας προστατεύει. Εμείς μπορούμε να πέσουμε, αλλά Αυτός θα νικά. Χρειαζόμαστε πίστη και τώρα μπορούμε να έχουμε περισσότερη. Να προσευχόμαστε!

 ( Από το συγκλονιστικό βιβλίο του Ιωάννη Ιανολίδε «Ρουμάνοι Ομολογητές και Μάρτυρες του 20ού αιώνα», εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη , σελ. 171).

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ…

Υ.Γ.  Υπήρξε ένας από τους σύγχρονους μάρτυρες και ομολογητές της Ορθοδόξου πίστεως στη Ρουμανία στην εποχή του ολοκληρωτικού αθέου καθεστώτος ήταν ο Βαλέριος Γκαφένκου.

Γεννήθηκε το 1921. Ενώ σπούδαζε Νομική και Φιλοσοφία στο Πανεπιστημίου του Ιασίου στο δεύτερο έτος φοιτήσεώς του, το 1941, φυλακίστηκε για τις χριστιανικές πεποιθήσεις του με ποινή 25 έτη φυλάκισης σε καταναγκαστικά έργα. Αγαπούσε και ζούσε την Ορθοδοξία και βοηθούσε με κάθε τρόπο τους συγκρατουμένους του στις φυλακές που έζησε. Ονομάστηκε “ο άγιος των φυλακών”.

Εξαιτίας των κακουχιών που υπέστη στις φυλακές προσβλήθηκε από φυματίωση και πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου 1952 στο δεσμωτήριο του Τίργου Όκνα, ενώ είχε πάρει “πληροφορία” από τον Θεό για τον θάνατό του ημέρες πριν και είχε ενημερώσει τους στενούς συγκρατουμένους του. Στις φυλακές βίωσε την Χάρη του Θεού σε τέτοιο βαθμό, που ομολογούσε συνέχεια ότι ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου…
πηγή

Μη μπερδεύετε τα καζάνια

Αποτέλεσμα εικόνας για Καθηγούμενος Γέροντας Γρηγόριος

Γέροντας Γρηγόριος,  
Καθηγούμενος Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγίου Όρους

Ἄλλο εἶναι τὸ καζάνι γιὰ τὸ φαγητό, ἄλλο εἶναι γιὰ τὰ χόρτα, ἄλλο εἶναι γιὰ τὴν μπουγάδα, ἄλλο τὸ καζάνι τοῦ τυροκομείου – αὐτὸ ἔχει εἰδικὴ κατασκευή· αὐτὸς ποὺ πήγαινε νὰ παραγγείλη καζάνι γιὰ τυροκομεῖο, χαρακτηριστικὰ ζητοῦσε «νὰ εἶναι ἀπὸ κάτω ὅπως ὁ κουμπὲς τῆς ἐκκλησίας»– ἄλλο τὸ καζάνι γιὰ τὸ τσίπουρο –εἶχε κι αὐτὸ εἰδικὴ κατασκευή· τὸ χαρακτηριστικό του ἦταν ὁ λουλᾶς– καὶ ἄλλο τὸ καζάνι ποὺ βράζει τὸ νερὸ γιὰ νὰ βαπτισθοῦμε.
Στὴν πατρίδα μου δὲν πρόσεχαν μόνον τὰ καζάνια. Πρόσεχαν καὶ τοὺς καπνοδόχους. Καὶ λέγαν μεταξύ τους οἱ ἐργάτριες τοῦ καλοῦ: «Πολὺ καπνὸ ἔχει τὸ τζάκι τοῦ γείτονα· σίγουρα θὰ βράζη νερὸ γιὰ μπουγάδα ἢ γιὰ χόρτα». Ὅταν ὅμως ὁ καπνὸς ἐξήρχετο σιγανά-σιγανά, σήμαινε ὅτι κάτι σπουδαῖο μαγειρεύει καὶ ἡ εὐωδιὰ τοῦ φαγητοῦ, στὴν ὁποία μετείχαμε ὅλοι, ἐκάλυπτε ὅλες τὶς μυρωδιὲς τῆς γειτονιᾶς.


Ὅταν ἡ καλὴ μάμμη καβούρντιζε τὸ κρεμμύδι, μόλις ρόδιζε, ἔβαζε λίγο στὸ κουτάλι κι ἔβγαινε στὴν γειτονιά, μήπως ὑπῆρχε καμμία ἔγκυος γυναίκα καὶ τῆς μύρισε τὸ κρεμμύδι. Θεωρούσανε τόσο δυνατὴ τὴν ὀσμὴ αὐτὴν, ποὺ πιστεύανε ὅτι, ἐὰν δὲν δοκίμαζε ἡ ἐγκυμονοῦσα, θά ᾽χανε τὸ παιδί. Γιὰ νὰ μὴ φέρη λοιπὸν κρῖμα, ἐξήρχετο μὲ τὶς τρύπιες παντόφλες, κρατώντας τὸ κουτάλι μὲ τὸ κρεμμύδι. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀκρίβεια τῆς ζωῆς. Μόνον μία εὐαίσθητη ψυχὴ μπορεῖ νὰ καταλάβη τὸ μυστήριο ποὺ ἐπιτελοῦσε αὐτὴ ἡ γιαγιά. Καὶ μάλιστα λέγαν ὅτι οἱ μυρωδιὲς αὐτὲς ἐπηρεάζουν πολὺ περισσότερο τὸ ἀρσενικὸ ἔμβρυο.
Οἱ παλιοὶ αὐτοὶ ἀνθρῶποι ποὺ ἔβλεπαν τὴν γιαγιὰ μὲ τὸ κουτάλι, τῆς ἔλεγαν:
– Πήγαινε, γιαγιά, στὸ σπίτι σου· δὲν κυοφορεῖται πουθενὰ πιὰ παιδί.
– Δὲν ἀκοῦς, γιαγιά, τὶ σοῦ λέει ἡ γειτονιά;
– Παιδί μου, καὶ ἕνα ζῶο νὰ κυοφορῆ, νὰ τοῦ δώσω ἀπ᾽ τὴν μυρωδιὰ τοῦ φαγητοῦ μου, νὰ μὴ χάση τὰ μικρά του.
Ἄλλη μυρωδιὰ εἶχε τὸ φαγητὸ ποὺ γινότανε στὸ ἀλουμίνι καὶ ἄλλη αὐτὸ ποὺ γινότανε στὸ πήλινο τσουκάλι. Ὁ σιγανὸς ἐκεῖνος δαυλὸς δὲν βίαζε τὰ πράγματα καὶ γινόταν τὸ φαγητὸ πιὸ νόστιμο, πιὸ εὐωδιαστό, πιὸ ἐπιθυμητὸ στὸν ὀσφραινόμενο καὶ στὸν γευόμενο.
Αὐτὰ καὶ πολλὰ ἄλλα ἔρχονται στὴν μνήμη μου ἀπὸ τὰ ταπεινὰ χρόνια τῆς παιδικῆς μου ἡλικίας. Σήμερα ὅμως δὲν παρασκευάζονται τὰ φαγητὰ ἔτσι ὅπως πρέπει καὶ στὸ κατάλληλο σκεῦος. Σήμερα δυστυχῶς οὔτε στὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ διάκριση ὅτι ὅσα παρασκευάζει ὁ νοῦς μας δὲν μαγειρεύονται στὸ ἴδιο καζάνι καὶ δὲν σερβίρονται στοὺς ἴδιους συνδαιτυμόνες. Τὸ πιὸ δύσκολο εἶναι νὰ μπορῆς τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων, τοῦ Εὐαγγελίου δηλαδή, νὰ τὴν κάνης στοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους εὔκολη στὴν κατάποση καὶ στὴν χώνεψη.
– Μάννα, τί εἶπε σήμερα ὁ δεσπότης στὴν ἐκκλησία;
– Πολὺ ὡραῖα πράγματα, παιδί μου.
– Δηλαδή;
– Δὲν κατάλαβα τίποτα. (!)
Γραφίδες πολλὲς γεμίζουν ἀράδες, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν εἶναι μαγειρεμένες στὸ κατάλληλο καζάνι, δὲν γίνονται κατανοητές. Ὅταν ἀκοῦς κηρύγματα, λὲς ἄθελά σου «Αὐτὸς δίνει φαγητὸ μὲ τὸ κουτάλι τοῦ γλυκοῦ κι ὁ ἄλλος μὲ τὸ κουτάλι τῆς σούπας». Αὐτὸ ἔχει πολλὲς αἰτίες καὶ ἀφορμές, γιατὶ πολλὰ ἀπὸ αὐτὰ ποὺ λένε, ἄλλα εἶναι στὸ καζάνι τῆς Ρώμης, ἄλλα εἶναι στὰ καζάνια τῶν δυτικῶν παραφυάδων καὶ ἄλλα εἶναι στὸ μεγάλο-μεγάλο καζάνι τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ ἔρευνα εἶναι δύσκολη· αὐτὸ ἀπὸ ποῦ τὸ πῆρε, ποῦ τὸ μαγείρεψε καὶ τὶ θέλει νὰ μᾶς προσφέρη.
Τὸ καζάνι τῆς ἐρήμου δίνει ἄλλη νοστιμιὰ καὶ ἄλλη θρέψη στὸ φαγητό, τὸ καζάνι τῆς Ἐκκλησίας στὸν κόσμο ἄλλη καὶ ἡ ἀκαδημαϊκὴ θεολογία, ποὺ εἶναι τὶς περισσότερες φορὲς βρασμένη σὲ ἐπικίνδυνα καζάνια, ἄλλα ξεγάνωτα, ἄλλα κακοειργασμένα, ἴσως ἐκεῖ τερματίζεται ἡ θεολογία καὶ ἀρχίζει ἡ ἐπιστήμη. Ἀλλὰ ὁ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος Θεολόγος λέγει ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν ἦρθε στὸν κόσμο νὰ κάνη ἐπιστήμη, ἀλλὰ θεολογία. Ἡ ἐπιστήμη οὔτε προσέχει τὸ καζάνι ποὺ θὰ χρησιμοποιήση, ἂν εἶναι τὸ κατάλληλο, οὔτε κἂν θὰ τὸ ξεπλύνη, μήπως σκόνη ἔχει κατακαθίσει στὰ τοιχώματά του.
Στὰ καζάνια τῶν ἐπισκόπων εἶναι σήμερα φοβερὰ δύσκολο νὰ μαγειρέψης, καὶ μάλιστα ὅταν στὴν βράση καὶ στὴν καύση τοῦ λόγου ἀνακατεύωνται καὶ τὰ προσωπικὰ λάθη καὶ θελήματα.  
Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν κάνει σύβραση μὲ τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ καζάνι τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶναι καθαρό, νὰ μὴ παίρνη μπόχα ἀπὸ μυρωδιὲς ἀπὸ ἄλλα μαγειρέματα, ἀλλὰ μόνον τὴν εὐωδιὰ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὅταν μαγειρεύης καὶ ἀναμειγνύης δυτικὲς καὶ προτεσταντικὲς διδασκαλίες καὶ αἱρέσεις, τὸ φαγητὸ γιὰ τὸν ὀρθόδοξο εἶναι σκέτο δηλητήριο. Ὁ ἄνθρωπος στὴν προσπάθειά του νὰ ἐρευνήση τὶ βότανα εἶναι αὐτὰ ποὺ παρασκεύασαν σήμερα αὐτὸ τὸ ἔδεσμα, χάνεται, βουλιάζει, παραπατεῖ καὶ παραπαίει στοὺς δρόμους. Ὅταν συλλογιοῦμαι πόσα τέτοια φαγητὰ ἔφαγα ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια μέχρι σήμερα, πόσο στενοχωροῦμαι ποὺ δὲν εἶχα τὴν διάκριση νὰ ξεχωρίσω πατάτες μὲ ἀγκινάρες εἶναι ἢ πατάτες μὲ κρεμμύδια. Ὅλα αὐτὰ ὅταν μαγειρεύωνται, καὶ μάλιστα σὲ καζάνια μαγαρισμένα, δὲν ξεχωρίζεις τὶ εἶναι αὐτὸ ποὺ τρῶς, δὲν ὀσφραίνεσαι ἂν τὰ βότανα αὐτὰ δυσοσμοῦν ἢ εὐωδιάζουν.
Δυστυχῶς καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος ἔχει πολλὰ καζάνια, τόσο σπουδαῖα, ποὺ ἄλλα βράζει τὸ ἕνα κελλὶ καὶ ἄλλα τὸ ἄλλο. Ἄλλα βράζει τὸ κοινόβιο καὶ ἄλλα τὸ ἰδιόρρυθμο. Μάλιστα στὴν ἐποχή μας μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι τῶν τελείων νὰ διακρίνουν τὰ δηλητηριώδη ἀπὸ τὰ ἀβλαβῆ. Πάω πολὺ κοντὰ στὰ ζῶα ὅταν τρῶνε καὶ θαυμάζω τὴν διάκριση ποὺ ἔχουν στὸ τὶ θὰ βάλουν μέσα τους. Γιὰ τὸ ἀληθινὸ τοῦ πράγματος, μνημονεύω ἕνα γεγονός:
