Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Η διαχρονικότητα τού δόγματος τής Κάθαρσης, τού Φωτισμού και τής Θέωσης στην Ορθόδοξη Εκκλησία


Μια κυοφορούμενη αίρεση στην Ορθόδοξη Εκκλησία
 
Του  Μητροπολίτη Ναυπάκτου π.Ιεροθέου

Η ερμηνεία του π. Ιωάννου Ρωμανίδη
Η άποψη των νέων θεολόγων και φιλοσοφούντων, που αναφέρθηκε στην αρχή του κειμένου αυτού, περί δήθεν δύο εκκλησιολογιών, της «αρχεγόνου παραδόσεως» και της «μεταγενέστερης», υπονομεύει όλη την Παράδοση της Εκκλησίας, όπως εκφράζεται στην Αγία Γραφή, την διδασκαλία των Πατέρων, την λατρεία της Εκκλησίας και τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, η οποία παράδοση αναφέρεται ουσιαστικά στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, στην βίωση της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού.

Μια τέτοια πεπλανημένη άποψη είναι ένα σαράκι που θέλει να καταστρέψη τον πνευματικό οργανισμό της Εκκλησίας και να αλλοιώση όλην την ορθόδοξη θεολογία.

Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι από που έφθασε στην Ορθόδοξη Εκκλησία «ο πνευματικός αυτός ιός και μολυσμός»;

Η απάντηση είναι ότι διάφοροι θεολόγοι η διανοούμενοι που μαθήτευσαν σε προτεσταντικές Σχολές και είχαν διδασκάλους Προτεστάντες, που τους εξιδανίκευσαν, ή που μελέτησαν προτεσταντικές αναλύσεις, χωρίς να γνωρίζουν επαρκώς την νηπτική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, μετέφεραν άκριτα αυτές τις απόψεις και μέσα στο άγιο περιβάλλον της ορθοδόξου θεολογίας και Εκκλησίας, με αποτέλεσμα να προσβάλλωνται τα επί μέρους μέλη του οργανισμού της Εκκλησίας.

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, που γνώρισε σε Προτεσταντικές Σχολές της Αμερικής αυτήν την νοοτροπία παρατηρεί εύστοχα:

«Υπάρχει μία άποψη, ότι η διδασκαλία περί τελειότητος, κατά τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, είναι ειδωλολατρικής προελεύσεως και ότι τάχα οι Πατέρες της Εκκλησίας ήταν επηρεασμένοι από τις διακρίσεις αυτές μεταξύ καθάρσεως, φωτισμού και θεώσεως –διότι υπάρχουν και παράλληλα και στον Νεοπλατωνισμό– υπάρχει σαφής αυτός ο διαχωρισμός δηλαδή των σταδίων της τελειώσεως.

Και λόγω μιας ομοιότητας αυτών των δύο, οι δικοί μας έχουν υιοθετήσει την άποψη αυτή, που κυρίως προέρχεται από μελέτες που έχουν κάνει οι Προτεστάντες.

Δηλαδή, οι Προτεστάντες αφού έχουν απορρίψει τον μοναχισμό και υιοθέτησαν ή τον απόλυτο προορισμό του Καλβίνου ή την διδασκαλία του Λουθήρου περί σωτηρίας του ανθρώπου δια μόνης της πίστεως κλπ., και είναι αντιμέτωποι ενός μοναχισμού της παραδόσεως που συνάντησαν (Φρακολατίνων), η οποία εβασίζετο σε αξιομισθίες, εφ’ όσον ανακάλυψαν ότι η διδασκαλία περί αξιομισθιών είναι εσφαλμένη διδασκαλία, γι’ αυτόν τον λόγο κατήργησαν και την αγαμία, τον μοναχισμό. Μαζί με αυτά ο Λούθηρος, κυρίως, και ο Καλβίνος, είχανε μεγάλη απήχηση εναντίον των σταδίων της τελειότητος.

Μετά, οι ιστορικοί Προτεστάντες ασχολήθηκαν με το θέμα και χάρηκαν τόσο πολύ όταν βρήκαν την καταπληκτική ομοιότητα μεταξύ της πατερικής διδασκαλίας και της διδασκαλίας των ειδωλολατρών, και ισχυρίσθηκαν ότι είναι ειδωλολατρικής προελεύσεως τα περί σταδίων τελειώσεως.

Και γι’ αυτό οι δικοί μας, οι οποίοι πηγαίνουν με τόση μεγάλη όρεξη και σπουδάζουν –δεν λέω να μην πάνε να σπουδάσουν, τουλάχιστον να πάνε με κρίση να σπουδάσουν, γιατί πηγαίνουν χωρίς κρίση– στα ξένα Πανεπιστήμια και βλέπεις τώρα εκεί τα συγγράμματα των ορθοδόξων θεολόγων γεμάτα, παντού βλέπεις αυτήν την ιδέα ότι η Εκκλησία έχει επηρεασθή από τους ειδωλολάτρες και συγκεκριμένα περί των σταδίων της τελειώσεως».

Η ερμηνεία αυτή είναι καταλυτική, εκφραστική και αποστομωτική.


  Συμπέρασμα
Εκτιμώ ότι μέσα στην Εκκλησία μας κυοφορείται ύπουλα, αλλά και με «επιστημονικό» τρόπο αυτή η αιρετική νοοτροπία που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου αυτού, περί των δήθεν δύο τύπων εκκλησιολογιών, που η μεταγενέστερη ανατρέπει την «αρχέγονη» ή τουλάχιστον συμβαδίζουν παράλληλα, και δυστυχώς λίγοι επισημαίνουν αυτήν την πνευματική ασθένεια.

Οι περισσότεροι ασχολούνται με επιφανειακά θέματα, με τις ατομικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα των ανθρώπων, την οικουμενιστική νοοτροπία μερικών Κληρικών και λαϊκών, που και αυτά, βεβαίως, έχουν την σοβαρότητά τους, αλλά παραγνωρίζουν αυτήν την υπονόμευση της ορθοδόξου θεολογίας, η οποία γίνεται με παρερμηνείες και με αυτό υβρίζονται και βλασφημούνται οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Μέσα σε αυτήν την κυοφορούμενη αίρεση κρύβεται σαφέστατα ένας προτεσταντικός ουμανισμός, που είναι ξένος προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Γίνεται προσπάθεια να απογυμνωθή όλη η Ορθόδοξη Πατερική Παράδοση, όπως διατυπώθηκε στην Αγία Γραφή, εκφράσθηκε από τους μεγάλους Πατέρας της Εκκλησίας και έλαβε συνοδική κατοχύρωση στις Οικουμενικές Συνόδους, αλλά καταγράφηκε και στο Ευχολόγιο και την λατρεία της Εκκλησίας. Όσοι ισχυρίζονται τέτοιες θεωρίες δεν έχουν καταλάβει τίποτα από την ουσία της ορθοδόξου θεολογίας.

Ακόμη, όσοι διδάσκουν τέτοιες θεωρίες για την λεγόμενη «διπλή εκκλησιολογία και πνευματικότητα», δεν μπορούν να καταλάβουν την βασική πατερική διδασκαλία ότι άλλο είναι η βίωση του Θεού με άρρητα ρήματα, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, και άλλο είναι η έκφραση της αποκαλυπτικής αυτής εμπειρίας με κτιστά ρήματα και νοήματα, όπως έλεγε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης, αφού από τους αγίους Πατέρας προσλαμβάνεται, όταν χρειασθή, η ορολογία κάθε εποχής για την έκφραση της αποκαλυπτικής εμπειρίας της θεώσεως.

Αυτό λέγεται από τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή: «νους μεν καθαρός, ορθά βλέπει τα πράγματα. λόγος δε γεγυμνασμένος, υπ’ όψιν άγει τα οραθέντα».

Άλλοτε, θα δημοσιεύσω σχετικό κείμενο για να περιγράψω περισσότερο αυτούς που ανήκουν μεν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά εμπνέονται από τέτοιες απόψεις, τους οποίους ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς απεκάλεσε βαρλααμίτες και η Σύνοδος του 1351 εξεκκλησίασε, δηλαδή καθήρεσε και απεκήρυξε.

Η Παράδοση της Εκκλησίας, όπως διατυπώθηκε στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας, σαφώς διακηρύσσει: «Οι προφήται ως είδον, οι απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν, η οικουμένη ως συμπεφρόνηκεν, η χάρις ως έλαμψεν, η αλήθεια ως αποδέδεικται, το ψεύδος ως απελήλαται, η σοφία ως επαρρησιάσατο, ο Χριστός ως εβράβευσεν, ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν Χριστόν τον αληθινόν Θεόν ημών…. Αύτη η πίστις των αποστόλων, αύτη η πίστις των πατέρων, αύτη η πίστις των ορθοδόξων, αύτη η πίστις την οικουμένην εστήριξεν».