Κάποτε στὸ πηγάδι τῶν γηρασμένων γονέων μου, ἀπ᾽ ὅπου πίναν νερό, κάποιος καλὸς γείτονας ἔρριξε ἕνα σκυλί. Βρόμισε τὸ σκυλὶ καὶ σκουλήκιασε. Ἔλεγαν τὰ γεροντάκια μεταξύ τους:
– Χάλασε ἡ γεύση τοῦ νεροῦ.
Τὸ ἀνεξήγητο τοὺς τὸ διευκρίνισαν τὰ ζῶα. Τοὺς ἔδιναν νερὸ καὶ δὲν τὸ ἔπιναν. Ἐρεύνησαν τὸ πηγάδι καὶ βρῆκαν ἀποσυντεθειμένο τὸ σκυλί. Ὁ ὄνος, αὐτὸ τὸ εὐλογημένο ζῶο, ποτὲ δὲν πίνει μαγαρισμένο νερό.
Ἄρα ἔχουν τὰ ζῶα ἰσχυρότερες αἰσθήσεις καὶ ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο. Τὸ δὲ φοβερώτερο ἀπ᾽ ὅλα εἶναι ὅτι, ἂν τὸ σκεῦος δὲν εἶναι κατάλληλο, ἂς τοὺς βάλης καὶ τὰ πιὸ θρεπτικὰ φαγητά, πολλὰ θὰ γυρίσουν μὲ τὴν μουσούδα τους τὸ δοχεῖο ἀνάποδα.
Γι᾽ αὐτό, προσέχετε κι ἐμᾶς τοὺς μοναχοὺς ἐκεῖ ποὺ περιοδεύετε τὶ σᾶς σερβίρουμε. Τὸ ψεύτικο καὶ τὸ φτιαχτὸ δὲν βοηθάει. Τὸ παραμύθι εἶναι χαμένη ὥρα καὶ τὸ λαλούμενο κύμβαλον ἀλαλάζον. Προσέχετε τὰ ὁράματα καὶ τὰ θαύματα. Τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς δὲν εἶναι ἐξ οὐρανοῦ· εἶναι φαντασιώσεις, πλάνες.
Προσέχετε τοὺς ἱεροκήρυκες. Προσέχετε τοὺς διδασκάλους. Κοιτάξτε τον καλὰ σὲ τὶ καζάνι μαγειρεύει καὶ μετὰ γευθῆτε τὸ φαγητό. Κοιτάξτε πίσω ἀπὸ αὐτὸν ποιοὶ ὑπάρχουνε καὶ ποιοὶ τὸν παρακινοῦνε καὶ ποιοὺς συναναστρέφεται. Νὰ προσέξουμε καὶ ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ τὰ σκεύη μας καὶ τὰ ἐδέσματα ποὺ παρασκευάζουμε γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μᾶς πλησιάζουν. Νὰ πάρουμε πάνω μας τὴν εὐθύνη τῶν λόγων μας. Ρώτησα ἕνα Γέροντα:
– Δίδαξες ποτέ σου; Ὑπέδειξες;
– Ὅχι –μοῦ λέει– γιατὶ φοβᾶμαι τὴν εὐθύνη τῶν λόγων μου.
Δυστυχῶς, τὰ ἐργαστήριά μας δὲν παρασκευάζουν καλὰ σκεύη καὶ τὰ χρησιμοποιοῦμε ἀνεξέλεγκτα. Ἕνας ἱεροκήρυκας στὴν γιορτὴ Πέτρου καὶ Παύλου εἶπε ὅτι σήμερα γιορτάζουμε τὸν πρῶτο μετὰ τὸν Ἕνα.
– Ἅγιε δάσκαλε, κατάλαβες τὶ εἶπες σήμερα;
– Ὄχι –μοῦ λέει.
– Πῆρες μιὰ κουταλιὰ φαγητὸ μέσα ἀπὸ τὸ καζάνι ἑνὸς προτεστάντη διδασκάλου καὶ τὸ σερβίρισες.
– Δὲν καταλαβαίνω τὶ λέτε.
– Εἶπες στὸν κόσμο ὅτι ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ὁ πρῶτος μετὰ τὸν Ἕνα. Δὲν εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Εἶναι ἡ Παναγία, καθ᾽ ὅσον τὰ δευτερεῖα τῆς Τριάδος κατέχει.
Ἄχου. Ποιός τολμᾶ νὰ βάλη τὸ χέρι του σ᾽ αὐτὲς τὶς ζεματιστὲς κατσαρόλες; Ποιός μπορεῖ μὲ τὴν κουτάλα του ποὺ θὰ κενώση τὸ φαγητό, νὰ κάνη στὴν ἄκρια τὰ σκουλήκια, ποὺ εἴτε εἰσπήδησαν εἴτε ἐμεῖς τὰ συλλέξαμε;
Ἀδελφοί μου, προσέχετε τὰ σκεύη. Προσέχετε τὴν προπαρασκευὴ τῶν φαγητῶν, γιὰ νὰ μὴ δηλητηριάζουμε τὸν κόσμο καὶ φαρμακώνουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τὰ παιδιά μας.
Μακάρι ὁ μεγάλος Πελεκάνος ποὺ ἔσταξε αἷμα στὰ μικρά του ποὺ τὰ εἶχε δηλητηριάσει ὁ ὄφις, νὰ σταλάξη καὶ στὶς δικές μας καρδιές, γιὰ νὰ ζωοποιηθοῦμε.
Μὴ μπερδεύετε τὰ καζάνια. Δὲν εἶναι ὅλα τὸ ἴδιο.
Ἦταν τόσο σπουδαῖα τὰ καζάνια γιὰ τὴν λειτουργία μιᾶς οἰκογένειας, ποὺ τὰ βρίσκουμε καταγεγραμμένα μέχρι καὶ σήμερα στὰ προικοσύμφωνα, καὶ χρονολογημένα, ὅπως τὶς ἅγιες εἰκόνες. Ὅσοι σεβάστηκαν τὴν παράδοση, τὰ κράτησαν. Οἱ ἄλλοι τὰ πούλησαν στὸν παλιατζῆ καὶ ἔκαναν τὸν παλιατζῆ ἀρχαιολόγο: «Κοίτα το· ἔχει καὶ χρονολογία.» Ἐσὺ ποὺ τὸ πούλησες, δὲν τὴν εἶδες τὴν χρονολογία; «Κοίτα το· ἔχει καὶ ντουρᾶ.» Ἔχει τὴν σφραγίδα τοῦ κατασκευαστῆ. Πουλήσαμε... καὶ τὶ δὲν ξεπουλήσαμε. Τῶν προγόνων μας τὰ καυχήματα.
– Κόρη μου, νὰ τὸ φυλάξης τὸ καζάνι. Τό ᾽χω ἀπὸ τὴν γιαγιά μου.
Ζήτησα τὸ καζάνι τοῦ τυροκομειοῦ τοῦ προπάππου μου, τὸ καθάρισα, τὸ συντήρησα καὶ τὸ ἔβαλα ἐπάνω στὸ τραπέζι, δοχεῖο ἀναμνήσεων καὶ ζωντανῶν παραδόσεων. Προσέχετε τὴν ἀλλοτρίωση. Ἕνας γέροντας ὅταν πῆγα στὸ κελλί του μοῦ εἶπε:
– Πρόσεχε τὴν καρέκλα ποὺ κάθισες· εἶναι τῆς μάμμης μου. Πρόσεχε τὴν στάμνα ποὺ ἔβαλες νερό· εἶναι προικιὸ τῆς μάννας μου.
Ὅλα αὐτὰ μᾶς φέρνουν κοντὰ στὴν μιὰ γενιά, στὴν γενιὰ ποὺ ἀνέθρεψε γενιές. Ὅλα αὐτὰ δὲν εἶναι κενά· συνεχίζουν τὶς καλὲς γενιὲς τῶν προγόνων μας.
– Μὴ μοῦ τὴν σπάσης τὴν φρουτιέρα· μοῦ τὴν ἔφερε ὁ παπποῦς μου στὸ τελευταῖο του ταξίδι ἀπὸ τὴν Σμύρνη. Φύγαμε καὶ ἀπὸ πίσω εἴδαμε τὴν φωτιὰ καὶ τὸν χαλασμό.
Εἶναι δυνατὸν ἕνα πολὺ μικρὸ πραγματάκι νὰ ἀναμοχλεύη μέσα μας ὁλόκληρη ἱστορία. Σεβαστῆτε το. Δικό σας εἶναι. Ἀγαπῆστε το. Ἡ ἀνάμνησή του θὰ σᾶς φέρνη ὁλόκληρο κόσμο στὸν νοῦ σας.
Συγχωρέστε με. Πίνακες ζωγραφίζω καὶ σᾶς τοὺς παραδίδω ἀπ᾽ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς τῶν προγόνων μας. Δὲν κάνω ἐπίδειξη. Ἰχνηλατῶ τὴν ζωὴ τῶν πατέρων μας.
Γρηγόριος ὁ Ἀρχιπελαγίτης