Στο κείμενο αυτό φαίνεται ότι υπάρχει ταυτότητα εμπειρίας και διδασκαλίας των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων, οπότε δεν μπορεί να χωρέση καμμιά «διπλή εκκλησιολογία», που δήθεν αντιμάχονται μεταξύ τους ή ότι δήθεν η μία υποτιμά την άλλη ή ακόμη ότι οι δύο αυτές κινούνται παράλληλα. Αυτές οι θεωρίες εκφράζονται από Προτεστάντες ή προτεσταντίζοντες κύκλους και υπονομεύουν την ίδια την ορθόδοξη εκκλησιολογία.

Στην πραγματικότητα μία είναι η εκκλησιολογία, αυτή που βιώθηκε από τους Προφήτας, τους Αποστόλους και τους Πατέρας της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Αναστάντος και Αναληφθέντος Χριστού. Κέντρο της Εκκλησίας είναι ο δοξαζόμενος Χριστός, όπως τον είδαν οι Μαθητές στο όρος Θαβώρ και όπως απέκτησαν κοινωνία μαζί Του, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, κατά την Πεντηκοστή.

Αυτό είναι το κλειδί της εκκλησιαστικής ζωής. Αλλά η συμμετοχή σε αυτό το σώμα και η παραμονή σε αυτό γίνεται με τα Μυστήρια και την άσκηση. Προϋπόθεση δε της βιώσεως της Χάριτος του Θεού δια των Μυστηρίων είναι ο ιερός ησυχασμός, δηλαδή η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση.

Έξω από αυτόν τον σύνδεσμο Μυστηρίων και ασκήσεως δημιουργείται μεγάλο εκκλησιολογικό πρόβλημα. Αυτό σημαίνει ότι η μετοχή στην Εκκλησία χωρίς προϋποθέσεις, ή απλή συμμετοχή στην θεία Ευχαριστία και η αίσθηση δήθεν της Βασιλείας του Θεού, «χωρίς τα στάδια μεθέξεως στο σώμα του Χριστού», είναι μια «ευχαριστιακή και εκκλησιολογική ειδωλολατρία» (π. Ιωάννης Ρωμανίδης), αφού η μετοχή στα Μυστήρια εκλαμβάνεται ως μία ιδεολογική και κυρίως μαγική πράξη.

Μια τέτοια άποψη είναι βατικανίζουσα και προτεσταντίζουσα, που προωθείται σε μία οικουμενιστική νοοτροπία, γι’ αυτό και είναι μία μεγάλη κυοφορουμένη αίρεση μέσα στην Εκκλησία, η οποία επιδιώκει να παραθεωρήση την γνήσια προφητική, αποστολική, και πατερική διδασκαλία, δηλαδή την εκκλησιαστική θεολογία, και να την χαρακτηρίση «μεταπατερική».

Από τα ανωτέρω γίνεται φανερό ότι όσοι μέχρι τώρα δεν έχουν καταλάβει επαρκώς τι είναι και τι πρεσβεύει η λεγόμενη «μεταπατερική» θεολογία, με αυτά που εγράφησαν εδώ μπορούν να αντιληφθούν ποιά είναι η ουσία της εισαγόμενης, μεταπρατικής, «μεταπατερικής θεολογίας».

Όσοι διατυπώνουν τέτοιες θεωρίες, στην πραγματικότητα θεωρούν ότι οι θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας από τον 3ο αιώνα και μετά παρεσύρθησαν από (νεο)πλατωνικές παραδόσεις, και τώρα βρέθηκαν αυτοί οι έξυπνοι, που κατάλαβαν το λάθος των μεγάλων αυτών Πατέρων και θέλουν να επαναφέρουν, κατά τρόπο προτεσταντικό, την Εκκλησία στην προ του 3ου αιώνος περίοδο.

Όσοι διακατέχονται από τέτοιες απόψεις δείχνουν ότι στην πραγματικότητα τους ενοχλεί ο ησυχασμός, τα περί ιεράς ησυχίας, καθάρσεως, φωτισμού και θεώσεως, και θέλουν να αποβάλουν αυτήν την «εκκλησιολογία», για να μπορούν να στοχάζωνται περί του Θεού και των θείων.

Αν όμως αποβάλη κανείς τις προϋποθέσεις της ορθοδόξου θεολογίας, που είναι ο ιερός ησυχασμός, τότε ανοίγεται διάπλατα ο δρόμος να έλθη στην Ορθόδοξη Εκκλησία η σχολαστική και η ηθικολογική θεολογία των Παπικών και των Προτεσταντών.

Αυτή είναι, στην πραγματικότητα, η εκκοσμίκευση στην Εκκλησία και την θεολογία ή καλύτερα η εκκοσμίκευση των ορθοδόξων θεολόγων.
ολόκληρη η μελέτη εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου